Δικαστικές εξελίξεις «τρέχουν» στην υπόθεση θανάτου του 11μηνου βρέφους, το οποίο υπέστη σηπτική καταπληξία εξαιτίας ισχαιμικής νέκρωσης και διάτρησης εντέρου μετά από τρεις χειρουργικές επεμβάσεις βουβωνοκήλης, στο ΠΑΓΝΗ το 2012. Στο παρά πέντε παραγραφής της υπόθεσης, ο Άρειος Πάγος έκανε δεκτή την αναίρεση που άσκησαν οι συνήγοροι του καταδικασθέντος παιδοχειρουργού και έτσι θα διεξαχθεί εκ νέου δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Ανατολικής Κρήτης.
Μάλιστα η δίκη προσδιορίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες για τις 27 Οκτωβρίου, δηλαδή σε λίγες ημέρες. «Με την αναίρεση που ασκήσαμε δια λογαριασμό του εντολέα μας ενώπιον του Αρείου Πάγου στοχεύαμε στην πραγματοποίηση ελέγχου των νομικών σφαλμάτων της απόφασης που είχε εκδοθεί. Πράγματι, κατά την ημέρα συζήτησης της αναίρεσης επισημάνθηκαν οι νομικές πλημμέλειες της απόφασης κατά της οποίας είχαμε ασκήσει αναίρεση.
Ο Άρειος Πάγος απεδέχθη την βασιμότητα των όσων αναφέραμε και με την απόφασή του έκανε δεκτή την αναίρεσή μας και παρέπεμψε την υπόθεση στο δικαστήριο που είχε εκδώσει την απόφαση που αναιρέθηκε» δήλωσαν σχετικά οι δικηγόροι του παιδοχειρουργού, Βενιζέλος Κάββαλος και Γιώργος Κάββαλος.
Σε πρώτο βαθμό είχε καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών με αναστολή υπό τον όρο της εμφάνισης κάθε δύο μήνες στο Αστυνομικό Τμήμα ενώ σε δεύτερο βαθμό η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν δύο έτη με τριετή αναστολή καθώς του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του προτέρου έντιμου βίου. Ο παιδοχειρουργός ουδέποτε αποδέχθηκε ότι υπήρξε αμέλεια από μέρους του, επιμένοντας ότι ενήργησε με τους ενδεδειγμένους κανόνες της ιατρικής.
Στην απολογία του είχε υποστηρίξει ότι στη διάρκεια της θητείας του σε Ελλάδα, Αμερική και Βρετανία έχει κάνει 3.500 επεμβάσεις σε παιδιά. Για το άτυχο βρέφος είχε αναφέρει ότι η βουβωνοκήλη του ήταν η μεγαλύτερη που είχε ποτέ δει στην 20χρονη διαδρομή του και ήταν τόσο υπερμεγέθης που προεξείχε μέχρι το ύψος του γονάτου.
Από την πρώτη στιγμή οι τραγικοί γονείς έκαναν λόγο για εγκληματική αμέλεια, προσφεύγοντας στη Δικαιοσύνη. Αμέσως μετά το πρώτο χειρουργείο, όπως είχαν περιγράψει στο δικαστήριο, αντί η κατάσταση της υγείας του παιδιού να βελτιώνεται, το αγοράκι χειροτέρευε σε απελπιστικό βαθμό. Υποστήριξαν με σθένος ότι ανήσυχοι αναζήτησαν τον κατηγορούμενο παιδοχειρουργό και τους διαβεβαίωσαν ότι είχαν δοθεί σχετικές οδηγίες. Όμως όσο περνούσαν οι ώρες και οι ημέρες το παιδί πρηζόταν ολοένα και περισσότερο, δεν έπινε, δεν έτρωγε, δεν έκανε την βιολογική του ανάγκη και είχε πυρετό.
Όπως κατέθεσαν, κανείς δεν τους ενημέρωνε για τίποτα και ουδείς ασχολήθηκε όπως θα έπρεπε με τις δέουσες εξετάσεις για να διαπιστωθεί η μετεγχειρητική πορεία του παιδιού. Όταν μετά από επίμονα τηλεφωνήματα, κατάφεραν να συνομιλήσουν με τον παιδοχειρουργό, μεταφέροντας του την έντονη ανησυχία τους για την κατάσταση του μωρού, εκείνος ήταν καθησυχαστικός. Γιαγιά του άτυχου βρέφους κατέθεσε στο δικαστήριο ότι τον ρώτησε μήπως κάτι είχε πάει στραβά και εκείνος απάντησε: «Θα φάω τα διπλώματα μου! Τέτοια περίπτωση δεν υπάρχει».