Στις 16 Σεπτεμβρίου αναμένεται να εκδικαστεί στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χανίων η υπόθεση της δολοφονίας 63χρονου κτηνοτρόφου στο Άνω Μέρος Ρεθύμνου, τον Ιούλιο του 2018. Στο εδώλιο παραπέμπονται δύο αδέρφια, 25 και 26 ετών αντίστοιχα, ο μικρότερος με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, ο μεγαλύτερος με την κατηγορία της άμεσης συνέργειας σε ανθρωποκτονία.
Κατά την προσαγωγή των δύο αδερφών στο Δικαστικό Μέγαρο Ρεθύμνου συγγενείς του 63χρονου θύματος σαν μαινόμενο ποτάμι όρμησαν να «σπάσουν» τον αστυνομικό κλοιό και να λιντσάρουν τους κατηγορούμενους.
Την ευθύνη για τη δολοφονία ανέλαβε ο μικρότερος αδερφός, ο 25χρονος. Αν και κατά την σύλληψή του αρνήθηκε κάθε εμπλοκή στη δολοφονία του συγχωριανού του, στην πορεία ισχυρίστηκε ότι αναγκάστηκε να πυροβολήσει για να προστατεύσει τη ζωή του καθώς απειλήθηκε. Τον 25χρονο «έδειξε» από την πρώτη στιγμή ο Αλβανός βοσκός του θύματος και συνοδηγός στο αυτοκίνητο.
Περιέγραψε ότι το όχημα στο οποίο επέβαιναν ο ίδιος και ο 63χρονος κτηνοτρόφος κλείστηκε από δύο οχήματα, μπρος και πίσω. Από το πρώτο αυτοκίνητο βγήκε ο 25χρονος, ο οποίος σύμφωνα με τον Αλβανό, αφού έσπασε με μαγκούρα το τζάμι, πυροβόλησε με πιστόλι τον 63χρονο. Μία από τις σφαίρες διαπέρασε το σώμα του θύματος και τραυμάτισε τον Αλβανό.
Ειδικότερα, ο 24χρονος Αλβανός είχε πιάσει δουλειά στα πρόβατα του μακαρίτη τον τελευταίο μήνα. Τη μοιραία ημέρα είχαν πάει με το αφεντικό του να ψάξουν κάποια πρόβατα κοντά στο Μοναστήρι της Παναγίας Τρυπητής. Εκεί βρισκόταν μία παρέα δέκα ατόμων, ανάμεσά τους και ο 25χρονος, για τις κουρές των προβάτων. Ο Αλβανός υποστηρίζει ότι η παρουσία του 63χρονου ενόχλησε το νεαρό, που άρχισε να βρίζει. «Τότε ο Μανώλης μου είπε: «Πάρε το αμάξι να φύγουμε γιατί θα μπλέξουμε».
Σε ό,τι αφορά στο σκηνικό της δολοφονίας, ο 24χρονος αλλοδαπός περιγράφει στην κατάθεσή του ότι αφού το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν εγκλωβίστηκε, ο 25χρονος κατέβηκε με μία μαγκούρα και χτύπησε αρχικά το παμπρίζ το οποίο έσπασε. «Τότε ο Μανώλης έκλεισε το παράθυρό του για να προστατευθεί και ο 25χρονος χτύπησε με την μαγκούρα το τζάμι και το έσπασε. «Μανώλη, γιατί ήρθες εκεί;» φέρεται να είπε βρίζοντας στον 63χρονο κτηνοτρόφο ο νεαρός.
Ο τελευταίος για να τον ηρεμήσει, του είπε: «Καλά-καλά δεν θα ξαναέρθω». Ξαφνικά ο επιτιθέμενος τράβηξε το όπλο από τη μέση του και πυροβόλησε τουλάχιστον τρεις φορές. Νομίζω ότι την πρώτη βολή την έπαιξε στο κεφάλι του και τις άλλες στο σώμα. Εγώ ήμουν σε κατάσταση πανικού, άνοιξα την πόρτα και έπεσα κάτω. Ένιωσα έναν πόνο στην πλάτη».
Στην προανακριτική του απολογία ο 25χρονος είχε εμφανιστεί συντετριμμένος. Ισχυρίστηκε ότι γλύτωσε από του Χάρου τα δόντια καθώς το θύμα έστρεψε κατά πάνω του την καραμπίνα. «Τον είδα να οπλίζει, ενστικτωδώς πυροβόλησα τρεις φορές προς το μέρος του. Είμαι συντετριμμένος, μακάρι να ήμουν εγώ στη θέση του».
Ο 26χρονος αδερφός του ισχυρίζεται ότι όταν έφθασε στο σημείο, το συμβάν είχε γίνει. «Δεν έχω καμία εμπλοκή. Λυπάμαι που χάθηκε ένας άνθρωπος».
Ο συνήγορος της πολιτικής αγωγής κ. Διονύσης Βέρρας είχε μιλήσει για μία «απόλυτα οργανωμένη συνεκτέλεση», υπογραμμίζοντας ότι παγίδευσαν και εγκλώβισαν το θύμα, το οποίο εκτελέστηκε με τρεις σφαίρες, η πρώτη στο κεφάλι εξ επαφής. Να σημειωθεί ότι αν και η ποινική δίωξη που είχε ασκηθεί στον 26χρονο ήταν για απλή συνέργεια στην ανθρωποκτονία, στο εδώλιο παραπέμπεται με την κατηγορία της άμεσης συνέργειας.