Γρηγόρης Μπιθικώτσης: Η γέφυρα που ένωνε το συναίσθημα με το κοινό

Ο Γρηγόρης Μπιθικωτσης γεννιέται στις 11 Δεκέμβριου 1922 στον Πειραιά, σε μια χρονική στιγμή που σηματοδοτείται  με τη άφιξη χιλιάδων προσφύγων από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο και άλλες περιοχές που κατέφτασαν και αποβιβάστηκαν στο λιμάνι του Πειραιά. Μεσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ο Μπιθικωτσης, θα συναντηθεί με το ρεμπέτικο τραγούδι, (στοιχείο καταλυτικό για τη σχέση του αυτή, η γνωριμία του με τον Μάρκο Βαμβακάρη) όμως δεν θα αργήσει να αποτελέσει με τη φωνή του βασικό εκπρόσωπο  του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού.

Ο Μπιθικώτσης έβλεπε το τραγούδι, όχι μόνο ως διασκέδαση, αλλά μέσο να μεταδοθούν συναισθήματα, ιστορία και πολιτικά μηνύματα. Το γοήτευε, όπως ο ίδιος έχει πει,  η ποιητικότητα μέσα στο τραγούδι επισημαίνοντας ταυτόχρονα την αυθεντικότατα και την ειλικρίνεια, ως κομβικά στοιχεία της ερμηνείας και της απόδοσης του τραγουδιού.

«H φωνή του Μπιθικώτση» επισημαίνει ο Μίκης Θεοδωράκης «δεν ήταν απλώς μουσική έκφραση, αλλά μια γέφυρα που ένωνε το συναίσθημα με το κοινό. Με άλλα λόγια, η ερμηνεία του είχε την ικανότητα να μεταφέρει τα βαθύτερα συναισθήματα του στίχου και της μελωδίας στους ακροατές, κάνοντας το τραγούδι ζωντανό».

Ο Μπιθικωτσης είχε μεγάλη αίσθηση ευθύνης απέναντι στη μουσική και το κοινό του. Δεν έβλεπε την ερμηνεία απλά ως επάγγελμα, ή μέσο κέρδους, αλλά ως αποστολή να μεταδώσει τα συναισθήματα και τα μηνύματα των τραγουδιών με ειλικρίνεια.

«Ο Μπιθικώτσης στο ένα χέρι κρατάει τον Βαμβακάρη, γιατί δούλεψε μαζί του, και στο άλλο τον Σεφέρη» υπογραμμίζει ο Γιώργος Νταλάρας. «Αυτό από μόνο του, ναι, είναι ένα φαινόμενο. Τον Σεφέρη και τον Ελύτη. Και από την άλλη μεριά, πορεύτηκε σε όλη του τη ζωή με όλους αυτούς τους σπουδαίους ανθρώπους της λαϊκής μας μουσικής διαδρομής. Μιλάω για τον Τσιτσανη, για τον Παπαϊωάννου και όλους τους μεγάλους»

Ένα  σημαντικό κεφάλαιο της πολυσήμαντης πορείας του Μπιθικωτση στην ελληνική μουσική σκηνή, είναι η θητεία του ως συνθέτης κομβικών λαϊκών τραγουδιών, κυρίως σε συνεργασία με τον στιχουργό Κωστα Βιρβο.  Συμπερασματικά συνέθεσε περίπου 200 τραγούδια ορισμένα εκ των οποίων έγιναν μεγάλες επιτυχίες «Ρίξε μια ζαριά καλή», «Σάντα Μαρία», «Ο κυρ Θάνος» και «Στου Μπελαμή το ουζερί». «Εγνατίας 406», Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα»

Όλα  τραγούδια που υπογράφει ο Μπιθικωτσης ως  δημιουργός, τα συνέθεσε έχοντας ως οδηγό τον στίχο, γιατί όπως ο ίδιος έχει ομολογήσει, μόνο με αυτόν τον τρόπο γεννιόταν μέσα του η μελωδία.

«Προβληματίζομαι, πολλές φορές για το πώς γράφεται ένα τραγούδι κι ας είμαι μέσα στα πράγματα». σημειώνει στην αυτοβιογραφία του. «Άλλοι λένε ότι γράφουν τη μουσική τους και τη δίνουν σ’ ένα στιχουργό να γράψει στίχους. Αυτόν τον τρόπο δεν τον βρίσκω σωστό. Και δεν έγραψα ποτέ έτσι τραγούδια. Ήθελα να έχω πάντα τους στίχους μπροστά μου. Να τους διαβάζω, να με αγγίζουν και να γράφω τη μουσική που θα μου έρθει εκείνη τη στιγμή…».