Ο Αναπτυξιακός Νόμος – Ελλάδα Ισχυρή Ανάπτυξη (Ν.4887/2022) αναμένεται να αποτελέσει το εφαλτήριο για μια σειρά επενδύσεων, σε μια περίοδο η οποία χαρακτηρίζεται από έντονες πληθωριστικές πιέσεις, ως μια από τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης που διανύουμε. Παρόλα αυτά, το ενδιαφέρον των επενδυτών χαρακτηρίζεται οξυμένο, κυρίως στους κλάδους του τουρισμού, της μεταποίησης και της αγροδιατροφής, γεγονός το οποίο αποτελεί ένα ευοίωνο σημάδι για την οικονομία μεσοπρόθεσμα.
Ως νόμος, δηλαδή ως ένας θεσμοθετημένος γραπτός κανόνας δικαίου, σημαίνει ότι ο κάθε ενδιαφερόμενος θα πρέπει να υπακούσει σε μια σειρά από κανόνες προκειμένου να μπορέσει να επωφεληθεί από τα αυξημένα ποσοστά ενισχύσεων, χωρίς να υπάρξουν καθυστερήσεις και εμπόδια κατά τις διαδικασίες ελέγχου.
Αστοχίες τόσο κατά την προετοιμασία υποβολής του αιτήματος υπαγωγής στο Ν.4887/2022 όσο κυρίως κατά την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου, δύναται να αποτελέσουν τροχοπέδη τόσο για την έγκριση του επενδυτικού σχεδίου όσο και για την πιστοποίηση της ολοκλήρωσης και της έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης.
Στη συνέχεια παρουσιάζονται συνοπτικά οκτώ σημεία στα οποία οι υποψήφιοι επενδυτές θα πρέπει να επιδείξουν ιδιαίτερη προσοχή, για μία ομαλή υποβολή και υλοποίηση του επενδυτικού τους σχεδίου:
- Έναρξη εργασιών: Απαγορεύεται ρητά η έναρξη των εργασιών της επένδυσης πριν την υποβολή του αιτήματος υπαγωγής. Ως έναρξη εργασιών ορίζεται το πρώτο χρονικά σημείο μεταξύ είτε της έναρξης των κατασκευαστικών εργασιών που αφορούν στην επένδυση, είτε της πρώτης νομικά δεσμευτικής ανάληψης υποχρέωσης για την παραγγελία εξοπλισμού ή άλλης ανάληψης υποχρέωσης που καθιστά μη αναστρέψιμη την επένδυση. Η αγορά γης και οι προπαρασκευαστικές εργασίες, όπως η λήψη αδειών και η εκπόνηση μελετών σκοπιμότητας, δεν θεωρούνται έναρξη των εργασιών. Στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι είχε πραγματοποιηθεί έναρξη εργασιών, το έργο απεντάσσεται από τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου.
- Νομιμότητα κτιριακών εγκαταστάσεων: Στο πλαίσιο του Αναπτυξιακού Νόμου κάθε ενιαία λειτουργικά και ανεξάρτητη πολεοδομικά κτιριακή εγκατάσταση ή υποδομή επί της οποίας υλοποιείται μια επένδυση, θα πρέπει να είναι σύμφωνη με την πολεοδομική και λοιπή νομοθεσία, οπότε πρέπει να πληροί την πολεοδομική νομιμότητα στο σύνολό της ανεξάρτητα αν η επένδυση υλοποιείται σε ένα τμήμα αυτής. Τυχόν αυθαίρετες κατασκευές ή χρήσεις θα πρέπει να έχουν τακτοποιηθεί, πριν την υποβολή του αιτήματος υπαγωγής στο νόμο.
- Έκδοση αδειοδοτήσεων υλοποίησης / λειτουργίας: Ο δικαιούχος είναι υποχρεωμένος να μεριμνήσει για την έκδοση των αδειών υλοποίησης και λειτουργίας του επενδυτικού σχεδίου, ενώ σε περίπτωση τροποποιήσεων σε σχέση με τις εγκεκριμένες άδειες, θα πρέπει να μεριμνά για την επικαιροποίηση αυτών καθώς σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να υπάρχει συμφωνία μεταξύ των αδειοδοτήσεων και του υλοποιημένου φυσικού αντικειμένου.
- Χρηματοδοτικό σχήμα: Κάθε φορέας συμμετέχει στο κόστος του επενδυτικού σχεδίου είτε με ίδια κεφάλαια, είτε με εξωτερική χρηματοδότηση. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται σαφές ότι η εν λόγω συμμετοχή αφορά διακριτά το εν λόγω επενδυτικό σχέδιο. Για παράδειγμα, στην περίπτωση αύξησης μετοχικού κεφαλαίου για την κάλυψη ίδιας συμμετοχής, θα πρέπει ως σκοπός της αύξησης να περιγράφεται ρητά το επενδυτικό σχέδιο το οποίο αφορά. Ομοίως και στην περίπτωση δανείου θα πρέπει στη σύμβαση να περιγράφεται ρητά το επενδυτικό σχέδιο το οποίο αφορά. Να σημειωθεί ότι στο είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του ενισχυόμενου κόστους του επενδυτικού σχεδίου δεν πρέπει να περιλαμβάνεται κρατική ενίσχυση, δημόσια στήριξη ή παροχή.
- Τήρηση οργανωμένου αρχείου παραστατικών: Η τήρηση ενός οργανωμένου αρχείου παραστατικών (συμβάσεις, δελτία αποστολής, τιμολόγια, παραστατικά εξόφλησης, παρακρατούμενοι φόροι, επιμετρήσεις κ.α.) τόσο από την μεριά της επιχείρησης όσο και του συμβούλου, συντελεί στην επιτάχυνση της διαδικασίας υποβολής αιτημάτων ελέγχου. Το εν λόγω αρχείο θα πρέπει να διαμορφώνεται σταδιακά, με την πρόοδο της υλοποίησηςτων επενδυτικών σχεδίων, καθώς η εκ των υστέρων αναζήτηση παραστατικών πολλές φορές δεν είναι εφικτή (π.χ. δύναται προμηθευτές να έχουν διακόψει τη λειτουργία τους), γεγονός το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε μη επιλεξιμότητα δαπανών που διαφορετικά θα μπορούσαν να είχαν πιστοποιηθεί.
- Τήρηση ποσοστών ανά κατηγορία δαπάνης: Ανάλογα με τη φύση του επενδυτικού σχεδίου υπάρχουν περιορισμοί ως προς το ύψος των δαπανών που μπορούν να κριθούν ως επιλέξιμες ανά κατηγορία δαπάνης (κτηριακές εγκαταστάσεις, μηχανολογικός εξοπλισμός κλπ). Η ορθή αντιστοίχιση των δαπανών κατά το σχεδιασμό του επενδυτικού σχεδίου δύναται να συντελέσει στην αποφυγή του να κριθούν δαπάνες ως μη επιλέξιμες, τόσο κατά την έκδοση της απόφασης υπαγωγής όσο κατά το στάδιο των ελέγχων.
- Γνωστοποίηση αλλαγών: Οι φορείς των επενδυτικών σχεδίων οφείλουν να γνωστοποιούν στις εκάστοτε Διευθύνσεις Αναπτυξιακού Προγραμματισμού των Περιφερειών της Χώρας ή στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων εντός εξήντα (60) ημερών κάθε μεταβολή των στοιχείων τους, όπως επωνυμία, νομική μορφή, έδρα, στοιχεία επικοινωνίας, καθώς και οποιαδήποτε μεταβολή της εταιρικής τους σύνθεσης, καθώς σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει πρόστιμο επί της ενίσχυσης.
- Σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ επιχείρησης και συμβούλου: Η σχέση μεταξύ της επιχείρησης και των συνεργατών αυτής (λογιστές, μηχανικοί κ.α.) με το σύμβουλο που έχει αναλάβει την υποβολή και την παρακολούθηση της υλοποίησης επενδυτικού σχεδίου θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από αμοιβαία εμπιστοσύνη και ειλικρίνεια. Η επιχείρηση συστήνεται να μην αποκρύπτει γεγονότα που σχετίζονται με την επένδυση από το σύμβουλο, ενώ από τη μεριά του ο σύμβουλος, πέραν της εχεμύθειας και της εμπιστευτικότητας, θα πρέπει να ενημερώνειέγκαιρα και με σαφήνεια την επιχείρηση για το σύνολο των διαδικασιών που θα πρέπει να ακολουθηθούν προκειμένου να μην υπάρξουν δυσκολίες μέχρι την έκδοση της απόφασης ολοκλήρωσης του επενδυτικού σχεδίου, ακόμη και αν πολλές φορές κάποια σημεία της εν λόγω ενημέρωσης δεν είναι αρεστάστον φορέα του επενδυτικού σχεδίου. Σε κάθε περίπτωση, ο σύμβουλος θα πρέπει να διαθέτει την αντίληψη στο να προβλέπει και να προλαμβάνει τυχόν αστοχίες τόσο κατά την υποβολή όσο και κατά την υλοποίηση ενός επενδυτικού σχεδίου.