ΟΟΣΑ

Η τάση του ελληνικού χρέους έως το 2060 είναι ευνοϊκή, παρά την αύξησή του στη διάρκεια της πανδημίας, σύμφωνα με μελέτη του ΟΟΣΑ που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα.

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της μελέτης, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα του ΟΟΣΑ, η οποία δεν χρειάζεται να λάβει δημοσιονομικά μέτρα για να αποτρέψει μία αύξηση του χρέους της.

Το αποτέλεσμα αυτό, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, οφείλεται εν μέρει στη μείωση της δημόσιας συνταξιοδοτικής δαπάνης μετά τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις και εν μέρει στο σχετικά υψηλό αρχικό διαρθρωτικό πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας. Η δημοσιονομική πίεση λόγω των υψηλότερων δαπανών που θα κάνει η Ελλάδα στο μέλλον για τόκους του δημόσιου χρέους καθώς και λόγω των υψηλότερων δαπανών για υγειονομική περίθαλψη αντισταθμίζεται από τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης και άλλων παραγόντων που επηρεάζουν τη δυναμική του δημόσιου χρέους.

Η πρόβλεψη για την ελληνική οικονομία είναι ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξής της στη δεκαετία 2020-2030 θα διαμορφωθεί στο 1,3% και στην περίοδο 2030-2060 στο 1,2% έναντι 1,3% και 1,1%, αντίστοιχα, για την οικονομία της Ευρωζώνης. Η πρόβλεψη για επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης ισχύει συνολικά για τις χώρες του ΟΟΣΑ και αντανακλά εν μέρει την επιβράδυνση της αύξησης του πληθυσμού τους, σύμφωνα με τη μελέτη.

Ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι στην περίπτωση που τα επιτόκια αυξηθούν σημαντικά σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα, η δημοσιονομική πίεση από τις αυξημένες δαπάνες για τόκους θα είναι σημαντικά υψηλότερη στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες με υψηλό χρέος.