Η Ελλάδα χάνει 30% νερό από τα συστήματα ύδρευσης

Προειδοποίηση για τις ξηρασίες που γίνονται όλο και πιο συχνές και πιο έντονες απευθύνει σε παγκόσμιο επίπεδο -αλλά και ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα- ο ΟΟΣΑ.

Η κατάσταση που διαμορφώνεται είναι τόσο σοβαρή που επηρεάζει μεταξύ άλλων άμεσα τη διαθεσιμότητα νερού, με τον Οργανισμό να ζητά άμεσες ενέργειες για την αναπλήρωση των υδάτων στο περιβάλλον. Όπως προειδοποιεί, χωρίς τέτοιες κρατικές παρεμβάσεις χώρες όπως –ειδικά- η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία θα βρεθούν αντιμέτωπες με σημαντική μείωση στην αναπλήρωση των υπόγειων υδάτων.

Με βάση τα στοιχεία που επικαλείται ο ΟΟΣΑ στην τελευταία του έκθεση για τις Παγκόσμιες Προοπτικές Ξηρασίας 2025 που μόλις δόθηκε στη δημοσιότητα, το ποσοστό του νερού που πάει χαμένο από τα συστήματα ύδρευσης στην Ελλάδα πλησιάζει το 30%. Η χώρα μας βρίσκεται στο μέσο περίπου της σχετικής παγκόσμιας κατάταξης, όπως φαίνεται και από το σχετικό γράφημα που παρουσιάζει ο Οικονομικός Ταχυδρόμος.

Η Ελλάδα βρίσκεται σε καλύτερη θέση από χώρες όπως η Ουγγαρία, η Σλοβενία και η Πορτογαλία, αλλά και η Ρουμανία, η Ιρλανδία και η Βουλγαρία που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα. Βρίσκεται επίσης σε χειρότερη θέση από χώρες όπως η Πολωνία, η Ισπανία και η Βρετανία και σε πολύ χειρότερη θέση από χώρες όπως η Γερμανία, η Δανία και η Εσθονία.

Συχνότητα και ένταση ξηρασίας

Αναφορικά με τα στοιχεία για τα εδάφη με αυξημένη συχνότητα ξηρασίας η Ελλάδα βρίσκεται ψηλά στην κατάταξη με το ποσοστό των εδαφών αυτών να φτάνει το 87% σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Όσον αφορά την ένταση της ξηρασίας, τα εδάφη στην Ελλάδα που αντιμετωπίζουν τέτοιο φαινόμενο φτάνουν το 52%. Τα στοιχεία αυτά αφορούν τη μέση συχνότητα ανάμεσα στα έτη 1950 και 2000 και μεταξύ 2000 και 2020, αναφέρει ο Οργανισμός. Ειδικά τα τελευταία χρόνια όμως, η κλιματική αλλαγή έχει κάνει πιο δύσκολη την κατάσταση.

Η αφαλάτωση

Βιώσιμη λύση για περιοχές με περιορισμένη ή μειωμένη παροχή γλυκού νερού προσφέρει η αφαλάτωση, υπό την προϋπόθεση ότι θα αντιμετωπιστούν οι αρνητικές παρενέργειες. Αυτή η πρακτική περιλαμβάνει την αφαίρεση αλάτων από το θαλασσινό νερό και το υφάλμυρο νερό για την παραγωγή γλυκού νερού και ως εκ τούτου χρησιμοποιείται συχνά σε περιοχές με περιορισμένους πόρους γλυκού νερού αλλά άφθονη πρόσβαση σε θαλασσινό νερό. Για παράδειγμα, στη Μέση Ανατολή, έως και 90% του πόσιμου νερού προέρχεται από αφαλατωμένο θαλασσινό νερό. Το Ισραήλ έχει επενδύσει σημαντικά σε τεχνολογίες αφαλάτωσης, με πάνω από το 80% της αστικής παροχής νερού να προέρχεται πλέον από μονάδες αφαλάτωσης, επισημαίνεται.

Στην Ευρώπη, η αφαλάτωση χρησιμοποιείται ευρέως στην περιοχή της Μεσογείου –ειδικά σε χώρες όπως οι Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία- ως συμπληρωματική πηγή, κυρίως για την αντιμετώπιση της εποχιακής ή τοπικής λειψυδρίας στις παράκτιες περιοχές, αναφέρει ο ΟΟΣΑ.

Καμπανάκι σε παγκόσμιο επίπεδο

Οι ξηρασίες γίνονται ολοένα και πιο συχνές και σοβαρές παγκοσμίως, προειδοποιεί η έκθεση. Η έκθεση δείχνει ότι η παγκόσμια χερσαία έκταση που επηρεάζεται από την ξηρασία διπλασιάστηκε μεταξύ 1900 και 2020, με το 40% του πλανήτη να βιώνει αυξημένη συχνότητα και ένταση ξηρασίας τις τελευταίες δεκαετίες.

Ο αυξανόμενος κίνδυνος ξηρασίας πηγάζει από συνδυασμό παραγόντων, με την κλιματική αλλαγή στον πυρήνα, σημειώνεται. Οι αυξανόμενες θερμοκρασίες αυξάνουν την εξάτμιση υδάτων, διαταράσσουν τα πρότυπα βροχόπτωσης και μειώνουν τα αποθέματα χιονιού και παγετώνων. Ως παράδειγμα αναφέρεται ότι η κλιματική αλλαγή έκανε έως και 20 φορές πιο πιθανά το 2022 φαινόμενα ξηρασίας στην Ευρώπη. Αύξησε επίσης την πιθανότητα διαρκούς ξηρασίας στη Βόρεια Αμερική κατά 42%. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι σε ένα σενάριο ανόδου των θερμοκρασιών κατά 4°C, οι ξηρασίες θα μπορούσαν να γίνουν έως και επτά φορές πιο συχνές και έντονες σε σύγκριση με ένα σενάριο χωρίς κλιματική αλλαγή.

Το κόστος της ξηρασίας

Η νέα ανάλυση του ΟΟΣΑ κάνει λόγο για απότομη αύξηση του οικονομικού κόστους της ξηρασίας, με τις ζημιές να αυξάνονται παγκοσμίως με ετήσιο ρυθμό 3% με 7,5%. Καθώς η λειψυδρία πλήττει ολόκληρους κλάδους και διαταράσσει το εμπόριο, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι «ένα μέσο συμβάν ξηρασίας το 2025 είναι τουλάχιστον διπλάσιο από ό,τι το 2000, ενώ μέχρι το 2035 το κόστος αναμένεται να είναι τουλάχιστον 35% υψηλότερο από ό,τι σήμερα».

Η γεωργία είναι ο τομέας που επηρεάζεται περισσότερο. Σε ιδιαίτερα ξηρά έτη, οι αποδόσεις των καλλιεργειών μπορούν να μειωθούν έως και 22%, ενώ ο διπλασιασμός της διάρκειας της ξηρασίας θα μπορούσε να μειώσει την παραγωγή βασικών καλλιεργειών όπως η σόγια και το καλαμπόκι έως και 10%, εκτιμάται.

Οι ξηρασίες μπορούν να μειώσουν τον όγκο του εμπορίου μέσω ποταμών έως και 40% και να μειώσουν την υδροηλεκτρική παραγωγή κατά περισσότερο από 25%, επηρεάζοντας τις αλυσίδες εφοδιασμού και τη διαθεσιμότητα της ενέργειας.

Ο ανθρώπινος αντίκτυπος της ξηρασίας είναι εξίσου σοβαρός. Παρά το γεγονός ότι αντιπροσωπεύουν μόνο το 6% των φυσικών καταστροφών, οι ξηρασίες προκαλούν το 34% όλων των θανάτων που σχετίζονται με καταστροφές και επιδεινώνουν τον εκτοπισμό και τη μετανάστευση, ιδίως στην Υποσαχάρια Αφρική. Συνολικά, αυτές οι επιπτώσεις μπορούν να προκαλέσουν πολιτική αστάθεια, κοινωνική αναταραχή και γεωπολιτικές εντάσεις λόγω σπάνιων πόρων, προσθέτει ο Οργανισμός.

Πηγή: ot.gr