Κλαούντια Καρντινάλε: Η σεξουαλική κακοποιήση στα 17 και ο γιος που μεγάλωσε ως αδερφός της

Φτωχότερος ο κινηματογράφος από χθες. Η Κλαούντια Καρντινάλε, ένας θρύλος του κινηματογράφου πέθανε την Τρίτη (23.09.2025) σε ηλικία 87 ετών, στη Νεμούρ της Γαλλίας, κοντά στο Παρίσι. «Μας αφήνει την κληρονομιά μιας ελεύθερης και εμπνευσμένης γυναίκας, τόσο μέσα από τη διαδρομή της ως γυναίκα όσο και ως καλλιτέχνης», δήλωσε ο μάνατζέρ της, Λοράν Σαβρί, στο Γαλλικό Πρακτορείο.

Η Κλανούντια Καρντινάλε ήταν αναμφισβήτηα, ένα από τα πιο ισχυρά σύμβολα της «χρυσής εποχής» του ιταλικού σινεμά. Με τη χαρακτηριστική της ομορφιά, τη βαθιά μελαγχολική φωνή και την αφοπλιστική της παρουσία, η Καρντινάλε έλαμψε στη μεγάλη οθόνη και συνεργάστηκε με σπουδαίους δημιουργούς, όπως ο Φεντερίκο Φελίνι, ο Λουκίνο Βισκόντι, ο Ρίτσαρντς Μπρουκς, ο Σέρτζιο Λεόνε και ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, ενώ στάθηκε ισάξια δίπλα σε αστέρες όπως ο Μπερτ Λάνκαστερ, ο Αλέν Ντελόν και ο Χένρι Φόντα.

Αναδύθηκε στο κινηματογραφικό στερέωμα μετά τη διεθνή επιτυχία της επίσης Ιταλίδας Σοφίας Λόρεν και αρχικά χαρακτηρίστηκε ως η ιταλική απάντηση στην Μπριζίτ Μπαρντό.

Το κορίτσι που, χωρίς να γνωρίζει ιταλικά, κατέκτησε τη Ρώμη και το Χόλιγουντ, γύρισε περισσότερες από 150 ταινίες και τιμήθηκε με πλήθος διακρίσεων, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα της στην ιστορία της έβδομης τέχνης.

Πέρα από τη λαμπρή της καριέρα, τη ζωή της σημάδεψε μια προσωπική τραγωδία: έπεσε θύμα βιασμού στα 17 της από έναν Γάλλο κινηματογραφικό παραγωγό με αποτέλεσμα να μείνει έγκυος. Ο γιος της, Πατρίκ, γεννήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1958 στο Λονδίνο.

Η Κλοντ Ζοζεφίν Ροζ Καρντινάλε γεννήθηκε στις 15 Απριλίου 1938, στην Τύνιδα από τον Φραντσέσκο Καρντινάλε και τη Γιολάντα Γκρέκο, μετανάστες από τη Σικελία. Ήταν η μεγαλύτερη από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας.

Οι μητρικές της γλώσσες είναι τα αραβικά της Τυνησίας, τα γαλλικά και τα σικελικά. Όταν ξεκίνησε την κινηματογραφική της καριέρα στην Ιταλία, τα ιταλικά τα μιλούσε με αρκετή δυσκολία γι’ αυτό και στις πρώτες της ταινίες ντουμπλάρανε τη φωνή της.

Η Κλοντ ήταν μόλις 18 ετών όταν πήρε μέρος σε έναν διαγωνισμό ομορφιάς που είχε οργανωθεί εν μέρει από τη μητέρα της στην Ιταλική Πρεσβεία της Τυνησίας. Στέφθηκε «η ομορφότερη Ιταλίδα της Τυνησίας».

Το έπαθλό της ήταν ένα ταξίδι στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, όπου φωτογραφήθηκε για τα ιταλικά μέσα. «Ήταν εξαιτίας του μπικίνι μου», θα πει αργότερα. Παρότι είχε ήδη εμφανιστεί σε μερικές ταινίες, δήλωνε τότε σε συνεντεύξεις πως δεν σκόπευε να γίνει ηθοποιός.

«Ύστερα από αυτό, βρέθηκε στα εξώφυλλα όλων των ιταλικών περιοδικών, με τίτλους όπως “Να η κοπέλα που δεν θέλει να κάνει ταινίες”».

Επέστρεψε στην Τυνησία για να ζήσει με τους γονείς της, απορρίπτοντας προτάσεις για ταινίες. Όμως, στα 17 της χρόνια, υπήρξε θύμα βιασμού της από έναν Γάλλο παραγωγό με αποτέλεσμα να μείνει έγκυος. Ο γιος της, Πατρίκ, γεννήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1958 στο Λονδίνο.

Υπό τις τότε συνθήκες, οι γονείς της τον ανέθρεψαν σαν να ήταν μικρότερος αδελφός της. Δεν του αποκάλυψαν την αλήθεια παρά μόνο όταν εκείνος έγινε οκτώ ετών.

Με λίγες επιλογές διαθέσιμες εκείνη την εποχή, η Καρντινάλε αποφάσισε να κρατήσει το παιδί και να προσπαθήσει να «κερδίσει τα προς το ζην και την ανεξαρτησία της» μέσα από τον κινηματογράφο, παρά το γεγονός ότι ποτέ δεν ήθελε να ασχοληθεί με τις ταινίες.

Σε συνέντευξή της στη γαλλική εφημερίδα Le Monde το 2017, δήλωσε: «Το έκανα για εκείνον, για τον Πατρίκ, το παιδί που ήθελα να κρατήσω παρά τις περιστάσεις. Ήμουν πολύ νέα, ντροπαλή, σεμνότυφη. Και χωρίς την παραμικρή διάθεση να εκτεθώ στα κινηματογραφικά πλατό».

Για να προστατεύσει την καριέρα της και να αποφύγει το σκάνδαλο της εξωσυζυγικής εγκυμοσύνης, η Καρντινάλε παρουσίασε τον Πατρίκ δημόσια ως τον «μικρότερο αδελφό» της, και την ανατροφή του ανέλαβε η οικογένειά της στη Ρώμη. Αργότερα, ο παραγωγός Φράνκο Κριστάλντι, με τον οποίο παντρεύτηκε το 1966, τον υιοθέτησε.

Ο γιος της, Πατρίκ, σήμερα γνωστός και ως Πατρίτσιο, εργάστηκε ως σχεδιαστής κοσμημάτων στη Νέα Υόρκη.

Την ίδια χρονιά, η γνωριμία της με τον Ιταλό παραγωγό Φράνκο Κριστάλντι την οδήγησε σε συμβόλαιο με το κινηματογραφικό του στούντιο, Vides Cinematografica (σήμερα Cristaldifilm), και η Κλοντ ξεκίνησε την καριέρα της ως Κλαούντια Καρντινάλε.

Η μεγάλη της επιτυχία ήρθε με την κωμική αστυνομική ταινία «Big Deal on Madonna Street», σε σκηνοθεσία Μάριο Μονιτσέλι, που κυκλοφόρησε το 1958. Ακολούθησαν σε σύντομο διάστημα σημαντικές ταινίες, όπως το «8½» του Φελίνι και «Ο Γατόπαρδος» του Βισκόντι, και οι δύο το 1963.

Το 1966 παντρεύτηκε τον Κριστάλντι στο Λας Βέγκας. Ωστόσο, η ίδια δεν θεωρούσε τον γάμο «επίσημο», όπως είπε η Σκουιτιέρι, παρόλο που ο Κριστάλντι έδωσε το επώνυμό του στον γιο της. Η Καρντινάλε χώρισε από τον Κριστάλντι γύρω στο 1975 για να ζήσει με τον σκηνοθέτη Πασκουάλε Σκουιτιέρι.

Σε μεταγενέστερες συνεντεύξεις, η Καρντινάλε περιέγραψε τη σχέση της με τον Κριστάλντι ως απολύτως ελεγχόμενη από εκείνον. Είχε λόγο σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής της και κρατούσε το μεγαλύτερο μέρος από τις αμοιβές της, όταν δανειζόταν σε Αμερικανούς κινηματογραφιστές. «Ήμουν απλώς μια υπάλληλος, σαν εργαζόμενη σε γραφείο», είχε πει στο Variety.

Η σχέση της με τον Σκουιτιέρι οδήγησε, σύμφωνα με την ίδια, σε αποκλεισμό τους από την ιταλική κινηματογραφική βιομηχανία. Εκείνη τότε έφυγε για τη Γαλλία, ώστε να ξαναρχίσει την καριέρα της, αναλαμβάνοντας δεύτερους ρόλους.

Η Καρντινάλε εμφανίστηκε σε σχεδόν δώδεκα ταινίες του Σκουιτιέρι. Μαζί απέκτησαν μια κόρη το 1979 και έμειναν ζευγάρι για 40 χρόνια, μέχρι τον θάνατό του το 2017.

«Δεν παντρεύτηκα ποτέ. Είχα μόνο έναν σημαντικό άνδρα στη ζωή μου, τον σκηνοθέτη Πασκουάλε Σκουιτιέρι», είχε δηλώσει η ίδια. «Τον αγάπησα για την εξυπνάδα του, την ομορφιά του, τον πολιτισμό του, και ήταν επίσης πολύ διασκεδαστικός και λίγο τρελός».

Πληροφορίες από New York Times