Ξεκινά το εφετείο για την υπόθεση του θανάτου του Μανώλη Αφράτη – Η αποκάλυψη από τον αδερφό του

Στις αίθουσες των δικαστηρίων Χανίων επιστρέφει αύριο, Τρίτη 11 Νοεμβρίου, η υπόθεση του εργατικού δυστυχήματος που στοίχισε τη ζωή στον Μανώλη Αφράτη, προκειμένου να εκδικαστεί σε δεύτερο βαθμό στο Εφετείο Χανίων.

Ο Μανώλης Αφράτης έχασε τη ζωή του τον Μάιο του 2020, σε ηλικία 38 ετών, σε επαρχιακό δρόμο του Ρεθύμνου την ώρα που εκτελούσε δρομολόγιο ως οδηγός φορτηγού γαλακτοκομικής εταιρείας.

Το όχημα που οδηγούσε εξετράπη της πορείας του και αναποδογύρισε, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί θανάσιμα, καθώς καταπλακώθηκε από τα καθίσματα του φορτηγού, τα οποία ήταν ήδη ξηλωμένα πριν το τραγικό συμβάν.

Μετά την ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας σε πρώτο βαθμό το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το δυστύχημα οφείλονταν σε έλλειψη συντήρησης του φορτηγού καθώς κατά την διάρκεια της οδήγησης έσπασαν τα φρένα του οχήματος. Στο πλαίσιο αυτό επέβαλε ποινή φυλάκισης 2 ετών με τριετή αναστολή στον ιδιοκτήτη της επιχείρησης.

Οι συγγενείς του θύματος ζητούν τη διατήρηση της απόφασης, υπογραμμίζοντας πως υπερβαίνει τα όρια της δικής τους υπόθεσης και μπορεί να αποτελέσει πολύτιμη παρακαταθήκη για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στον κλάδο των μεταφορών.

Στέλιος Αφράτης: «Τον έβαλαν σε φέρετρο με τέσσερις σάπιες ρόδες»

Μιλώντας στο Orange Press Agency ενόψει της δίκης, ο αδερφός του θύματος, Στέλιος Αφράτης, περιγράφει το χρονικό της τραγωδίας και την κατάσταση του οχήματος, δείχνοντας φωτογραφικό υλικό από τη δικογραφία.

«Στις 21 Μαΐου του ’20, ο αδερφός μου κλήθηκε να οδηγήσει ένα φορτηγό που δεν το οδηγούσε σε καθημερινή βάση και στη διαδρομή Κουρούτες-Φουρφουρά, στο Δήμο Αμαρίου, με 60 χιλιόμετρα πορείας, σε μια δεξιά στροφή έχασε τα φρένα του. Στην ουσία πάτησε φρένο, το σωληνάκι φρένων ήταν καμένο και το φορτηγό οδηγήθηκε εκτός δρόμου, ανέβηκε στο πρανές και ανατράπηκε με τις ρόδες πάνω», αναφέρει.

«Κατά την ανατροπή του, πέσανε πάνω του τα ξεβίδωτα καθίσματα. Να ήθελε να δοκιμάσει να βγει, να ανοίξει κάποια πόρτα, οι πόρτες ανοίγανε με σκηνάκια. Τον πλακώσανε τα ξεβίδωτα καθίσματα, βάρος 150 κιλών, που πολλαπλασιάζεται το βάρος με την ταχύτητα. Δηλαδή 60 χιλιόμετρα με το βάρος ήταν ένας τόνος. Πέσανε πάνω του. Έφαγε το τιμόνι εδώ. Ανατράπηκε, έβγαλε το παρμπρίζ προφανώς με τα πόδια και βγήκε, γιατί οι πόρτες δεν ανοίγανε», σημειώνει.

Ο κ. Αφράτης περιγράφει και τις στιγμές αμέσως μετά το δυστύχημα: «Με πήρε η μάνα μου και λέει ‘το παιδί μου κομμάτια’. Θεώρησα ήταν κάποιο ατύχημα και τον έχουν νοσοκομείο. Ήταν ένας ξάδερφός μου δίπλα, λέει ‘τον Μανώλη μας τον χάσαμε’. Τρελάθηκα. Καβάλησα το καράβι, κατέβηκα κάτω. Το πρώτο πράγμα ήταν να πάρω ένα φίλο και να πάμε στο σημείο του ατυχήματος, να βγάλω κάποιες φωτογραφίες. Ήταν μόνο το παρμπρίζ κάτω, ταχογράφοι, χαρτιά, έγγραφα. Ένα πράγμα λες και κάποιοι θέλαν να κουκουλώσουνε».

«Για 25 ευρώ έχασε τη ζωή του ο αδερφός μου»

Το φορτηγό, επισημαίνει, έκανε μεταφορές σε όλη την Κρήτη: «Και αν γινόταν στο Ρέθυμνο, στα Χανιά, στο Ηράκλειο και έπεφτε σε μια στάση; Σε ένα τουριστικό; Σε ένα σχολικό πίσω από φανάρι; Γιατί δεν σταματά έτσι εύκολα από τα 60 χιλιόμετρα ένα φορτηγό χωρίς φρένα».

Δείχνοντας τις φωτογραφίες από τη δικογραφία, ο κ. Αφράτης υπογραμμίζει: «Αυτό το όχημα δεν είχε ελαστικά. Γυαλί τα ελαστικά του. Με αυτά τα λάστιχα περνούσε ΚΤΕΟ. Ούτε απ’ έξω δεν έπρεπε να περνάει. Για θέση οδήγησης είχαν ένα μαδέρι. Ξεβίδωτες βίδες στο σασί. Λιωμένα τιμόνια. Φυσικά αυτές είναι φωτογραφίες από την Τροχαία, με τις ρόδες επάνω, που φαίνονται οι σταγόνες από τα υγρά φρένων».

«Το φορτηγό λέει ‘Καλό’ λέει. Είχε κάνει σέρβις. Στο βιβλίο σέρβις, αν δείτε εδώ: φίλτρα, λάδια, βαλβολίνες. Ίσα-ίσα να κινιέται, να τους βγάζει τη δουλειά, όπως τους έβγαζε κι ο αδερφός μου τη δουλειά. Για 25 ευρώ έχασε τη ζωή του. Ίσα-ίσα να κινιέται, να μη κολλήσει. Αυτός είναι ο καλός εργοδότης», λέει χαρακτηριστικά και καταλήγει:

«Ο ίδιος ο εισαγγελέας στην αγόρευσή του είπε: ‘Οι δύο πραγματογνώμονες της οικογένειας ήρθαν με μια πλήρη και τεκμηριωμένη πραγματογνωμοσύνη, ενώ της Τροχαίας με μία ελλιπή. Τον άνθρωπο, λέει, πήγε για μεροκάματο και τον βάλανε σε ένα φέρετρο με τέσσερις σάπιες ρόδες’. ‘Εγώ προτείνω’, λέει, ‘να καταδικαστούνε’. Και φυσικά βγήκε δύο χρόνια με τριετή αναστολή. Δύο χρόνια στοιχίζει η ανθρώπινη ζωή με αναστολή; Και μάλιστα και να μην του αρέσει, να κάνει κι έφεση. Δεν είναι ικανοποιημένος. Ένα συγγνώμη στη μάνα μου δεν είπε. Υπάρχει χειρότερο πράγμα η μάνα να χάνει το παιδί της;».