Ο καθηγητής Καραγιώργης με ευρήματα του Κοκκινόκρεμου της Πύλας
Ο καθηγητής Καραγιώργης με ευρήματα του Κοκκινόκρεμου της Πύλας

Ο κορυφαίος Κύπριος αρχαιολόγος και  λάτρης της Κρήτης Βάσος Καραγιώργης, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 92 ετών,  έπειτα από πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε.

Μάλιστα, η σχέση του με το νησί μας είχε ως καρπό το  βιβλίο «Κυπριακά στην Κρήτη», που προέκυψε από την εκπόνηση  του ομώνυμου  προγράμματος  του Ίδρύματος  Αναστάσιος Γ. Λεβέντης.

Το βιβλίο  επιμελήθηκαν  ο εκλιπών  και η Δρ. Αθανασία Κάντα, Επίτιμη  Διευθύντρια  Αρχαιοτήτων  της Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου, Γενική  Γραμματέας της Μεσογειακής Αρχαιολογικής Εταιρείας και  Διευθύντρια  του Κέντρου Μελέτης της Εταιρείας για τον  Κρητικό και Μεσογειακό Πολιτισμό.

Οι σχέσεις μεταξύ Κύπρου και Κρήτης, τόσο οι πολιτιστικές όσο και οι εμπορικές, προκάλεσαν το ενδιαφέρον των μελετητών ήδη από τον 19ο αιώνα, όταν ο Sir Arthur Evans διέγνωσε τον μινωικό χαρακτήρα της γραφής που ονόμασε κυπρομινωική, η οποία εμφανίζεται στην Κύπρο γύρω στο 1500 π.Χ. Επίσης, κρητικά αντικείμενα αναφέρονται στις εκθέσεις ανασκαφών στην Κύπρο, που χρονολογούνται κυρίως από τον 16ο έως τον 13ο αιώνα π.Χ.

Όμως, πολύ λίγα στοιχεία ήταν γνωστά για κυπριακά και κυπριάζοντα αντικείμενα που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια ανασκαφών στην Κρήτη.

Το ερευνητικό πρόγραμμα Κυπριακά στην Κρήτη ήταν  μια ομαδική προσπάθεια Κυπρίων, Κρητών και ξένων αρχαιολόγων, με συντονιστές τον Βάσο Καραγιώργη και την Αθανασία Κάντα, να συγκεντρώσουν όλα τα κυπριακά αντικείμενα που εισήχθησαν στην Κρήτη, περίπου από το 2000 π.Χ. έως τον 6ο αιώνα π.Χ. Περιλαμβάνονται κυρίως κεραμικά, χάλκινα αντικείμενα, τάλαντα χαλκού, καθώς και κοσμήματα, όλα κυπριακής κατασκευής, αλλά και τοπικές απομιμήσεις, καταδεικνύοντας το εύρος της επίδρασης της Κύπρου στην Κρήτη, που έφθασε στο ύψιστο επίπεδο τον 8ο – 7ο αιώνα π.Χ.

Το μεγαλύτερο μέρος του υλικού δημοσιεύτηκε στην αγγλική γλώσσα στον τόμο «Κυπριακά στην Κρήτη» για πρώτη φορά.

Τη λύπη της εκφράζει η Μεσογειακή Αρχαιολογική Εταιρεία

Πύλα-Κοκκινόκρεμος - Μυκηναϊκός κρατήρας  με άλογα και ιπποκόμο

Σε ανακοίνωση του ο Πρόεδρος, η Γενική Γραμματέας και το Διοικητικό Συμβούλιο της Μεσογειακής Αρχαιολογικής Εταιρείας εκφράζουν τη βαθιά τους λύπη για την απώλεια του διακεκριμένου παγκοσμίως αρχαιολόγου Καθηγητή και φίλου Βάσου Καραγιώργη.

“Θα τον θυμόμαστε” -αναφέρουν ο πρόεδρος  Ομ. Καθηγητής Ν. Χρ. Σταμπολίδης και Προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης Μουσείο Ακρόπολης και η  Γενική Γραμματέας Δρ. Αθανασία Κάντα, Επίτιμη Διευθύντρια Αρχαιοτήτων Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου- πάντα “με αγάπη και ιδιαίτερα για τη συμβολή του στην Μεσογειακή Αρχαιολογική Εταιρεία, γιατί «ότι θυμάμαι υπάρχει και ότι ξεχνώ πεθαίνει».

Ποιος ήταν

“Ακάματος και ακαταπόνητος, χαρισματικός, με απαράμιλλες ηγετικές ικανότητες, γενναιόδωρος, ευρηματικός και ευφάνταστος, άνθρωπος των έργων και των πράξεων, ομηρικά φιλόξενος, βαθύς γνώστης της κυπριακής, και όχι μόνο, αρχαιολογίας, και με ένα μεγάλο όραμα για την προβολή και μελέτη της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου, αφήνει πίσω του τεράστιο και αθάνατο έργο.

Πύλα -Κοκκινόκρεμος,  πινακίδα  κυπρο-μινωικής επιγραφής
Πύλα -Κοκκινόκρεμος,

Άνθρωπος με παιδεία και καλλιέργεια, με στέρεες σπουδές και μια αξεπέραστη επιστημονική παραγωγή, αφήνει πίσω του έργο που θα μείνει ανεξίτηλο στην μνήμη όλων μας” αναφέρει  η καθηγήτρια Λίνα Κασσιανίδου, για τον πρώτο Καθηγητή Αρχαιολογίας και ιδρυτή της Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Ο Βάσος Καραγιώργης σπούδασε αρχαιολογία στο Ινστιτούτο Αρχαιολογίας του Λονδίνου από το 1948-1952. Από το ίδιο πανεπιστήμιο έλαβε και τον διδακτορικό του τίτλο το 1957.

Με την ολοκλήρωση των σπουδών του επέστρεψε στην Κύπρο και ξεκίνησε μια λαμπρή καριέρα, αρχικά ως αρχαιολόγος στο Τμήμα Αρχαιοτήτων, το οποίο και υπηρέτησε για 37 χρόνια. Το 1963 διαδέχθηκε τον Πορφύριο Δίκαιο στην θέση του Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας.

Πύλα-Κοκκινόκρεμος, μινωικός αμφοροειδής κρατήρας  με κυνήγι άγριου ταύρου
κυπρο-μινωικής επιγραφής

Την θέση αυτή διατήρησε έως την συνταξιοδότησή του, το 1989. Κατά την περίοδο αυτή το Τμήμα Αρχαιοτήτων πραγματικά άνθισε: Τα μνημεία της Κύπρου αποκαλύφθηκαν και αναδείχθηκαν, ενώ ιδρύθηκαν αρχαιολογικά μουσεία σε όλες τις επαρχίες του νησιού. Με την εξουσία που του έδινε ο Περί Αρχαιοτήτων Νόμος, ο Βάσος Καραγιώργης έδωσε πολλές μάχες για να σώσει αρχαιότητες οι οποίες κινδύνευαν από τη μεγάλη οικοδομική ανάπτυξη που έφερε η εκτόξευση της τουριστικής βιομηχανίας μετά την Ανεξαρτησία.

Όμως η πιο μεγάλη μάχη που έδωσε, και κέρδισε, ήταν η ανάδειξη της Κυπριακής Αρχαιολογίας στο πλαίσιο της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας”.

Τελευταία του προσφορά στα κοινά η συμμετοχή στην τετραμελή επιτροπή που ίδρυσε την Κυπριακή Ακαδημία επιλέγοντας τα πρώτα μέλη.

Ο γεννημένος  στο Τρίκωμο της Κύπρου στις 29/04/1929 έφερε στο φως ολόκληρο το κοίλο του θεάτρου της Αρχαίας Σαλαμίνας , ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα της ανατολικής Μεσογείου με διάμετρο της ορχήστρας 27,5 μέτρα.

Ανασκαφή στον Κοκκινόκρεμο της Πύλας Λάρνακας Κύπρου

Η Δρ. Αθανασία Κάντα ανέσκαψε τη μυκηναϊκή ακρόπολη του Κοκκινόκρεμου της Πύλας στην Λάρνακα Κύπρου μαζί με τον Καθηγητή Βάσο Καραγιώργη.

Ο εκλιπών και η Δρ. Αθανασία Κάντα, επίτιμη διευθύντρια Αρχαιοτήτων της Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου, είχαν συγγράψει το βιβλίο  “Κυπριακά στην Κρήτη” στο πλαίσιο ερευνητικού προγράμματος
με κυνήγι άγριου ταύρου

Ο εκλιπών και η Δρ. Αθανασία Κάντα, επίτιμη διευθύντρια Αρχαιοτήτων της Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου, είχαν συγγράψει το βιβλίο  “Κυπριακά στην Κρήτη” στο πλαίσιο ερευνητικού προγράμματος
Πύλα-Κοκκινόκρεμος, μινωικός αμφοροειδής κρατήρας
Η θέση αυτή έχει καίρια σημασία για τις ιστορικές εξελίξεις στο τέλος της Εποχής του Χαλκού για την Νότιο-Ανατολική Μεσόγειο καθώς έχουν έρθει στο φως αντικείμενα από τη μινωική Κρήτη, την ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου, καθώς και από την Αίγυπτο, τη Συροπαλαιστίνη και τη Δυτική Μεσόγειο. Φαίνεται ότι σχετίζεται με τη δραστηριότητα των λεγόμενων «Λαών της Θάλασσας» που αναφέρουν οι αιγυπτιακές πηγές.

Ένα χαρακτηριστικό τέτοιων ακροπόλεων είναι η σύντομη χρονική διάρκεια κατοίκησης από τα τέλη του 13ου αιώνα μέχρι περίπου τα μέσα του 12ου αιώνα π. Χ. Αντίστοιχες ακροπόλεις στην Κρήτη είναι η Καστροκεφάλα Αλμυρού Ηρακλείου και ο Κάστελλος στην Ορνέ Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου.