Ζώμινθος: το πιο “άγνωστο” μινωικό ανάκτορο
Ζώμινθος: το πιο “άγνωστο” μινωικό ανάκτορο

Η ιστορική στιγμή για την Κρήτη και την Ελλάδα με την αναγνώριση του Μινωικού Πολιτισμού από την ΟΥΝΕΣΚΟ, με την ανάδειξη των ανακτορικών του κέντρων έφερε και την αναμενόμενη αναγνώριση του λιγότερου γνωστού και πιο πρόσφατα ανασκαμμένου ανακτόρου σε θέση ισότιμη με τα γνωστά ανάκτορα. Το “ανάκτορο στο βουνό” καταλαμβάνει πλέον τη θέση που του αναλογεί.

Ακόμη και για την αρχαιολογική έρευνα ο Ψηλορείτης είναι ανεξάντλητος σε εκπλήξεις. Μια προελληνική λέξη που άντεξε στο χρόνο, το τοπωνύμιο Ζώμινθος, οδήγησε στον εντοπισμό μιας μοναδικής αρχαίας θέσης. Πριν από μερικές δεκαετίες στον τόπο αυτό επισημάνθηκε ένα τεράστιο μινωικό κτήριο, γνωστό και ως “το ανάκτορο του βουνού”, που περιβάλλεται από έναν οικισμό με νεκροταφείο, ένας μεγάλος αρχαιολογικός χώρος που περιμένει τη μελλοντική ανασκαφή του.

Ο αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκης

Σύμφωνα με δική του αφήγηση, ο Γιάννης Σακελλαράκης (1936-2010), ο διάσημος αρχαιολόγος και ένας από τους μεγαλύτερους ανασκαφείς του μινωικού πολιτισμού, οδηγήθηκε στην ανακάλυψη του ανακτόρου της Ζωμινθου, όταν άκουσε έναν Ανωγειανό βοσκό να αναφέρει το τοπωνύμιο. Η προελληνική κατάληξη της λέξης (-ινθος/-ινθα) του ενέπνευσε άμεσα την εντύπωση ότι κάτι πραγματικά αρχαίο πρέπει να κρύβεται στη συγκεκριμένη περιοχή.

Στις βορειοανατολικές πλαγιές του όρους Ίδη, του Ψηλορείτη, πιο πάνω από τα Ανώγεια, η Ζώμινθος ήταν ως τότε γνωστή ως τόπος βόσκησης στους αορείτες κτηνοτρόφους. Με την απόφαση της ΟΥΝΕΣΚΟ πλέον το ανασκαμμένο πλέον και επισκέψιμο ανάκτορο της Ζωμίνθου παίρνει ισάξια τη θέση του μεταξύ των υπολοίπων ανακτορικών αρχαιολογικών χώρων του αρχαιότερου πολιτισμού της Ευρώπης.

«Όταν ξεκινήσαμε την έρευνα στη Ζώμινθο, δεν πιστεύαμε ότι ήταν μινωικό ανάκτορο. Ο Σακελλαράκης ήξερε ότι εκεί υπήρχε κάτι σημαντικό, ίσως μια μινωική έπαυλη – όμως οι βίλες αυτές χτίζονταν μόνο σε μια ορισμένη περίοδο, ενώ η Ζώμινθος, όπως αποδείχθηκε, έχει μια ιστορία που ξεκινά από το 2000-1900 π.Χ. και φτάνει τουλάχιστον έως την ύστερη αρχαιότητα». Με αυτά τα λόγια η Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη, η αρχαιολόγος που βρέθηκε στη Ζώμινθο από την πρώτη στιγμή και ανέλαβε τη διεύθυνση των ανασκαφών μετά τον θάνατο του συζύγου της, Γιάννη Σακελλαράκη, είχε περιγράψει στο ΑΠΕ τις πρώτες προσδοκίες από το ανασκαφικό έργο.

Πρόκειται για ένα κτηριακό συγκρότημα που διακρίνεται τόσο για την περιπλοκότητα και τη μεγαλοπρέπεια τού κατά τόπους διώροφου, ακόμα και τριώροφου, ανακτόρου, που ξεπερνά τα 75 δωμάτια στο ισόγειο (νούμερο που με τους ορόφους πολλαπλασιάζεται), όσο και για τη σημασία του. Ποιες ομοιότητες και διαφορές διακρίνονται στη Ζώμινθο σε σχέση με τα υπόλοιπα μινωικά ανάκτορα; «Είναι πιο μικρό και ορεινό. Δεν διαφέρει σε τίποτα από την πολυτέλεια των άλλων ανακτόρων, μόνο που έχει ορισμένες ιδιομορφίες, όπως η κεντρική αυλή που διαμορφώθηκε σε μικρότερο τμήμα, ενώ η βόρεια αυλή, κάτω από την οποία εντοπίστηκαν τα παλαιά ανάκτορα, αναπτύχθηκε σε μεγαλύτερο. Επίσης δεν υπάρχει δυτική αυλή – δηλαδή, έχει ιδιομορφίες ανάλογες με αυτές που επέβαλε το κλίμα. Μην ξεχνάμε ότι βρίσκεται σε υψόμετρο μεγαλύτερο από 1.200 μέτρα», απαντά η κ.Σαπουνά σε παλιότερο αφιέρωμα.

Η Αρχαία Ζώμινθος διαχειριζόταν όλο τον πλούτο του Ψηλορείτη, δηλαδή το μαλλί των προβάτων, τα ιαματικά και αρωματικά φυτά και βότανα. «Όλα αυτά δηλαδή, τα οποία αναφέρονται σε αιγυπτιακές πηγές ότι προέρχονται από την Κρήτη, με τις αποστολές σε άλλα μέρη και χώρες να γίνονται από την Κνωσό. Ένα τέτοιο κτίριο όπως της Αρχαίας Ζωμίνθου σίγουρα θα άνηκε σε μία βασιλική οικογένεια της Κνωσού. Το δεύτερο κτίριο είναι κοντά στο Ιδαίον Άντρο, το οποίο όπως γνωρίζουμε θεωρείται ο χώρος, κατά τους αρχαίους συγγραφείς, όπου γεννήθηκε και πέθανε ο Δίας». Δεν αποκλείεται μάλιστα να ήταν και ένα κέντρο διαχείρισης υλοτομίας καθώς είναι γνωστό ότι η Κρήτη στη μινωική εποχή τροφοδοτούσε άλλες περιοχές της Μεσογείου με ξυλεία από την οποία κατασκευαζόταν και ο περίφημος στόλος των Μινωιτών.

Χρυσό έλασμα με. εγχάρακτη παράσταση πλοίου

Η ανασκαφή του δαιδαλώδους κτηρίου με την εκπληκτική διατήρηση έχει φέρει στο φως μοναδικά ευρήματα, που τεκμηριώνουν τη σημασία του ως ανακτόρου στο βουνό, αλλά και ως πολυτελούς έδρας σημαντικών παραγόντων της μινωικής ζωής – πιθανώς του ιερατείου που είχε σχέση με την Κνωσό. Κυρίως, όμως, αποδεικνύεται η στενή και διαχρονική σχέση του με το Ιδαίον Άντρον, με το οποίο και γειτνιάζει, ως προπύργιο του ιερού σπηλαίου (κυρίως τον χειμώνα όταν δεν λειτουργούσε το ιερό). «Η Κνωσός που είχε στενή σχέση με τη Ζώμινθο -γιατί τα στοιχεία που βρίσκουμε είναι πρωτίστως κνωσιακά- εκμεταλλευόταν τον πλούτο του Ψηλορείτη, συνεπώς και του ιερού. Δηλαδή, το ανάκτορο βρισκόταν εκεί για να εξυπηρετεί ουσιαστικά το Ιδαίον Άντρον που ήταν ένα μεσογειακό διεθνές ιερό -ειδικά τον χειμώνα που θα ήταν δύσκολο να μεταβεί κανείς στο σπήλαιο», σημείωνε χαρακτηριστικά η επίτιμη διευθύντρια αρχαιοτήτων.

Η Ζώμινθος δεν έπαψε να έχει λατρευτικό χαρακτήρα έως και τα ρωμαϊκά χρόνια. Δεν ήταν, όμως, μόνο αυτό. Υπήρξε επίσης πολιτικό και οικονομικό κέντρο που άκμασε τη μινωική εποχή (περίπου έως το 1600 π.Χ.), αλλά και μεταγενέστερα, τους ιστορικούς χρόνους (1000-800 π.Χ.), ακόμα και τα ρωμαϊκά χρόνια.

Ο αρχαιολογικός χώρος της Ζωμίνθου είναι επισκέψιμος.