Υπόθεση τοκογλυφίας: Συνεδρίασε το Δικαστικό Συμβούλιο για τους τέσσερις προφυλακισμένους
συμμετείχε στις έρευνες

Ένας χρόνος συμπληρώνεται σε λίγες ημέρες από τη μεγάλη επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ με τις συλλήψεις προσώπων που κατηγορούνται-κάποιοι ακόμα και σε επίπεδο συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης-ότι  εκβίαζαν και απειλούσαν Ηρακλειώτες με στυγνούς τοκογλυφικούς όρους. Ήταν μία υπόθεση που χειρίστηκε το Τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και είχε προκαλέσει μεγάλη αίσθηση τόσο στην Κρήτη όσο και σε πανελλαδικό επίπεδο λόγω των όσων ασύλληπτων καταστάσεων  που περιγράφονται και αποδίδονται σε βασικούς κατηγορούμενους, οι οποίοι εμφανίζονται σκληροί και ανάλγητοι, εξωθώντας τα θύματα τους ακόμα και στα πρόθυρα αυτοκτονίας.

Από τους «8» συλληφθέντες της οργανωμένης αστυνομικής επιχείρησης, στη φυλακή παραμένουν ως υπόδικοι έως σήμερα τέσσερις εκ των βασικών προσώπων αυτής της «σκοτεινής» ιστορίας. Οι τρεις μάλιστα κατηγορούνται και  για εγκληματική οργάνωση.

Πρόκειται για έναν 47χρονο Ηρακλειώτη, κεντρικό πρόσωπο αυτής της δικογραφίας, ο οποίος κατηγορείται για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, δύο νεαρούς Αλβανούς και έναν 46χρονο Ηρακλειώτη. Ο τελευταίος, με βάση τη δικογραφία, φέρεται να είχε αναπτύξει τοκογλυφική δράση ανεξάρτητη από την ομάδα του 47χρονου. Σε αυτόν  φέρεται να αποδίδεται ότι είχε προσεγγίσει μετά από 40ημερο μνημόσυνο συγγενικά πρόσωπα αυτόχειρα, για την εξόφληση «οφειλής που ισχύει και μετά θάνατο».

Χθες συνεδρίασε το αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ηρακλείου προκειμένου να αποφανθεί για την  παράταση κράτησης των τεσσάρων προφυλακισμένων καθώς λήγει το 12μηνο, με ορισμένους  από τους κατηγορούμενους να επιχειρηματολογούν υπέρ της μη συνέχισης κράτησής τους. Η απόφαση αναμένεται άμεσα.

Η κύρια ανάκριση παραμένει σε εκκρεμότητα. Δημοσιογραφικές πηγές αναφέρουν ότι η ανακρίτρια είχε ζητήσει την άρση των επικοινωνιών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατηγορουμένων μήπως και υπάρξει περαιτέρω «φως», ενώ οι ίδιες πηγές ενημέρωσης αναφέρουν ότι οι προσφυγές για άρση της δέσμευσης τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων απορρίφθηκαν.

Όπως προαναφέρθηκε, στη  δικογραφία περιγράφονται καταστάσεις με άτομα που βρέθηκαν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας λόγω  ψυχολογικής εξόντωσης και οικονομικής εξαθλίωσης. Ο  δανεισμός από πρόσωπα που σήμερα βρίσκονται στο κάδρο των κατηγορουμένων ισοδυναμούσε με «καταδίκη» για όσους  έπεφταν στην ανάγκη τους.

Ανά περίπτωση οι μηνιαίοι τόκοι εκτινάσσονταν, ανάλογα με το κεφάλαιο, σε χιλιάδες ευρώ.  Οι εμπλεκόμενοι, όπως τουλάχιστον τους αποδίδεται, χωρίς κανένα δισταγμό έκαναν αφαίμαξη. Υπήρξαν περιπτώσεις που οι άνθρωποι δεν είχαν ούτε να περάσουν αφού κατέβαλαν όπως ήταν τον  μισθό τους, όπως υποστηρίζεται.

Πρόκειται για παλιούς αλλά και νεότερους επιχειρηματίες, ελεύθερους επαγγελματίες, ανθρώπους που επένδυσαν εν μέσω πανδημίας, ανθρώπους  της διπλανής πόρτας, με πάθη, εξαρτήσεις και σοβαρά προβλήματα υγείας.