Δασμοί και Μέση Ανατολή «φρενάρουν» την ελληνική οικονομία

Στην προς τα κάτω αναθεώρηση των προβλέψεων του για το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για φέτος προχώρησε το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Σύμφωνα με την έκθεση του για το α΄ τρίμηνο του 2025, το Γραφείο εκτιμά ότι φέτος η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,2% έναντι προηγούμενης εκτίμησης για ρυθμό ανάπτυξης 2,3%.

Βασική αιτία, σύμφωνα με τον επικεφαλής του Γραφείου Γιάννη Τσουκαλά, είναι η ασυνήθιστα υψηλή γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα. Ο πληθωρισμός αποτελεί ένα ακόμα πεδίο ανησυχίας καθώς όπως τόνισε παραμένει ανθεκτικός (με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το μήνα Μάιο) αρκετά πάνω από την μέσο όρο της Ευρωζώνης.

Όπως τονίζεται στην έκθεση,«το παγκόσμιο οικονομικό κλίμα παρουσιάζει ραγδαία επιδείνωση λόγω της συνεχιζόμενης κλιμάκωσης των εμπορικών εντάσεων και της ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή. Τα παραπάνω δημιουργούν αστάθεια στις διεθνείς χρηματαγορές, σημαντική αύξηση στα ασφάλιστρα κινδύνου διακίνησης πετρελαίου και φυσικού αερίου, δυσμενείς συνθήκες για το διεθνές εμπόριο, μείωση προβλεψιμότητας για επενδυτές και νοικοκυριά, και αν διατηρηθούν, και πολύ περισσότερο αν διαρκέσουν ή/και ενταθούν, απειλούν με ένα νέο πληθωριστικό κύμα και επιβράδυνση της ανάπτυξης». Ωστόσο ο κ. Τσουκαλάς δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε νέα εκτίμηση για την πορεία της ελληνικής οικονομίας στην επόμενη έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού ανάλογα με τις εξελίξεις.

Όσον αφορά του λόγους για την αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την πορεία του ρυθμού ανάπτυξης για φέτος, το Γραφείο Προϋπολογισμού το αποδίδει σε δύο πηγές αβεβαιότητας που ενδεχομένως θα επιδεινώσουν το επενδυτικό κλίμα και την καταναλωτική εμπιστοσύνη :

  • στη συνεχιζόμενη ρητορική περί επιβολής δασμών και
  • στην πρόσφατη ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή.

Από την άλλη, η επιτάχυνση της υλοποίησης μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης μπορεί να ενισχύσει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας. «Αιτίες που ενδέχεται να σχετίζονται με καθυστερήσεις στην υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων του Ταμείου Ανάκαμψης και γενικότερα με το επίπεδο ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας». Μεταξύ άλλων, αναφέρονται η ανάγκη για ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, επιτάχυνση στο χρόνο απονομής δικαιοσύνης που, παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, παραμένει από τους μεγαλύτερους στην EE, περαιτέρω ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης, αξιοποίηση της πλατφόρμας Strategic Technologies for Europe Platform (STEP) για επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς, και βελτίωση της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες.

Εν μέσω ενός διεθνούς περιβάλλοντος σημαντικών προκλήσεων και ρίσκων, οδηγός για τη συνέχιση της αναπτυξιακής πορείας της ελληνικής οικονομίας είναι οι καλές δημοσιονομικές επιδόσεις και η εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών. Στην έκθεση δεν παραλείπεται η αναφορά στην πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους, κάτι το οποίο σημειώνεται ότι θα πρέπει να συνεχιστεί. «Οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες προβλέπουν ετήσια μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ κατά μια ποσοστιαία μονάδα. Η Ελλάδα μειώνει τον λόγο αυτό με πολύ γρηγορότερους ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, ενώ και οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί μείωσης του χρέους για το μέλλον είναι ευνοϊκές».

Ασφαλέστερος δρόμος για τη σύγκλιση του εισοδήματος με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και διατήρηση ισχυρής ανάπτυξης και μετά το 2026, είναι, με βάση την έκθεση, η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας μέσω επενδύσεων, καινοτομίας και παραγωγικότητας της οικονομίας. Για την επίτευξη αυτού του στόχου το Γραφείο κρίνει απαραίτητο να ενταθούν οι προσπάθειες για μεταρρυθμίσεις, βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου τομέα, απλοποίηση ρυθμιστικών πλαισίων για προσέλκυση επενδύσεων, και με οδηγό την δημοσιονομική σύνεση, αξιοποίηση του δημοσιονομικού χώρου για ενίσχυση της παραγωγικής δυναμικής της χώρας.

Ένα αξιοσημείωτο γεγονός, με βάση την έκθεση, αποτελεί η πρόσφατη αύξηση της Ευρωπαϊκής παρουσίας στο ελληνικό εμπορικό τραπεζικό σύστημα. «Η εξέλιξη αυτή συνεισφέρει στον βαθμό εξωστρέφειας του τραπεζικού συστήματος, ενισχύοντας τις προοπτικές για προσέλκυση ξένων κεφαλαίων και αύξηση διασυνοριακών τραπεζικών συνεργασιών στο μέλλον. Αποτελεί επίσης ένδειξη για βελτίωση του βαθμού εμπιστοσύνης της Ευρωπαϊκής τραπεζικής κοινότητας στην Ελληνική οικονομία, κάτι που συνδέεται και με την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας».

Το δημοσιονομικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης βελτιώθηκε σημαντικά το 2024, και το πρωτογενές ισοζύγιο αναμένεται να διατηρηθεί θετικό και τα επόμενα χρόνια εφόσον η οικονομία επιτυγχάνει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Η επίπτωση των δασμών στην ελληνική οικονομία

Η επιβολή ευρείας κλίμακας δασμών από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τα αντίμετρα από άλλες χώρες έχουν αποσταθεροποιήσει το διεθνές εμπόριο και έχουν επηρεάσει αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα παγκοσμίως σημειώνει το Γραφείο.

Η ανάγκη για σταθερότητα, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και διεθνή συνεργασία είναι επιτακτική, καθώς μόνο μέσα από συντονισμένες πολιτικές μπορεί να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη, να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα και να βελτιωθούν οι προοπτικές για την παγκόσμια ανάπτυξη. Μάλιστα καλεί την Ε.Ε. να δράσει άμεσα και συντονισμένα : αποφυγή περαιτέρω εμπορικής διάσπασης, με συνδυασμό δημοσιονομικής υπευθυνότητας και ενίσχυσης επενδύσεων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για αύξηση της παραγωγικότητας και βιώσιμη ανάπτυξη.

Μελέτη του Γραφείου επιδιώκει να προσδιορίσει τις άμεσες επιπτώσεις των δασμών στις εξαγωγές της χώρας μας, λαμβάνοντας υπόψη το αντίστοιχο γεγονός της επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ κατά το διάστημα 2018-2019.  Υπό τον περιορισμό της διαθεσιμότητας συγκεκριμένων στατιστικών δεδομένων σε επίπεδο κλάδου και επιχειρήσεων, και με τη χρήση ενός εμπειρικού υποδείγματος, διαπιστώνει τα εξής :

  • Στο σύνολο των κλάδων που εξετάστηκαν οι επιπτώσεις των δασμών στις ελληνικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ ήταν περιορισμένες.
  • Εντόπισε συγκεκριμένους κλάδους που είχαν αρνητικές μέσες επιπτώσεις, όπως τα “παρασκευασμένα λαχανικά, φρούτα εκτός από ελιές”, “Τσιμέντα υδραυλικά”, “Ορυκτά καύσιμα” και “Τεχνουργήματα από χάλυβα”.
  • Εντόπισε όμως και κλάδους με θετικές μέσες επιπτώσεις, όπως το “αργίλιο” και τα “μηχανήματα”.

Οι κλάδοι με θετικές επιπτώσεις χαρακτηρίζονται από ευελιξία στην αντιμετώπιση ή αποφυγή των δασμών, ενώ οι κλάδοι με αρνητικές επιπτώσεις απαιτούν ενίσχυση προκειμένου να δημιουργήσουν νέες εξαγωγικές αγορές ή να υιοθετήσουν ανταγωνιστικές πολιτικές τιμολόγησης, απορροφώντας μέρος των δασμών.