Η «μάχη» των διαπραγματεύσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης- Ηνωμένων Πολιτειών για τους δασμούς μαίνεται, καθώς η αντίστροφη μέτρηση για την εκπνοή της παράτασης των 90 ημερών έχει ξεκινήσει. Εκτός από LNG και οπλικά συστήματα, οι Αμερικανοί θέλουν να πουλάνε στην Ευρώπη περισσότερα αγροτικά προϊόντα.
Ένα από τα εμπόδια που πιστεύουν ότι αντιμετωπίζουν στην ευρωπαϊκή αγορά είναι οι γεωγραφικές ενδείξεις (Geographical Indication, GI), όπως οι ενδείξεις Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης, ΠΟΠ.
Αυτό το σημείο αφορά άμεσα την Ελλάδα- συγκεκριμένα τους Έλληνες παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων.
H ελληνική φέτα και η ιταλική παρμεζάνα
Η ελληνική φέτα και η ιταλική παρμεζάνα είναι οι δύο περιπτώσεις που αναφέρει το γραφείο Εμπορίου των ΗΠΑ ως χαρακτηριστικά παραδείγματα χρήσης των γεωγραφικών ενδείξεων για να εμποδιστεί η πρόσβαση των αμερικανικών αγορών στις ευρωπαϊκές αλλά και διεθνείς αγορές.
Η έκθεση «2025 Special 301 Report» του Γραφείου του Εμπορικού Αντιπροσώπου των Ηνωμένων Πολιτειών (USTR), που δημοσιεύτηκε την προηγούμενη εβδομάδα, χαρακτηρίζει «σημαντική πρόκληση» τις γεωγραφικές ενδείξεις και αναφέρει:
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες εργάζονται εντατικά μέσω διμερών και πολυμερών διαύλων για την προώθηση της πρόσβασης των ΗΠΑ στην αγορά του εξωτερικού και για να διασφαλίσουν ότι οι εμπορικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), των κρατών μελών της, των χωρών με παρόμοια νοοτροπία και των διεθνών οργανισμών που σχετίζονται με τις γεωγραφικές ενδείξεις (ΓΕ) δεν υπονομεύουν την εν λόγω πρόσβαση στην αγορά. Οι ΓΕ συνήθως περιλαμβάνουν τοπωνύμια (ή λέξεις που σχετίζονται με έναν τόπο) και προσδιορίζουν προϊόντα ως έχοντα συγκεκριμένη ποιότητα, φήμη ή άλλο χαρακτηριστικό που αποδίδεται ουσιαστικά στη γεωγραφική προέλευση του προϊόντος.
Η ατζέντα της ΕΕ για τις ΓΕ παραμένει ιδιαίτερα ανησυχητική, επειδή υπονομεύει σημαντικά την προστασία των εμπορικών σημάτων που κατέχουν οι παραγωγοί των ΗΠΑ και επιβάλλει εμπόδια στην πρόσβαση στην αγορά για τα προϊόντα που κατασκευάζονται στις ΗΠΑ, τα οποία βασίζονται στη χρήση κοινών ονομασιών, όπως παρμεζάνα ή φέτα.»
Ως εκ τούτου, ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος των ΗΠΑ διαπιστώνει ότι οι Αμερικανοί παραγωγοί: «είτε δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν καθόλου τις περιγραφές στην αγορά, είτε οτιδήποτε τους θυμίζει, είτε στην καλύτερη περίπτωση μπορούν να πουλήσουν τα προϊόντα τους μόνο με ονομασίες όπως «σαν φοντίνα», «σαν γκοργκοντζόλα», «σαν ασιάγκο» ή «απομίμηση φέτας». Αυτό είναι δαπανηρό, περιττό και μπορεί να μειώσει τη ζήτηση των καταναλωτών για τα προϊόντα εκτός ΕΕ».
Το Γραφείο Εμπορικού Αντιπροσώπου των Ηνωμένων Πολιτειών (USTR) υπάγεται στην αμερικανική προεδρία και είναι ο οργανισμός που διαπραγματεύεται απευθείας με τις ξένες κυβερνήσεις για τη σύναψη εμπορικών συμφωνιών.
Την έκθεση του USTR καλωσόρισαν η αμερικανική Κοινοπραξία για τις Κοινές Ονομασίες Τροφίμων (CCFN), η Εθνική Ομοσπονδία Παραγωγών Γάλακτος (NMPF) και το Συμβούλιο Εξαγωγών Γαλακτοκομικών Προϊόντων των ΗΠΑ (USDEC).
«Η κατάχρηση γεωγραφικών ενδείξεων από την Ευρώπη δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα εμπορικό εμπόδιο που μεταμφιέζεται σε προστασία πνευματικής ιδιοκτησίας», δήλωσε η Krysta Harden, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της USDEC. «Όχι μόνο αφαιρεί άδικα από τους Αμερικανούς παραγωγούς το δικαίωμα να χρησιμοποιούν κοινούς, ευρέως κατανοητούς όρους, αλλά περιορίζει σημαντικά τις ευκαιρίες εξαγωγών».
«Πέρυσι, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήγαγαν σχεδόν 3 δισεκατομμύρια δολάρια περισσότερα σε γαλακτοκομικά προϊόντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση από ό,τι εξάγαμε στην Ευρώπη. Η κατάχρηση του συστήματος Γεωγραφικών Ενδείξεων από την Ευρώπη αποτελεί σημαντικό λόγο για αυτό το έλλειμμα», δήλωσε ο Gregg Doud, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της NMPF. «Τα συστήματα Γεωγραφικών Ενδείξεων της ΕΕ δημιουργούν ένα σύστημα δύο ταχυτήτων που ωφελεί τους Ευρωπαίους παραγωγούς και περιορίζει τον ανταγωνισμό».
«Η προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις γεωγραφικές ενδείξεις είναι εντελώς απαράδεκτη. Σκόπιμα παραγκωνίζει τον θεμιτό ανταγωνισμό περιορίζοντας την πρόσβαση στην αγορά για τους Αμερικανούς και διεθνείς παραγωγούς», δήλωσε ο Jaime Castaneda, εκτελεστικός διευθυντής της CCFN. «Παροτρύνουμε την κυβέρνηση των ΗΠΑ να σταματήσει τους εμπορικούς εταίρους από το να υποκύπτουν στις ευρωπαϊκές πιέσεις και να επιβάλλουν εμπορικά εμπόδια σε αμερικανικά προϊόντα».
Ο κίνδυνος για την ελληνική φέτα στις διεθνείς αγορές
Το 2024 έκλεισε με ρεκόρ εξαγωγών για την ελληνική φέτα, με αύξηση τόσο της αξίας (στα 785 εκατομμύρια ευρώ) όσο και του όγκου πωλήσεων (στους 97.000 τόνους).
Η επιμονή των Αμερικανών παραγωγών για κατάργηση της Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης της φέτας δημιουργεί κινδύνους για τα ελληνικά προϊόντα σε τρία επίπεδα.
Καταρχάς, στην ίδια την αγορά των ΗΠΑ. Οι ελληνικές εξαγωγές φέτας στις ΗΠΑ δεν είναι μεγάλες (περίπου 6.500 τόνοι το 2024), ωστόσο αυξάνονται δυναμικά και είναι μία από τις αγορές όπου οι Έλληνες παραγωγοί κατακτούν καταναλωτικό κοινό πέραν των Ελλήνων της ομογένειας.
Η δυναμική αυτή απειλείται αφενός από τους δασμούς Τραμπ στα ευρωπαϊκά προϊόντα, αφετέρου από τον ανταγωνισμό προϊόντων όπως το President Feta της Lactalis.
H Lactalis USA, θυγατρική της μεγαλύτερης εταιρείας γαλακτοκομικών στον κόσμο Lactalis, ανακοίνωσε πρόσφατα ότι επεκτείνει την παραγωγή του τυριού φέτας Président στο εργοστάσιό της στην Καλιφόρνια.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί την μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά για την ελληνική φέτα. Η πιθανότητα να «πλημμυρίσει» από αμερικανικά – και όχι μόνο- προϊόντα απομιμήσεων θα πιέσει τα μερίδια των Ελλήνων παραγωγών, ακόμα και αν το ελληνικό προϊόν είναι ποιοτικά ανώτερο.
Τέλος, η προστασία ΠΟΠ δίνει πλεονέκτημα έναντι του ανταγωνισμού στις τρίτες χώρες.
Η Ελλάδα έχει κερδίσει δικαστικές μάχες για την προστασία της ελληνικότητας της φέτας σε δικαστήρια ξένων χωρών (με τελευταία περίπτωση στην Χιλή).
Ωστόσο, οι Αμερικανοί παραγωγοί, αλλά και το USTR- όπως προκύπτει και από την έκθεση «2025 Special 301 Report» πιέζουν τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ να μην κάνουν διακρίσεις μεταξύ των προϊόντων ΠΟΠ και των απομιμήσεων, διεκδικώντας μεγαλύτερα μερίδια για τα αμερικανικά προϊόντα.
«Κανένας Αμερικανός Πρόεδρος στη σύγχρονη ιστορία δεν έχει αναγνωρίσει τα εκτεταμένα και επιβλαβή εμπόδια στο εξωτερικό εμπόριο που αντιμετωπίζουν οι Αμερικανοί εξαγωγείς περισσότερο από τον Πρόεδρο Τραμπ. Υπό την ηγεσία του, η κυβέρνηση αυτή εργάζεται επιμελώς για την αντιμετώπιση αυτών των αθέμιτων και μη αμοιβαίων πρακτικών» δήλωσε ο επικεφαλής του USTR, πρέσβης Τζέιμισον Γκριρ με την ευκαιρία της κατάθεσης της Εθνικής Έκθεσης Εμπορίου (NTE) 2025 στον Πρόεδρο Τραμπ και στο Κογκρέσο, δύο ημέρες μετά τη δημοσίευση της έκθεσης «2025 Special 301 Report».