Σε κλίμα συγκίνησης έγινε η τελετή χειροτονίας του νέου επισκόπου Κνωσού, αρχιμανδρίτη και αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, Πρόδρομου Ξενάκη
Σε κλίμα συγκίνησης έγινε η τελετή χειροτονίας του νέου επισκόπου Κνωσού, αρχιμανδρίτη και αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, Πρόδρομου Ξενάκη

Με δάκρυα συγκίνησης και χαράς, οι πιστοί παρακολούθησαν στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μηνά τη χειροτονία του νέου επισκόπου Κνωσού, αρχιμανδρίτη και αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, Πρόδρομου Ξενάκη.

Τις ευχές του στον χειροτονηθέντα επίσκοπο Κνωσού, θεοφιλέστατο Πρόδρομο Ξενάκη, εξεφρασε ο περιφερειάρχης Κρήτης Σταύρος Αρναουτάκης ο οποίος παρευρέθηκε στην τελετή χειροτονίας, με τη συμμετοχή της ιεραρχίας, κλήρου, θεσμικών εκπροσώπων και λαού, όπου όλοι έκαναν δεκτό τον νέο επίσκοπο αναφωνώντας τη λέξη “Άξιος”.

Επίσης, ο κ. Αρναουτάκης στο γεύμα που ακολούθησε τιμής ένεκεν δώρισε στον νέο επίσκοπο-βοηθό του αρχιεπισκόπου, ιερατικό εγκόλπιο, ενώ παράλληλα στον σύντομο χαιρετισμό του εξέφρασε τις ευχές και την εμπιστοσύνη του στο πρόσωπό του, επισημαίνοντας ότι η Περιφέρεια Κρήτης συνεργάζεται με την Εκκλησία για το κοινό καλό της κοινωνίας και του τόπου.

Με τον περιφερειάρχη Κρήτης,  κ. Αρναουτάκη ο Πρόδρομος Ξενάκης

Στην προσφώνησή του, ο αρχιαδιάκονος, κ. Θεόδωρος, εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριάρχη, κ.κ. Βαρθολομαίου, ανέφερε, μεταξύ άλλων:

«Γνωρίζεις καλῶς, Θεοφιλέσταστε, ὅτι ὁ Παναγιώτατος Οἰκου μενικός ἡμῶν Πατριάρχης, καθ’ ὅλην τήν διάρκειαν τῆς θυσιαστικῆς διακονίας σου ἐν τῷ ἀμπελώνι τοῦ Κυρίου, περιέβαλλε τό πρόσωπόν σου μετά στοργῆς οὐ τῆς τυχούσης, ἐκτιμῶν τήν λιπαράν θεολογικήν σου παιδείαν, τήν ἐν γένει πνευματικήν κατάρτισιν καί συγκρότησίν σου, τό ἐκκλησιαστικόν σου ἦθος, τήν εὔορκον προσφοράν σου πρός τήν ἐν Κρήτῃ Ἐκκλησίαν, ὡς καί τήν ἀφοσίωσίν σου εἰς τήν Μητέρα Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Μεγάλην Ἐκκλησίαν καί τόν σεπτόν Προκαθήμενον αὐτῆς.

Ἔχεις, ἅγιε Κνωσσοῦ, τό πολύτιμον προνόμιον νά ἀνήκῃς ἀπό τῆς σήμερον εἰς τήν χορείαν τῆς σεβασμίας Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, «τῆς ἄρχουσας καί πάσχουσας Ἐκκλησίας», τῆς Ἐκκλησίας τῶν ἀναριθμήτων θλίψεων καί τῶν ἀλαλήτων στεναγμῶν, τῶν ἀτελευτήτων μαρτυρίων καί τῆς εὐαγγελικῆς μαρτυρίας, τῆς ἀδιαπτώτως ἀκολου-θούσης ἐπί δεκαεπτά καί πλέον αἰῶνας ἐν τῇ τοῦ Κωνσταντίνου Πόλει τήν κανονικήν ὁδόν τῆς θυσιαστικῆς διακονίας πρός τούς ἐγγύς καί τούς μακράν καί οὐδέποτε κινουμένης ἀπό τοῦ χρέους καί τῆς εὐθύνης, μέσῳ τῆς πολυπλεύρου κενωτικῆς προσφορᾶς αὐτῆς πρός ὁμοδόξους καί ἑτεροδόξους, ὡς καί πρός πάντα ἄνθρωπον καλῆς θελήσεως καί σύμπασαν τήν ποικιλοτρόπως ταλανιζομένην ἀνθρωπότητα.

Ἀντιλαμβάνεται, ἀσφαλῶς, ἡ ὑμετέρα Θεοφιλία ὅτι ἡ θυσιαστική διακονία τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως δέν τυγχάνει ἐπίκτητόν τι γνώρισμα κατά τήν ὑπεραιωνόβιον, χάριτι Θεοῦ, ἐπί γῆς φωταυγῆ καί πολύκροτον πορείαν της, ἀλλ’ ἀποτελεῖ συνεπῆ προβολήν καί ἀτα-λάντευτον φανέρωσιν τοῦ ἐκκλησιολογικοῦ γονιδιώματός της, καθώς καί ὀντολογικήν ἀπόρροιαν ἐκ τῆς ἀνοθεύτου εὐαγγελικῆς καί ἀποστο-λικῆς παραδόσεως καί τῆς διαχρονικῆς πατερικῆς αὐτοσυνειδησίας περί τοῦ Ἀρχιερατικοῦ λειτουργήματος ὡς διαρκοῦς Σταυροῦ, καθημερινῆς αὐθυπερβάσεως καί κενωτικῆς αὐτοπροσφορᾶς πρός διακονίαν τῶν καθ’ ἑκάστην ἀναγκῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, προσβλέποντος δέ εἰς τήν ἐκπλήρωσιν τῆς σωτηριολογικῆς, εὐχαριστιακῆς καί ἐσχατο-λογικῆς ἀποστολῆς του ἐν τῷ ἀνεσπέρῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

Ζῶμεν εἰς μίαν ἐποχήν, καθ’ ἥν, ὡς μή ὤφελε, τά ἀπ’ αἰώνων ἀπαράγραπτα καί ἀδιαπραγμάτευτα κανονικά προνόμια τοῦ παν-σέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἀμφισβητοῦνται ὑπό τινων δυστυχῶς ὁμοδόξων, λαβόντων τήν εἰς Χριστόν πίστιν καί τό ἅγιον βάπτισμα ἐκ τῆς πνευματικῆς μήτρας τοῦ Ὀρθοδόξου Γένους.

Διό καί σύ, ἅγιε Κνωσσοῦ, ὡς τό νεώτερον μέλος τῆς σεβασμίας αὐτοῦ Ἱεραρχίας ἐν τῇ ἐν Κρήτῃ Ἐκκλησίᾳ, καλεῖσαι κατά τήν σήμερον ἀρχομένην Ἀρχιε-ρατικήν σου διακονίαν νά τιμᾷς καί νά ὑπερασπίζησαι τήν ὑπαρξιακήν ἑνότητα καί κανονικήν ἀναφοράν τῆς ἐν Κρήτῃ τοπικῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἐν τῇ Μεγαλονήσῳ Ἱ. Πατριαρχικῶν καί Σταυροπηγιακῶν Μονῶν πρός τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, καθώς ἡ σχέσις αὕτη ἀποτελεῖ τόν ὀμφάλιον λῶρον διά τήν εὐστάθειαν καί τήν κατά Θεόν προκοπήν τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ τῆς ἐνταῦθα Ἐκκλησίας, τῆς ναυαρχίδος ταύτης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἐν τῇ εὐρυτέρᾳ περιοχῇ τῆς Μεσογείου καί ἐκλεκτῆς αὐτοῦ ἀναδενδράδος».