Ο Γιώργος Σεφέρης, όπως και αρκετοί άλλοι συγγραφείς της νεότερης λογοτεχνίας μας (Καβάφης, Βάρναλης, Βενέζης, Εμπειρίκος) προέρχεται από τον περιφερειακό ελληνισμό. Γεννήθηκε μαζί με τον εικοστό αιώνα, το 1900 στη Σμύρνη, και μάλιστα σε σημαδιακή ημερομηνία. 29 Φεβρουαρίου (με το παλιό ημερολόγιο), γεγονός στο οποίο αναφερόταν κάθε τόσο με τρόπο χιουμοριστικό.
Όταν στα 1939 συναντήθηκε με τον Χένρυ Μίλλερ, ο Αμερικανός συγγραφέας τον ρώτησε πόσων χρονών είναι, και ο Σεφέρης απάντησε πως σε μερικούς μήνες θα γιόρταζε τα δέκατα γενέθλια του!!
Η πρώτη κριτική που γράφεται για τον Σεφέρη ήταν αυτή του Αρίστου Καμπανη, με αφορμή την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του Σεφέρη με τίτλο «Στροφή» Ο Καμπανης ήταν δημοσιογράφος και λογοτέχνης.
Το κριτικό σημείωμα του για τη «Στροφή», δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Εργασία στις 30 Μαΐου 1931. «Ο άγνωστος μου ποιητής Γιώργος Σεφέρης», γράφει ο Καμπάνης, «δε μοιάζει με τους εδώ ποιητές. Αποζητάει τον καθαρό λυρισμό, τη μουσική πρωτολάλητη ποίηση.
Είναι συχνά αινιγματικός ασυνάρτητος. Αν δεν είναι ένας τρελός που απηχεί σε στίχους, τους σκοτεινούς Γάλλους συμβολιστάς, αν δεν είναι ένας πολύ ηλικιωμένος, θα είναι ο ποιητής της αύριον».
Η ποίηση του Σεφέρη, επισημαίνει ο Μάρκος Αυγέρης, εμφανίζεται με τη μεγάλη κρίση της εθνικής μας ζωής, ύστερα από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο κι ύστερα από την καταστροφή του ασιατικού ελληνισμού, που είναι μια από τις μεγαλύτερες της ιστορίας μας.
Φέρνει τη σφραγίδα αυτής της κρίσης και το αίσθημα αυτής της καταστροφής τη γεμίζει ολόκληρη.
«Έφτασα στην Αθήνα, τον καιρό που άρχιζε ο μεγάλος Διχασμός» γράφει ο Σεφέρης στο βιβλίο του Δοκιμές. «Δεν πρόφτασα να νιώσω μήτε αγάπη μήτε υπόληψη για τον Κωνσταντίνο. Έπειτα ήρθαν τα «Νοεμβριανά» που μου θύμισαν καταπληκτικά τα καμώματα των Τούρκων. Για τους ανθρώπους του Κωνσταντίνου εμεις που ερχόμασταν από το σκλαβωμένο Έθνος, που είχαμε ανατραφεί μόνο με μια λαχτάρα, την Ελλάδα, ήμασταν Τουρκόσποροι. Στην πολιτική μου ζωή, συνεχίζει ο Σεφέρης, ένιωσα τις περισσότερες φορές μεγάλη αηδία. Όμως ποτέ δεν έπαψα να δίνω, με ολη τη θέρμη της καρδιάς μου, την πίστη μου στον ελληνισμό, που είναι η άλλη όψη του ανθρωπισμού μου, όπως τον έπλασαν τουλάχιστο ο χαρακτήρας μου και οι συμπτώσεις της ζωής. Τον ελληνισμό τον έβλεπα να κατέχει ένα μεγάλο χώρο. Όσο για τους σύγχρονους ελλαδικούς φορείς του, αισθανόμουνα πως τον υπηρετούσαν καλυτέρα οι αδίδαχτοι από τους σπουδασμένους. Και είναι αλήθεια, πως μου έτυχε να συναντήσω ανάμεσα στο λαό πραγματικούς άρχοντες».
«Στις 25 Οκτωβρίου 1963, μια εβδομάδα πριν από τις κρίσιμες εκλογές της 3η ς Νοεμβρίου, το Βήμα, μοιράζει το πρωτοσέλιδο του σε δυο ειδήσεις και σε δυο αντίστοιχες φωτογραφίες: αριστερά, με κεφαλαία, η θριαμβευτική διαδρομή «από Θηβών μέχρι Λαμίας» του Παπανδρέου. Δεξιά, με πεζά, « Το Νόμπελ λογοτεχνίας εις τον ποιητην Σεφέρην» με τη γνωστή φωτογραφία του μπροστά στη βιβλιοθήκη της οδού Άγρας, με ένα βιβλίο στο χέρι να κάνει πως διαβάζει».
Με αυτή την εισαγωγή ξεκινά τη περιγραφή του ο καθηγητής Γιώργος Γιατρομανωλάκης στη εφημερίδα το Βημα στις 26 Οκτωβρίου 2003, αναφερόμενος στον τρόπο που ο ελληνικός τύπος υποδέχτηκε την μεγάλη διάκριση για τον Σεφερη με το βραβείο Νόμπελ.
«Όταν ο Σεφέρης παραλαμβάνει το βραβείο στη Σουηδία» προσθέτει ο Γ Γιατρομανωλάκης «η Ένωση Κέντρου εχει κερδίζει τις εκλογές, ενώ αρχηγός της ΕΡΕ είναι ο Κανελλόπουλος. Την τελετή της απονομής περιγράφει στο Βήμα (11-12-1963) ο «ανταποκριτής» Γ. Π. Σαββιδης.
Όπως θυμάται ο Σαββιδης, επειδή υποψιαζόταν ότι η επιστροφή του Σεφέρη από τη Στοκχόλμη θα συνοδευόταν από «μουγκαμάρα» τηλεγραφεί υποδεικνύοντας την οργάνωση κάποιας υποδοχής.
Στο αεροδρόμιο τους υποδέχονται δυο γυναίκες, γράφει ο Σαββίδης «η μάνα μου και η Ιωάννα Τσατσου» κανείς άλλος. Η θριαμβευτική υποδοχή του Σεφέρη, γίνεται οκτώ χρονιά μετα την επιστροφή του από τη Σουηδία.
Το απόγευμα της κηδείας του (22 Σεπτεμβρίου 1971) αυτόκλητος, σύσσωμος ο αθηναϊκός λαός, υποδέχεται τον ποιητή του, ενώ ο ίδιος ειχε ήδη αναχωρήσει μια ημέρα πριν»
