Την 1η Μάη 2025 σας καλούμε στον δρόμο για να διαδηλώσουμε για μειώσεις ενοικίων τώρα», ανέφερε σε ανακοίνωσή του το υπό σύσταση σωματείο ενοικιαστών Αθήνας. Τον περασμένο μήνα οι κάτοικοι της Κυψέλης οργάνωσαν πορεία ενάντια στις εξώσεις και στα Airbnb. Πέρυσι εκατοντάδες κάτοικοι έκαναν την… κηδεία της πρώτης κατοικίας στο Μεταξουργείο. Πρόσφατα συστήθηκε και επίσημα το σωματείο ενοικιαστών Θεσσαλονίκης.
Η στέγη ανάγεται στο σημαντικότερο κοινωνικό πρόβλημα του 21ου αιώνα και η κοινωνία χωρίζεται στα δύο: τους ιδιοκτήτες και τους ενοικιαστές, αυτούς που μπορούν να επωφελούνται από την επέλαση του Airbnb βλέποντας σχετικά εύκολη αύξηση στα έσοδά τους και αυτούς που βλέπουν σημαντικό μέρος του μισθού τους να φεύγει την πρώτη του μήνα μαζί με το ενοίκιο – αν είναι τυχεροί και έχουν ήδη νοικιάσει σπίτι…
Το όνειρο για απόκτηση κατοικίας έχει πια σβήσει για πολλούς από τους Millennials και τη γενιά Ζ, η ενηλικίωση των οποίων ήρθε κάπως απότομα με μια σειρά από κρίσεις. Οι νέοι συνειδητοποιούν ότι όχι μόνο δεν θα μπορέσουν να ζήσουν καλύτερα από τους γονείς τους, αλλά ούτε καν να επιβιώσουν χωρίς τη στήριξή τους.
Η κυβέρνηση, επιχειρώντας να προσεγγίσει αυτή την κατηγορία ψηφοφόρων, που όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις είναι και οι πιο αρνητικοί απέναντί της, ανακοίνωσε πρόσφατα το επίδομα ενοικίου, με το οποίο θα επιστρέφεται ένα ενοίκιο τον χρόνο στους ενοικιαστές. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι στο τέλος της ημέρας το μέτρο θα ευνοήσει τελικά πάλι τους ιδιοκτήτες που έχουν και το πάνω χέρι στη διαπραγμάτευση.
Η «Κ» μιλώντας με πολιτικούς αναλυτές από την Ελλάδα και τη Νότια Ευρώπη και κυβερνητικούς παράγοντες, επιχειρεί να σκιαγραφήσει την πολιτική δημογραφία της στεγαστικής κρίσης και τον ρόλο που παίζει στο πολιτικό τοπίο.
Το χάσμα
Η στεγαστική κρίση διευρύνει το διαγενεακό χάσμα και αρχίζει να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις πολιτικές επιλογές, καθώς οι σημερινοί 30άρηδες και 40άρηδες αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο χάσμα από κάθε άλλη φορά μεταξύ των στεγαστικών φιλοδοξιών και της πραγματικότητας.
Το χάσμα προκλήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και ενισχύθηκε κατά την περίοδο της τρόικας και στη συνέχεια από την τρέχουσα κρίση στην αγορά κατοικίας», λέει στην «Κ» η κοινωνιολόγος Σάντρα Μάρκες Περέιρα, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο ISCTE στο Πανεπιστήμιο της Λισσαβώνας. «Για τους νεότερους ανθρώπους η πρόσβαση στην ιδιοκατοίκηση είναι πολύ πιο δύσκολη και, δεδομένης της μικρής προσφοράς δημόσιας κατοικίας, περιορίζεται πολύ περισσότερο στη μίσθωση που είναι όλο και πιο προβληματική», εξηγεί και προσθέτει: «Η χρηματοπιστωτική κρίση οδήγησε σε μεγαλύτερες απαιτήσεις από τις τράπεζες κατά τη χορήγηση δανείων. Από την άλλη, η αύξηση της ανεργίας και η εργασιακή επισφάλεια που επιδεινώθηκε κατά την περίοδο της τρόικας αποτέλεσαν επίσης σημαντικά εμπόδια».
Πλέον, σημειώνει, δεν είναι μόνο οι νέοι που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση, αλλά όλοι οι ενοικιαστές, γενικά, είναι αρκετά εκτεθειμένοι στην τρέχουσα κρίση. Το χάσμα μεταξύ των γενεών είναι δεδομένο, όπως αναφέρει και ο Πέδρο Ριέρα, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Carlos III της Μαδρίτης. Ομως δεν είναι μόνο ηλικιακό: «Πολλοί άνθρωποι ζημιώνονται, αλλά προφανώς υπάρχουν και άλλοι που εισπράττουν ενοίκια, απασχολούνται στον τομέα των υπηρεσιών, κερδίζουν χρήματα από όλο αυτό. Η αύξηση των τιμών των κατοικιών έχει δύο πλευρές, έχουμε τους νικητές και τους χαμένους».
Στις ευρωεκλογές του 2024, η έλλειψη κατοικίας ήταν στα τρία βασικότερα ζητήματα που απασχολούσαν τους ψηφοφόρους. Οι δυσκολίες στέγασης πυροδοτούν διαμαρτυρίες σε όλη την Ευρώπη, με χιλιάδες ανθρώπους να βγαίνουν στους δρόμους στη Λισσαβώνα, στο Αμστερνταμ, στο Μιλάνο και στο Λονδίνο, ενώ η οργή αξιοποιείται από ακροδεξιές δυνάμεις. Στο Δουβλίνο, για παράδειγμα, οι αντι-μεταναστευτικές ταραχές του περασμένου Νοεμβρίου είχαν εν μέρει ως κίνητρο τους ισχυρισμούς ότι διαμερίσματα του δήμου δίνονταν σε αλλοδαπούς.
Το μέτρο και το σκεπτικό
Στην Αθήνα, η κυβέρνηση, έχοντας εφαρμόσει μια σειρά από μέτρα που γνώμονα είχαν να διευκολύνουν την αγορά κατοικίας, αποφάσισε ότι έπρεπε να λάβει μέτρα και για τους ενοικιαστές. Στόχος πέρα από το να δοθεί ένα άμεσο σημαντικό οικονομικό βοήθημα, ήταν και να καταγραφούν έσοδα στα κρατικά ταμεία από ενοίκια που τώρα παραμένουν αδήλωτα, καθώς θεωρείται ότι οι ενοικιαστές θα πιέσουν πλέον για τη νόμιμη καταβολή τους.
Κορυφαίο στέλεχος της κυβέρνησης αναγνωρίζει πως το μέτρο θα φέρει πιθανώς σε διαμάχη ενοικιαστές και ιδιοκτήτες. Ομως αναφέρει πως έτσι «δίνεται ένα κίνητρο στο 80% των ενοικιαστών να δηλώνουν το πραγματικό τους ενοίκιο».
«Αν περιμένεις να λύσεις το θέμα με μέτρα προσφοράς (όπως η κοινωνική κατοικία) θα χρειαστεί να περιμένεις χρόνια», αναφέρει, ενώ σημειώνει πως αυτό μπορεί να φέρει άμεσα ανακούφιση.
Το ίδιο στέλεχος επισημαίνει πως η απόφαση να κατευθυνθεί εκεί μέρος του υπερπλεονάσματος δεν είχε τόσο στόχο να κερδίσει την ψήφο των νέων. «Η ψήφος είναι κάτι πολύ πιο δυναμικό. Μπορεί να βοηθάει την κυβέρνηση σ’ αυτή την κατηγορία, όμως δεν θα είναι καθοριστικό. Η ψήφος μπορεί να γυρίσει μόνο αν υπάρχει ένα μομέντουμ θετικών μέτρων».
Το προφίλ τους
Οι ενοικιαστές αποτελούν περίπου το 30% των Ελλήνων, ποσοστό που φτάνει στο 40% στις Generation Z και Millennials, πολιτικά αντίπαλο κοινό για την κυβέρνηση, όπως δείχνουν στοιχεία της ερευνητικής πλατφόρμας «People of Greece» της εταιρείας QED. Το 52% ξοδεύει πάνω από το ένα τρίτο του εισοδήματός του μόνο για να πληρώσει το ενοίκιο. Το 60% των Ελλήνων εκτιμά ότι οι τιμές των ενοικίων θα αυξηθούν μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, ενώ το 68% θεωρεί ανέφικτη ακόμη και την ενοικίαση κατοικίας.
«Τα κυβερνητικά μέτρα περί του στεγαστικού δεν είναι πιθανό να αποδώσουν πολιτικά για την κυβέρνηση καθώς οι ενοικιαστές είναι ένα εχθρικό για τη Ν.Δ. κοινό, το οποίο σύντομα θα διαπιστώσει ότι το μέτρο δεν θα αποδώσει, είτε γιατί το ενοίκιο που πληρώνουν είναι μαύρο, είτε γιατί οι ιδιοκτήτες θα επιχειρήσουν να ωφεληθούν εκείνοι από την επιστροφή ενοικίου αυξάνοντας τις τιμές», αναφέρει ο Γιάννης Κωνσταντινίδης, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και συντονιστής ερευνών της QED.
«Οι δυνητικοί αγοραστές κατοικιών διαπίστωσαν σε σημαντικό ποσοστό ότι εξαιρούνται από το πρόγραμμα και μάλιστα αδίκως, ενώ ταυτοχρόνως εκτιμούν ότι οι τιμές ακινήτων θα αυξηθούν περαιτέρω», σημειώνει ο κ. Κωνσταντινίδης.
Ακόμη, όσον αφορά το άλλο κυβερνητικό μέτρο, της εξαίρεσης του ΕΝΦΙΑ για ασφαλισμένες κατοικίες, το 60% των ιδιοκτητών κατοικίας δεν έχει ασφάλεια και συνεπώς δεν μπορεί να επωφεληθεί. Ανάλογο είναι το ποσοστό εκείνων που εκτιμούν ότι η σύνδεση της ασφάλειας κατοικίας με τον ΕΝΦΙΑ είναι μια άστοχη ή μια κακή σκέψη που ευνοεί απλώς τις ασφαλιστικές εταιρείες.
Πιο ευάλωτοι οι νέοι του ευρωπαϊκού Νότου
Οι νέοι της Νότιας Ευρώπης αντιμετωπίζουν ακόμη μεγαλύτερες δυσκολίες στην προσπάθεια να αποκτήσουν δική τους στέγη φεύγοντας από το σπίτι των γονέων. Εκτός από την ιδιαίτερα προβληματική αγορά κατοικίας, έχουν να αντεπεξέλθουν σε ένα ασθενέστερο δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας: μια πιο επισφαλή αγορά εργασίας με ακόμη υψηλότερα ποσοστά ανεργίας και μισθούς που δεν εγγυώνται ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο.
Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία μαστίζονται ταυτόχρονα και από τη σημαντική αύξηση στις ροές των τουριστών, ιδιαίτερα μετά την πανδημία. Πολλοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα κέντρα των πόλεων, λόγω της επέλασης του Airbnb. Ακόμη οι χώρες αυτές εφάρμοσαν ή εφαρμόζουν προγράμματα «χρυσής βίζας» που αποτελούν παράθυρο ευκαιρίας σε πολίτες τρίτων χωρών να επενδύσουν μαζικά στην αγορά ακινήτων.
Στην Πορτογαλία, το πρόβλημα της στέγασης ξεκίνησε να συζητιέται από το 2017. Εκείνη τη χρονιά, όπως σημειώνει η Σάντρα Μάρκες Περέιρα, η στέγαση άρχισε να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στις εκστρατείες των διαφόρων πολιτικών κομμάτων στις τοπικές εκλογές, ιδιαίτερα στη Λισσαβώνα. Το θέμα της στέγασης μπήκε στην κυβερνητική δομή με γενική γραμματεία το 2017 και υπουργείο στέγασης το 2023.
«Η Αριστερά θέλει περισσότερη δημόσια στέγαση και ρύθμιση της αγοράς, ενώ η Δεξιά αποδέχεται πλέον περισσότερη δημόσια στέγαση, αλλά παραμένει διστακτική όσον αφορά τη ρύθμιση και θεωρεί ότι η λύση βρίσκεται στην ιδιωτική προσφορά. Η ενίσχυση του προϋπολογισμού ήταν επίσης θεμελιώδης, με ένα σημαντικό μέρος του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRF) να προορίζεται για τη στέγαση», λέει.
Το Σοσιαλιστικό Κόμμα κυβέρνησε από τα τέλη του 2015 έως τις αρχές του 2024 με διάφορες συνθέσεις. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου αναπτύχθηκαν πολιτικές για την καταπολέμηση της στεγαστικής κρίσης, αλλά τα αποτελέσματα άργησαν να φανούν. «Δεν πιστεύω ότι αυτός ήταν ο λόγος ή ο μόνος λόγος που οδήγησε στην εκλογική ήττα των Σοσιαλιστών τον Μάρτιο του 2024 και στη νίκη του δεξιού συνασπισμού», σημειώνει η Περέιρα.
Οι δημοσκοπήσεις
Ο συνασπισμός ανέτρεψε ορισμένα από τα ρυθμιστικά μέτρα της προηγούμενης κυβέρνησης, διατήρησε τις επενδύσεις στη δημόσια παροχή και ενίσχυσε τα κίνητρα για αγορά κατοικίας από τους νέους. Ομως η κρίση συνεχίζεται και οι τιμές δεν έχουν μειωθεί. Η χώρα έχει πρόωρες βουλευτικές εκλογές στις 18 Μαΐου και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η στέγαση, μαζί με την υγειονομική περίθαλψη, είναι ένα από τα θέματα που απασχολούν περισσότερο τους ψηφοφόρους.
Στην Ισπανία, αναφέρει ο Πέδρο Ριέρα, η κυβέρνηση προχώρησε τα τελευταία 2-3 χρόνια σε μια σειρά από ρυθμίσεις προκειμένου να συγκρατήσει την αύξηση των ενοικίων, βάζοντας πλαφόν στις αυξήσεις των τιμών και επιβάλλοντας μια σειρά από περιορισμούς στο Airbnb.
Ο σοσιαλιστής δήμαρχος της Βαρκελώνης Ζάουμε Κολμπόνι ανακοίνωσε ότι η Βαρκελώνη θα προχωρήσει στην κατάργηση των βραχυχρόνιων τουριστικών μισθώσεων εντός πέντε ετών. Οπως είπε σε συνέντευξή του στο Politico: «Διατρέχουμε τον κίνδυνο να καταλήξουν οι εργαζόμενοι και οι μεσαίες τάξεις στο συμπέρασμα ότι οι δημοκρατίες τους είναι ανίκανες να λύσουν το μεγαλύτερο πρόβλημά τους».