Η εικαστικός Άννα Σαλούστρου μιλά για τα «Περάσματα Γυναικών»

Σε μια πορεία μύησης: από την ατομική λάμψη στην κοινή ανάσα, και έως τη ρήση των πορτών: «κάθε γυναίκα είναι πέρασμα», η ζωγράφος Άννα Σαλούστρου μάς καλεί σε ένα πέρασμα ζωής, γνώσης, προστασίας, σχέσης.

Τα «Περάσματα Γυναικών», όπως είναι ο τίτλος της έκθεσης, παρουσιάζονται στο ΜΕΤΗ – Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025, με τη στήριξη της Περιφέρειας Κρήτης και του Αυτοτελούς Γραφείου Ισότητας, στο πλαίσιο της παράλληλης δράσης του 5ου Φεστιβάλ Κρήτης «Γυναίκες».

Τα εγκαίνια θα πραγματοποιηθούν σήμερα, Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου, στις 6 το απόγευμα.

«Η έκθεση -τονίζει η ζωγράφος μιλώντας στην «Π»- γεννήθηκε από την ανάγκη μου να παρατηρήσω πιο προσεκτικά τον τρόπο, που οι γυναίκες διασχίζουν τον κόσμο: άλλοτε σιωπηλά, άλλοτε φωτεινά, πάντοτε όμως με μια εσωτερική ενέργεια που μεταμορφώνει τον χώρο. Στα έργα αυτής της έκθεσης προσπάθησα να αποτυπώσω αυτές τις αόρατες διαδρομές: τις γραμμές που ξεκινούν από το σώμα και ανοίγουν δρόμους προς τα μέσα και προς τα έξω».

Η γνωστή εικαστικός αναφέρει ότι «για την ίδια η γυναικεία μορφή δεν είναι ποτέ απλώς σχήμα· είναι -εξηγεί- φάρος, μήτρα, ίχνος, παρουσία. Τα σώματα που ζωγράφισα υπάρχουν ανάμεσα σε δύο κόσμους: τον υλικό και τον άυλο. Είναι σπειροειδείς γραμμές, αναπνοές χρώματος, στιγμές φωτός που αιωρούνται. Κάθε μορφή κουβαλά ένα πέρασμα -μια κατάσταση αλλαγής, ένα σημείο όπου κάτι τελειώνει και κάτι άλλο ξεκινά.

Η ενέργεια ήταν ο άξονάς μου. Ήθελα να δείξω ότι ακόμη και όταν το σώμα δεν περιγράφεται πλήρως, η δύναμή του παραμένει αισθητή: στους παλμούς, στα παιχνίδια του χρώματος, στις κινήσεις που υπονοούνται. Οι πόρτες της έκθεσης, πραγματικά αντικείμενα μνήμης, λειτουργούν σαν κατώφλια. Μας υπενθυμίζουν ότι κάθε πέρασμα απαιτεί θάρρος: να σταθείς, να ανοίξεις, να περάσεις, να αφήσεις πίσω -ή να κρατήσεις.

Οι ενότητες της έκθεσης ακολουθούν μια εσωτερική διαδρομή: από τη μοναχική μορφή στην κοινότητα, από το προσωπικό βίωμα στη συλλογική αναγνώριση. Μέσα από μικρές λεπτομέρειες, χρωματικά πεδία και αφαιρετικές χειρονομίες, αναζητώ τον τρόπο με τον οποίο οι γυναίκες συναντούν η μία την άλλη, αλλά και τον εαυτό τους.

Το Πέρασμα δεν είναι στιγμή· είναι διαδικασία. Είναι η ζωή σε κίνηση. Με αυτή την έκθεση προσκαλώ τον θεατή να ακολουθήσει τις διαδρομές αυτών των σωμάτων και να αναγνωρίσει τα δικά του περάσματα -εκείνα που διαμόρφωσαν, πλήγωσαν ή φώτισαν την πορεία του».

Η διάβαση

«Στον πυρήνα της έκθεσης βρίσκεται η διάβαση, το πέρασμα: από το εντός στο εκτός, από την μνήμη στο παρόν, από την ατομική εμπειρία στη συλλογική.

Οι μορφές εμφανίζονται ως εικόνες ενέργειας: σώματα-φάροι παλλόμενοι.

Η ακουαρέλα αφήνει την ύλη να αναπνέει∙ διαχέεται, αποσπάται, επιστρέφει. Πάνω σ’ αυτή την ανάσα, η καμπύλη γραμμή χαράζει άξονες, σπειροειδείς γέφυρες, το γνώριμο/άγνωρο “8” του άπειρου, που ενώνει παιδί και μητέρα, παλμό και ανάσα.

Οι ενότητες επιθυμούν ν’ ακολουθήσουν ένα αφηγηματικό τόξο. Οι μεμονωμένες φιγούρες συνιστούν αρχέτυπα. Είναι “γυναίκες-πύλες” που ακτινοβολούν, σχεδόν πύρινες, με το φωτοστέφανο της καθημερινής αντοχής.

Κατόπιν εισέρχονται οι δυάδες και οι μικρές ομάδες: σιωπηλός διάλογος, χειρονομίες συνοχής, τα σώματα γίνονται ρυθμοί.

Οι σειρές των μικρών εικονογραφιών -ψηφιδωτό συλλαβών- κωδικοποιούν στιγμές τρυφερότητας, σύγκλισης και απόστασης.

Στο κέντρο: οι πόρτες-εγκατάσταση λειτουργούν όχι ως φόντο, αλλά ως ζωντανό πλαίσιο. Το ξασπρισμένο ξύλο, τα γδαρσίματα, οι απαλοιφές-επιστρώσεις, τα αποτυπώματα του χρόνου, τα τζαμωτά με τις μορφές, όπου κάθε φύλλο ανοίγει μια ξεχωριστή και κοινή ιστορία.

Η πόρτα δεν χωρίζει, συντονίζει. Αφήνει το βλέμμα να περάσει, καθώς περνά το φως απ’ το χαρτί. Είναι προσκλητήριο και σύνορο μαζί, το κατώφλι όπου η Γυναίκα εισέρχεται ή εξέρχεται της κοινότητας.

Αλλού, η ύλη εκρήγνυται σε κοσμικά σωματίδια, το μικροσκοπικό σύμπαν της ψυχής διαστέλλεται. Η μορφή υποχωρεί μορφώνοντας την καθαρή ενέργεια-εκτόξευση, ράντισμα, κηλίδες και πεδία έλξης.

Οι εικόνες δεν εικονογραφούν απλά τη θηλυκότητα· την ενεργοποιούν ως δεσμό, ως αντήχηση, ως δυνατότητα μεταμορφωτική. Αν, εν τέλει, ο θεατής εισέλθει, έχει ήδη διαβεί το κατώφλι της ενσυναίσθησης και συμμερίζεται τον κύκλο.

Εκεί, όπου η Γραμμή γίνεται Σώμα και το Σώμα γραμμένο Φως».