
«Αν ντυθείτε άκομψα, θα θυμούνται το ρούχο. Αν ντυθείτε άψογα, θα θυμούνται εσάς», είχε πει κάποτε η Coco Chanel. Αυτή η ρήση αποτυπώνει την ουσία της υψηλής ραπτικής, που επιστρέφει δυναμικά σήμερα και κερδίζει ολοένα και περισσότερες γυναίκες. Η τέχνη της ραπτικής, που κάποτε θεωρούνταν αποκλειστικά για επαγγελματίες, ξαναγεννιέται και μεταμορφώνεται σε τρόπο έκφρασης και μοναδικότητας.
Η επιστροφή στην τέχνη του ραψίματος δεν είναι απλώς αναδρομή στο παρελθόν, αλλά μια σύγχρονη ανάγκη για αυθεντικότητα και δημιουργία. Όλο και περισσότερες γυναίκες, επηρεασμένες από το DIY κίνημα, επιλέγουν να φτιάξουν τα δικά τους ρούχα και αξεσουάρ. Για αυτές, η ραπτική δεν είναι απλώς μια λύση για να αποκτήσουν ρούχα, αλλά ένας τρόπος να αποτυπώσουν την προσωπικότητά τους και να ξεχωρίσουν. Δημιουργούν κομμάτια που δεν είναι απλά ρούχα, αλλά προσωπικές ιστορίες φτιαγμένες από τα χέρια τους.
Αντί να ακολουθήσουν τη μαζική παραγωγή, πολλές ανακυκλώνουν παλιά υφάσματα και τα μεταμορφώνουν σε νέα δημιουργήματα, δίνοντας τους δεύτερη ζωή. Με αυτόν τον τρόπο, η ραπτική δεν είναι μόνο μια τέχνη, αλλά και μια δήλωση αυθεντικότητας, που ξεχωρίζει από τη μαζική μόδα και τα έτοιμα προϊόντα. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, οι γυναίκες επιλέγουν να φορούν ρούχα που πραγματικά τους εκφράζουν, ράβοντας τη δική τους προσωπική υπογραφή σε κάθε δημιουργία.
Μιλήσαμε με δύο καταξιωμένους εμπόρους του Ηρακλείου, οι οποίοι επισημαίνουν ότι η επιστροφή στη ραπτική συνδέεται με την ανάγκη για προσωπική έκφραση και αυθεντικότητα. «Οι γυναίκες επιλέγουν να δημιουργούν κάτι που τους εκφράζει προσωπικά και να ξεχωρίζουν», λένε. Επίσης, πολλές δεν περιορίζονται στα ρούχα, αλλά προτιμούν να ράβουν και αντικείμενα όπως προίκα ή κουρτίνες, προτιμώντας το χειροποίητο αντί για το έτοιμο.
Η πρώτη μας στάση έγινε στο κατάστημα του Στράτου Κουμαρέλη, στην οδό Αργυράκη, εκεί όπου η παράδοση συναντά τη δημιουργικότητα και η ποιότητα αποτελεί καθημερινή υπόσχεση. Η οικογενειακή επιχείρηση ξεκίνησε λίγο μετά τον πόλεμο από τον παππού του και πέρασε από γενιά σε γενιά. Εδώ και περίπου 40 χρόνια, ο Στράτος Κουμαρέλης έχει αναλάβει τα ηνία και συνεχίζει με μεράκι την πορεία που χάραξε η οικογένειά του.
«Οι γυναίκες σήμερα επιλέγουν να ράψουν ένα ένδυμα για να ξεχωρίσουν», μας λέει. «Θέλουν να εντυπωσιάζουν φορώντας κάτι μοναδικό, φτιαγμένο αποκλειστικά για εκείνες».
Παράλληλα, τα υφάσματα δεν περιορίζονται μόνο στην ένδυση. Χρησιμοποιούνται σε ποικίλες κατασκευές, ενώ αξιοποιούνται από πολιτιστικούς συλλόγους και παραδοσιακές σχολές για τη δημιουργία στολών. Έτσι, το ενδιαφέρον για την αγορά υφασμάτων παραμένει σταθερό — ίσως και πιο έντονο από ποτέ.
«Τα υφάσματα μπορούν να αξιοποιηθούν με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους», εξηγεί ο κ. Κουμαρέλης. «Για αυτό και πολλοί επιλέγουν να αγοράσουν ύφασμα και να φτιάξουν κάτι δικό τους, κάτι ξεχωριστό και προσωπικό».
Ο ίδιος δεν σταματά να αναζητά τα καλύτερα υλικά: «Ψάχνω πάντα να βρω τα καλύτερα υφάσματα για τους πελάτες μου, ώστε να έχουν πολλές και ποιοτικές επιλογές για να διαλέξουν αυτό που τους ταιριάζει. Ο ανταγωνισμός υπάρχει, αλλά εμείς έχουμε χτίσει σχέσεις εμπιστοσύνης με τους πελάτες μας και προσπαθούμε συνεχώς να εξελισσόμαστε».
Στο πλαίσιο αυτής της εξέλιξης, η επιχείρηση έχει κάνει το επόμενο βήμα και στον ψηφιακό κόσμο:
«Διαθέτουμε και ηλεκτρονικό κατάστημα, όπου ο καθένας μπορεί να δει τα υφάσματα, να συγκρίνει και να διαλέξει αυτό που του αρέσει — εύκολα και γρήγορα, από τον υπολογιστή ή το κινητό του».
Με σεβασμό στην παράδοση, αίσθημα ευθύνης απέναντι στον πελάτη και πίστη στην ποιότητα, ο Στράτος Κουμαρέλης συνεχίζει να γράφει τη δική του ιστορία στον χώρο του υφάσματος — μια ιστορία που έχει τις ρίζες της στο παρελθόν αλλά το βλέμμα της στραμμένο στο μέλλον.
Η δεύτερη μας στάση έγινε δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Μήνα, στο κατάστημα του Γιάννη Καλυκάκη — ενός ακόμη ανθρώπου που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην τέχνη της ραπτικής και των υφασμάτων. Με παρουσία στον χώρο για περίπου 25 χρόνια, συνεχίζει την παράδοση που ξεκίνησαν οι γονείς του, οι οποίοι επίσης ασχολούνταν με τη ραπτική.
Ο ίδιος ξεκίνησε να ράβει το 2000, ενώ το 2013 αποφάσισε να κάνει το επόμενο βήμα, δημιουργώντας τη δική του επιχείρηση υφασμάτων. Όπως μας λέει, στο κατάστημά του μπορεί κανείς να βρει «όλα τα είδη από υφάσματα», κάτι που τον έχει καταστήσει ευρέως γνωστό στον χώρο.
Ο Γιάννης Καλυκάκης, ωστόσο, δεν επαναπαύεται. Αντιθέτως, ακολουθεί τις τάσεις της εποχής και αξιοποιεί τη δύναμη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για να προωθήσει τη δουλειά του. «Έχω μπει στον κόσμο των social», μας λέει με χαμόγελο,«ανεβάζω βίντεο στα κοινωνικά δίκτυα, προβάλλοντας τόσο τη δουλειά μου όσο και το εμπόρευμα που διαθέτω».
Η αξιοπιστία, η μεγάλη ποικιλία υφασμάτων και η σύγχρονη παρουσία στο διαδίκτυο, έχουν συμβάλει στο να χτίσει ένα σταθερό και συνεχώς διευρυνόμενο πελατολόγιο. Ένα ακόμα παράδειγμα ανθρώπου που, με αφοσίωση και προσαρμοστικότητα, συνεχίζει να στηρίζει την τοπική επιχειρηματικότητα και την τέχνη του χειροποίητου.
Η ζήτηση για ποικιλία σε λευκά είδη είναι μεγάλη, καλύπτοντας ανάγκες που ξεπερνούν τα παραδοσιακά υφάσματα ένδυσης. Παράλληλα, εξυπηρετεί και τους συναδέλφους του, διατηρώντας την οικογενειακή παράδοση που ξεκίνησε από τη μητέρα και τον πατέρα του.
Μέσα από τις γνώσεις που έχει αποκτήσει, συνεχίζει την πορεία τους και διατηρεί τη φιλοσοφία τους αναλλοίωτη. Μάλιστα, όπως αναφέρει, πολλές γυναίκες επιλέγουν να ράψουν από είδη προίκας, όπως πετσέτες, μαξιλαροθήκες και άλλα λευκά είδη, επιθυμώντας να δημιουργήσουν κάτι μοναδικό και προσωπικό.