Μία αρχαιολογική ομάδα ανακάλυψε μια πόλη που χρονολογείται μεταξύ του 3ου και του 7ου αιώνα μ.Χ. και αποτελούσε ένα από τα πρώτα κέντρα χριστιανισμού, ανακαλύφθηκε στην όαση Χάργκα της δυτικής Αιγύπτου, σύμφωνα με το Υπουργείο Τουρισμού και Αρχαιοτήτων της χώρας.
Μεταξύ των ευρημάτων ήταν σπίτια από πλίνθους, τάφοι, εκκλησίες και μια τοιχογραφία που απεικονίζει τον Ιησού Χριστό να θεραπεύει τους αρρώστους. Οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης μεγάλα πήλινα αγγεία που χρησιμοποιούνταν κάποτε για την αποθήκευση σιτηρών και τροφίμων, καθώς και φούρνους, θραύσματα αγγείων, γυάλινα και πέτρινα αντικείμενα και ταφικούς χώρους. Τα μεγαλύτερα κτίρια στον χώρο ήταν δύο εκκλησίες.
Σύμφωνα με το Art News, η ανακάλυψη, που ανακοινώθηκε την περασμένη εβδομάδα, έγινε από μια αρχαιολογική ομάδα που συνεργάζεται με το Ανώτατο Συμβούλιο Αρχαιοτήτων της κυβέρνησης.
Πολιτιστική και θρησκευτική ποικιλομορφία
Το υπουργείο ανέφερε ότι ο χώρος κατοικήθηκε για πρώτη φορά τον 3ο αιώνα π.Χ., κατά την πτολεμαϊκή περίοδο της Αιγύπτου. Κατά τους επόμενους αιώνες, εξελίχθηκε σε πόλη και έγινε ένα από τα πρώτα κέντρα του χριστιανισμού, καθώς η περιοχή απομακρυνόταν από τις παγανιστικές πεποιθήσεις. Πολλά κτίρια από την πτολεμαϊκή και την πρώιμη ρωμαϊκή περίοδο επαναχρησιμοποιήθηκαν κατά τις μεταγενέστερες εποχές.
«Αυτή η ανακάλυψη αντικατοπτρίζει τον πλούτο και την ποικιλομορφία του αρχαίου αιγυπτιακού πολιτισμού κατά τη διάρκεια κρίσιμων και σημαντικών ιστορικών περιόδων», δήλωσε ο Σέριφ Φάθι, υπουργός Τουρισμού και Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου, σε μια ανακοίνωση. Πρόσθεσε ότι «ενισχύει την κατανόηση της περιόδου της θρησκευτικής μεταμόρφωσης στην Αίγυπτο και υπογραμμίζει την ανεκτικότητα και την πολιτιστική και θρησκευτική ποικιλομορφία που χαρακτήριζαν τον αιγυπτιακό πολιτισμό».
Ο Μοχάμεντ Ισμαήλ Χαλέντ, γενικός γραμματέας του Ανώτατου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων, τόνισε τη σημασία των δυτικών οάσεων της Αιγύπτου ως «κέντρου θρησκευτικής και κοινωνικής ζωής σε διάφορες εποχές».