ο Γιάννης Πουλόπουλος σίγησε για πάντα
Σε ηλικία 79 ετών, ο Γιάννης Πουλόπουλος σίγησε για πάντα

Η απώλεια είναι μεγάλη, η καρδιά όλων μας ράγισε στο άκουσμα ότι ο Γιάννης Πουλόπουλος δεν είναι πια μαζί μας. Το μυαλό μας ταξίδεψε σε έρωτες ανεκπλήρωτους, στα χρόνια της αθωότητας, σε μια εποχή πιο αγνή.

Η φωνή που έχει ταυτιστεί με ορισμένες από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της ελληνικής δισκογραφίας σίγησε το βράδυ της Κυριακής. Ήταν 79 ετών και αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, προδόθηκε από την καρδιά του σε ιδιωτικό θεραπευτήριο.

Η είδηση του θανάτου του Γιάννη Πουλόπουλου βύθισε στο πένθος την οικογένεια του σπουδαίου Έλληνα τραγουδιστή, αλλά και σύσσωμο τον χώρο του ελληνικού πενταγράμμου.

Ο τραγουδιστής-σύμβολο του Νέου Κύματος αφήνει πίσω του μία τεράστια μουσική κληρονομιά, καθώς οι επιτυχίες που μέτρησε κατά τη διάρκεια της καριέρας του, είναι αναρίθμητες.

Φωνή που απογείωσε τα τραγούδια του Μίμη Πλέσσα και του Λευτέρη Παπαδόπουλου στον περίφημο «Δρόμο», τον εμπορικότερο δίσκο όλων των εποχών, με πωλήσεις που έχουν ξεπεράσει το 1.500.000 αντίτυπα, αν και δημοσιεύματα λένε ότι ο αριθμός είναι διπλάσιος….

Με κορυφαίες συνεργασίες, τη φωνή και την καλλιτεχνική ευαισθησία που μπορούσε κανείς να διακρίνει στο βλέμμα του, ο Γιάννης Πουλόπουλος μπορεί να έφυγε για τη γειτονία των αγγέλων, θα ζει όμως πάντα μέσα από μελωδίες και τραγούδια που θα θυμόμαστε πάντα.

Η αρχή και η απογείωση

Ο Γιάννης Πουλόπουλος
Είχε συνδέσει το όνομά του με κορυφαίες επιτυχίες της εποχής

Ο Γιάννης Πουλόπουλος γεννήθηκε στις 29 Ιουνίου του 1941 στην Καρδαμύλη Μεσσηνίας, στην περιοχή της Μάνης.

Οι γονείς του, μεσσηνιακής καταγωγής, κατοικούσαν στην Αθήνα, στην περιοχή του Μεταξουργείου και ύστερα μετακόμισαν στο Περιστέρι και συγκεκριμένα στην περιοχή της Αγίας Τριάδας. Σε ηλικία 5 ετών μένει ορφανός από μητέρα και μεγαλώνει με τον πατέρα του Γιώργο και τον μικρό αδερφό του Βασίλη.

Ο Γιάννης Πουλόπουλος από μικρός είχε κλίση στο τραγούδι.

Παρακινημένος από τους φίλους του, που τον άκουγαν να τραγουδάει, αλλά και έχοντας ο ίδιος μεγάλη πίστη στις φωνητικές του ικανότητες, πήγαινε στην εταιρεία Columbia το 1962 κάνοντας προσπάθειες για να πει κάποια τραγούδια που γίνονταν τότε ακροάσεις, ζητώντας να τον ακούσουν, αλλά κανείς δεν του έκλεισε κάποιο ραντεβού.

Ο Γιάννης Πουλόπουλος συνέχιζε να ζητάει ακρόαση σχεδόν καθημερινά, παρ’ όλα τα μεροκάματα που έχανε αφού δούλευε τότε σαν ελαιοχρωματιστής και οικοδόμος, ενώ παράλληλα έπαιζε ποδόσφαιρο στον Άγιο Ιερόθεο και στον Ατρόμητο. Την ίδια χρονική περίοδο φοιτούσε στη νυχτερινή σχολή ΝΤΗΖΕΛ, με ειδικότητα ηλεκτρολόγου.

Έτσι μπαίνει στο στούντιο για να ηχογραφήσει το πρώτο του τραγούδι, σε μουσική και στίχους του Μπάμπη Δαλιάνη, με τον τίτλο «Κορμί μου πονεμένο». Στην πίσω πλευρά του δίσκου 45 στροφών θα έμπαινε το τραγούδι «Στο άδειο προσκεφάλι», που όμως τελικά το πήρε επί πληρωμή ο Στέλιος Καζαντζίδης από τον συνθέτη. Τελικά το τραγούδι δεν κυκλοφορεί και μένει ως δείγμα στην Columbia. Ένας επιπλέον λόγος ήταν ότι ο Πουλόπουλος ακόμα ήταν ανήλικος και απαγορευόταν να εκδοθεί δίσκος με το αναγραφόμενο τραγούδι. Το δεύτερο τραγούδι ήταν ένα συρτοτσιφτετέλι του Πάνου Πετσά με τίτλο «Δως μου την καρδιά μου πίσω».

Κυκλοφορεί σε 45άρι και στην πίσω πλευρά είχε ένα «μπαγιό» του ίδιου του συνθέτη με την Πόλυ Πάνου και τη Βούλα Γκίκα, με τίτλο «Γεννήθηκα να σε αγαπώ». Εκείνη την περίοδο η Columbia, έχοντας στο δυναμικό της μεγάλο αριθμό άγνωστων και ανερχόμενων τραγουδιστών, αποφασίζει να κάνει εκκαθάριση και να κάνει νέες ακροάσεις, από τις οποίες θα κρατούσε 50 άτομα.

Την επιτροπή ακροάσεων αποτελούσαν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Βασίλης Τσιτσάνης και ο Γιάννης Παπαϊωάννου. Τότε ο Γιάννης Πουλόπουλος διάλεξε να πει δύο δύσκολα τραγούδια: το «Μάνα μου και Παναγιά» και το «Παράπονο». Μόλις τελείωσε, τον πλησίασε ο Μίκης Θεοδωράκης λέγοντας: «Αυτόν εγώ θα τον κάνω τραγουδιστή», και τελικά ήταν ο μόνος που πέρασε από αυτή την ακρόαση.

Ο Μίκης Θεοδωράκης του δίνει να πει τρία τραγούδια στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη Η γειτονιά των αγγέλων, που εκείνη τη χρονιά (1963) ανεβαίνει στο θέατρο Ρεξ από τον θίασο Τζένης Καρέζη–Νίκου Κούρκουλου. Τα τραγούδια αυτά ήταν τα «Στρώσε το στρώμα σου για δυο», «Δόξα τω Θεώ» και «Το ψωμί είναι στο τραπέζι».

Αυτά είναι και τα πρώτα τραγούδια που ηχογραφεί σε δίσκο ο Πουλόπουλος, τα οποία αργότερα θα δισκογραφήσει στην ίδια εταιρεία και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Εκείνη την περίοδο ηχογραφεί το ένα και μοναδικό τραγούδι με τον Σταύρο Ξαρχάκο, το «Πρωινό τραγούδι», σε στίχους Νίκου Γκάτσου, το οποίο επίσης δεν κυκλοφορεί και μένει ως δείγμα και το 1963 συμπεριλαμβάνεται στο διπλό LP Χρυσές επιτυχίες του Σταύρου Ξαρχάκου.

Ο χειμώνας του 1963 τον βρίσκει να τραγουδά στο κέντρο Ξημερώματα, στα Άνω Πατήσια, μαζί με την Καίτη Γκρέυ, τον Γιάννη Αγγέλου στο μπουζούκι και τον Γιάννη Μπουρνέλη ως κονφερασιέ. Στη συνέχεια, απομακρύνεται από την Columbia, εξαιτίας του Γρήγορη Μπιθικώτση, ο οποίος έθεσε βέτο στην εταιρεία και στους αδελφούς Λαμπρόπουλους, ότι αυτόν δεν τον ήθελε εκεί. Το 1964 κατατάσσεται φαντάρος και απολύεται το 1966.

Η συνέχεια βρίσκει τον Γιάννη Πουλόπουλο να τραγουδάει σε αρκετές μπουάτ στην Πλάκα (Το στέκι του Γιάννη, Ταβάνια, κ.ά.) Στη Λύρα ηχογραφεί ξανά τα τρία τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη και άλλα δώδεκα του ίδιου συνθέτη, όπως τα «Βράχο βράχο τον καημό μου», «Βρέχει στη φτωχογειτονιά», «Καημός» κ.ά.

Το 1965 τραγουδάει τέσσερα τραγούδια του τότε πρωτοεμφανιζόμενου Μάνου Λοΐζου, ενώ το 1966 θα τραγουδήσει σε πρώτη εκτέλεση το «Ακορντεόν», στην ταινία μικρού μήκους Αθήνα, πόλη χαμόγελο, σε σκηνοθεσία του Λάμπρου Λιαρόπουλου για το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Σχεδόν παράλληλα κάνει μεγάλη επιτυχία με το «Μη μου θυμώνεις μάτια μου», του επίσης τότε πρωτοεμφανιζόμενου Σταύρου Κουγιουμτζή.

Το 1966 τραγουδά σε συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη στο γήπεδο της ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια, μαζί με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τη Μαρία Φαραντούρη και τον πρωτοεμφανιζόμενο Δημήτρη Μητροπάνο.

Την ίδια χρονιά μπαίνει για τα καλά στη δισκογραφία. Τα 45άρια δισκάκια του κυκλοφορούν σωρηδόν και εμφανίζεται για πρώτη φορά στις κινηματογραφικές ταινίες: Οι στιγματισμένοι (1966), με τον Γιώργο Φούντα και τη Μάρω Κοντού, όπου τραγουδάει μαζί με την Ελένη Κλάδη το «Πολύ αργά» και το «Σ’ αγαπώ»· Ο τετραπέρατος (1966), με τον Κώστα Χατζηχρήστο, όπου ερμηνεύει το τραγούδι του Γιώργου Κατσαρού «Στον Πειραιά, στον Πειραιά»· Εκείνος κι εκείνη (1966), με τη Τζένη Καρέζη και τον Φαίδωνα Γεωργίτση, όπου τραγουδάει τη σύνθεση του Γιάννη Μαρκόπουλου «Ξεγυμνώστε τα σπαθιά».

 Συλλυπητήριο μήνυμα της υπουργού Πολιτισμού

Η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη, απέστειλε το δικό της συλλυπητήριο μήνυμα.

«Λίγοι, ελάχιστοι μουσικοί καλλιτέχνες, όπως ο Γιάννης Πουλόπουλος που αποχαιρετάμε σήμερα, μπορούν να κινηθούν με άνεση, ευελιξία και συναίσθημα σε τόσο διαφορετικά είδη μουσικής. Ο Γιάννης Πουλόπουλος ήταν από τους λίγους, τραγουδιστές και μουσικούς, με αυτό το σπάνιο χάρισμα» αναφέρει στο συλλυπητήριο μήνυμα η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη για την απώλεια του καλλιτέχνη.

«Με την ίδια επιτυχία ερμήνευσε Μίκη Θεοδωράκη και έργα άλλων σημαντικών Ελλήνων συνθετών» συνεχίζει η κ. Μενδώνη στο μήνυμά της και προσθέτει: «Τραγούδησε μοναδικά το Νέο Κύμα, Έλληνες και ξένους ποιητές, κλασικές σήμερα κινηματογραφικές επιτυχίες. Από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στη μουσική σκηνή, νέος και όμορφος, έδειξε ότι είχε τη στόφα πρωταγωνιστή.

Ωστόσο ήταν πρωταγωνιστής και για το ξεχωριστό του ήθος. Τόλμησε να αποχωρήσει στο απόγειο της φήμης του και να κρατήσει τις αποστάσεις που εκείνος επέλεξε, όταν αισθάνθηκε ότι οι συνθήκες στην ψυχαγωγία δεν τον εξέφραζαν, δεν άρμοζαν στις καλλιτεχνικές αρχές του. Η αισθαντική φωνή του και οι μοναδικές ερμηνείες του στα τραγούδια που επέλεγε, θα συνεχίσουν να μας συντροφεύουν. Θα μας ταξιδεύουν για πάντα συναισθηματικά. Εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένειά του και στους πολλούς φίλους του».