Ένα στρατηγικό σχέδιο για τη οδική ασφάλεια σε όλη τη γεωγραφική περιφέρεια του Δήμου Ηρακλείου βάζει μπροστά η Λότζια, που εξασφάλισε για το σκοπό αυτό από το Ταμείου Ανάκαμψης το ποσό των 3.394.467,00 ευρώ, μέρος των οποίων θα διατεθεί και για την αποκατάσταση της πύλης Παντοκράτορα στη Χανιόπορτα.
Η είδηση έγινε δεκτή με ικανοποίηση στη Λότζια, καθώς η έγκριση της χρηματοδότησης του φακέλου του έργου παρέχει οικονομική κάλυψη σε ένα σημαντικό σχεδιασμό που αφορά στη βελτίωση της ασφάλειας της κυκλοφορίας στις οδικές υποδομές.
Ειδικότερα, όπως εξηγεί με δηλώσεις του στην «Π» ο αντιδήμαρχος τεχνικών έργων κ. Γ.Αναστασάκης, «η υλοποίηση του έργου αποβλέπει, πέρα από την προφανή βελτίωση του επιπέδου οδικής ασφάλειας στο εξεταζόμενο δίκτυο, αφενός στην ομοιογενή αντιμετώπιση του θέματος της οδικής ασφάλειας και αφετέρου στην εξασφάλιση πλήρους αξιοποίησης των στοιχείων που θα συλλεχθούν και των αποτελεσμάτων του έργου στο μέλλον.
Ο Δήμος Ηρακλείου εργάζεται συστηματικά προς την κατεύθυνση της αναβάθμισης οδικής ασφάλειας σε όλη την έκταση του Δήμου και προχωρά τόσο σε συμβατικές όσο και σε καινοτόμες παρεμβάσεις. Η προσπάθεια αυτή αναγνωρίζεται πλέον σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με ορόσημο την ανάδειξη του Δήμου στους 3 φιναλίστ για το Ευρωπαϊκό Βραβείο Αστικής Οδικής Ασφάλειας (EU Urban Road Safety Award) του 2020, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την Ευρωπαϊκή Εβδομάδα Κινητικότητας.
Οι άλλες δύο υποψήφιες ευρωπαϊκές πόλεις για αυτό το βραβείο ήταν οι ισπανικές Bilbao και Quart de Poblet. Ο Δήμος Ηρακλείου απέσπασε τη δεύτερη θέση, με αποτέλεσμα την αναγνώριση, σε διεθνές επίπεδο, των προσπαθειών του για την προαγωγή κουλτούρας οδικής ασφάλειας.
Υπερυψωμένες διαβάσεις
Σύμφωνα με την τεχνική μελέτη του έργου, δρομολογείται η κατασκευή υπερυψωμένων διαβάσεων, που θα υλοποιείται κατά κύριο λόγο σε τοπικές και συλλεκτήριες οδούς που διασχίζουν κατοικημένες περιοχές, σε κύριες αρτηρίες που διασχίζουν τις κεντρικές περιοχές μικρών οικισμών, στο ιστορικό κέντρο της πόλης και σε άλλες περιοχές.
Γενικότερα δρομολογούνται έργα που αφορούν αλλαγές στην ευθυγραμμία της οδού ή στην υψομετρική διαμόρφωσή της, που σκοπό έχουν να μειώσουν τις ταχύτητες των οχημάτων ή και να εμποδίσουν τους μεγάλους κυκλοφορικούς φόρτους. Στόχος είναι η αλλαγή της οδικής συμπεριφοράς προς όφελος όχι μόνο της οδικής ασφάλειας αλλά και ποικίλων άλλων κοινωνικών δραστηριοτήτων του περιβάλλοντος της οδού.
Στόχος των μέτρων αυτών είναι η καλύτερη εξυπηρέτηση των πεζών και γενικότερα των ευάλωτων χρηστών της οδού και αυτό μπορεί να επιτευχθεί δίνοντας έναν πιο «ανθρώπινο χαρακτήρα» σ’ αυτό που σήμερα ονομάζουμε «οδό», μειώνοντας τις ταχύτητες των μηχανοκίνητων μέσων και τους κυκλοφοριακούς φόρτους που στη σημερινή εποχή αυξάνονται συνεχώς.
Τελικός στόχος όλων των μέτρων ήπιας κυκλοφορίας είναι η εξασφάλιση διαβίωσης σε ένα πιο ασφαλές και άνετο περιβάλλον, με χαρακτηριστικά «γειτονιάς». Οι κάτοικοι θα μπορούν να ζουν, να μετακινούνται, να κάνουν όλες τις δραστηριότητές τους σ’ ένα πιο ανθρώπινο περιβάλλον που θα το εκτιμούν και θα το φροντίζουν.
Τα μέτρα ήπιας κυκλοφορίας δίνουν μεγάλη σημασία στην πεζή μετακίνηση αλλά και στους ποδηλάτες. Ο πεζός και ο ποδηλάτης θα πρέπει να ζει σ’ ένα υγιές περιβάλλον, να μετακινείται με άνεση και ασφάλεια σε αστικά κέντρα ή μικρότερες πόλεις ή χωριά που του παρέχουν την κατάλληλη υποδομή μέσα από προσιτές και ευχάριστες διαδρομές.
Άρση της επικινδυνότητας της Χανιόπορτας
Από την ίδια πηγή χρηματοδότησης πρόκειται να καλυφθεί μία ακόμα σημαντική παρέμβαση που αφορά στην άρση επικινδυνότητας και την αποκατάσταση του ανοίγματος της Χανιόπορτας, γνωστής ως πύλης του Παντοκράτορα. Από έναν ενιαίο χώρο εσωτερικά της πύλης ξεκινούν δυο αψιδωτές στοές με διαφορετικές εισόδους, η μια που οδηγούσε στα δυτικά και η άλλη (στρατιωτική στοά) στη νότια χαμηλή πλατεία του προμαχώνα του Παντοκράτορα.
Στις αρχές του 20ού αι., με την εμφάνιση του αυτοκινήτου δημιουργήθηκαν ρήγματα σε διάφορα σημεία του τείχους, δίπλα στις υπάρχουσες ενετικές πύλες.
Έτσι κι εδώ, ακριβώς δίπλα στην πύλη του Παντοκράτορα δημιουργήθηκε το άνοιγμα της Χανιόπορτας που γεφυρώθηκε το 1913.
Το νεωτερικό άνοιγμα της Χανιόπορτας στα ενετικά τείχη της πόλης του Ηρακλείου, πέραν του πολιτιστικού και ιστορικού χαρακτήρα που διαθέτει, αποτελεί ως τοξωτή γέφυρα κάτω διάβασης σημαντικό τεχνικό έργο, του οποίου η ακεραιότητα και η ασφάλεια είναι αναγκαία για την εύρυθμη λειτουργία της πόλης, καθώς ευρίσκεται σε βασική αστική οδική αρτηρία, που συνδέει το ιστορικό κέντρο με τα δυτικά προάστια, τους γειτονικούς οικισμούς των Δήμων Ηρακλείου, Μαλεβιζίου και την Εθνική οδό Ηρακλείου – Χανίων.
Οι εργασίες που δρομολογούνται αφορούν στην επιδιόρθωση των βλαβών που εντοπίζονται εσωτερικά του τόξου του γεφυρώματος (εσωράχιο) όπου παρατηρείται πολύ έντονη υγρασία, διαρροή νερού, εγκάρσιες ρωγμές και αποσάθρωση του συνδετικού κονιάματος.