Είναι μεγάλος ο  καημός, είναι μακρύ το κύμα – Ένα πορτραίτο του Δημήτρη Χριστοδούλου

Ο Δημήτρης Χριστοδούλου θεωρούσε τον εαυτό του  τυχερό,  επειδή πρόλαβε να ζήσει έστω και λίγο σε μια εποχή όπου όλα ήταν αυτοθυσιαζόμενα και υπέροχα,  Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οπλισμένος  με μια ιδιότυπη δικαιοσύνη, μια δικαιοσύνη καταδίκη του, δικαιοσύνη της  χαρμολύπης θα την έλεγα , γράφει ποιήματα , μυθιστορήματα,   θεατρικά έργα και  στίχους τραγουδιών. Με τα ποιήματα και τους στίχους του, ο Χριστοδούλου, δεν δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση προς το στοχασμό,  απευθύνεται κυρίως προς το αίσθημα και επιδιώκει την άμεση συγκίνηση, δίνοντας διέξοδο σε πολλά αισθήματα τρυφερότητας, με την αφετηρία της γραφής του να  πηγάζει από μια άμεση εμπειρία, από μια πραγματική εντύπωση. Ο σημαντικός αυτός ποιητής και στιχουργός,  είδε από νωρίς ότι η οδύνη του ανθρώπου έρχεται από πολύ μακριά , κατι  που συνεχίζεται στις μέρες μας και όπως φαίνεται θα συνεχιστεί και στο μέλλον,. Παρά τις πικρίες του, παρέμενε νηφάλιος και αγγελικός, αποτραβηγμένος από τα ανούσια και ψεύτικα, αλλά όχι μακριά από την ιδία την ζωή.

Ο Χριστοδούλου γράφει στίχους, σε καιρούς που δεσπόζει ο λόγος του Νίκου Γκάτσου. Κι ενώ οι περισσότεροι στιχουργοί κρυφοκοιτάζουν τη γραφή του ποιητή  της Αμοργού, ο Χριστοδούλου γεμάτος αδρό πόνο, με  πίστη και ανθρωπιά  και με  νευρώδη αξιοπρέπεια,  ορθώνει ένα στιχουργικό ανάστημα εντελώς προσωπικό.

«Ο Χριστοδούλου» σημειώνει  ο Βασίλης Βασιλικός, συμβόλιζε τον αρχαίο ποιητή που κατεβαίνει στην αγορά και συνδιαλέγεται με τους πολίτες. Βουλεύεται μαζί τους,  και συμμετέχει στα κοινά , πέρα από το κείμενο και με την ακατάλυτη και τόσο δική μας παράδοση του προφορικού λόγου. Και μιλούσε όμορφα, προσθέτει ο Β  Βασιλικός.  Σε άπταιστα ελληνικά, έγραφε μιλώντας. Ο Χριστοδούλου φύλαγε πάντα σκοπός σε παραμεθόριο φυλάκιο. Παρακολουθούσε τις κινήσεις του εχθρού , προσπαθούσε  να προβλέψει την επόμενη κίνηση του , τόνωνε όσους κουράζονταν και αγρυπνούσε»

Ο Χριστοδούλου είδε από νωρίς, ότι η οδύνη του ανθρώπου έρχεται από πολύ μακριά , κατι  που συνεχίζεται στις μέρες μας και όπως φαίνεται θα συνεχιστεί και στο μέλλον,. Παρά τις πικρίες του, παρέμενε νηφάλιος και αγγελικός, αποτραβηγμένος από τα ανούσια και ψεύτικα, αλλά όχι μακριά από την ιδία την ζωή. Αγάπησε το θαυμαστό , τα είδε όλα σε μεγάλα σχήματά, ο κόσμος του έχει διαστάσεις κι ένα πολλές  φορές ηρωικό μέγεθος. 

«Ο Χριστοδούλου» θα πει ο Μανωλης Αναγνωστακης «και στη ποίηση του και στο τραγούδι του ηρθε με ήθος ολότελα δικό του, με πίστη και ανθρωπιά,  με την νευρώδη αξιοπρέπεια ενός ανθρώπου με μέταλλο κοινωνικής φωνής» 

«Πιστεύω» ,  γράφει ο Χριστοδούλου τον Αύγουστο του 1979 στα Νέα, «πως ένα δρόμος για το πολιτικό τραγούδι στη χωρά μας είναι, να θυμηθεί ποιος είναι αυτός ο χώρος, το χώμα του, τα θεμέλια του, να τον προβάλλει καλλιτεχνικά και να αντιτάξει με τις πολιτιστικές του διαδικασίες  το πρόσωπο μας , απέναντί στη μάσκα του ευτυχισμένου που μας προτείνουν»