Ο ρυθμός αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να προσδιοριστεί κατάλληλα, ώστε να μην ενισχυθεί η οικονομική επιβράδυνση και να μην απειληθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, προειδοποίησε χθες η υποδιοικήτρια της Τραπέζης της Ελλάδος, Χριστίνα Παπανικολάου, μία ημέρα πριν ανακοινώσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την απόφασή της για τη νέα αύξηση των επιτοκίων.
Όπως ανέφερε η ίδια, μιλώντας στο 6ο Συνέδριο Προσομοίωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από την Get Involved, το εγχείρημα είναι ιδιαίτερα δύσκολο, καθώς η νομισματική πολιτική θα πρέπει να εμπνέει σταθερότητα και εμπιστοσύνη ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει έγκαιρα στον στόχο του.
«Σε αυτήν την προσπάθεια είναι σημαντικό να προχωρήσουμε σταδιακά και με σύνεση. Όπως εύστοχα παρατήρησε ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, “σε ένα σκοτεινό δωμάτιο κινείσαι με πολύ μικρά βήματα. Δεν τρέχεις, αλλά πάντως κινείσαι”».
Η κ. Παπανικολάου υποστήριξε ότι κατά τη λήψη των αποφάσεων της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να συνεκτιμώνται διάφοροι παράγοντες όπως:
– Πρώτον, ο αυξημένος κίνδυνος να οδηγηθεί η ζώνη του ευρώ σε ύφεση.
– Δεύτερον, οι καθυστερήσεις με τις οποίες οι ήδη ληφθείσες αποφάσεις μεταδίδονται στον πληθωρισμό και το προϊόν, καθώς θα χρειαστεί χρόνος έως ότου εκδηλωθούν πλήρως στην οικονομία οι επιδράσεις των μέτρων ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι η επίδραση των μέτρων που λαμβάνονται τώρα μπορεί να εκδηλωθεί όταν -πλέον- οι πληθωριστικές πιέσεις θα έχουν, ενδεχομένως, αρχίσει να υποχωρούν.
– Τρίτον, το γεγονός ότι ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ προέρχεται -κατά κύριο λόγο- από διαταραχές στην πλευρά της προσφοράς.
– Τέταρτον, το γεγονός ότι η παρούσα συγκυρία χαρακτηρίζεται από συγχρονισμένη αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής διεθνώς, οδηγώντας δυνητικά σε συνέργειες που ενισχύουν τους προαναφερθέντες παράγοντες μείωσης του πληθωρισμού.