Κατά την προσαγωγή των συλληφθέντων στον εισαγγελέα
Κατά την προσαγωγή των συλληφθέντων στον εισαγγελέα

«Οικογενειακή υπόθεση» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αυτή που αναμένεται να εκδικαστεί  στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης, στις 11 Ιουλίου,  με επίκεντρο τα όσα περί διακίνησης ναρκωτικών ανέκυψαν  από τη μεγάλη αστυνομική επιχείρηση σε συγκρότημα πολυτελών κατοικιών μελών γνωστής φαμίλιας της Κρήτης, στην ευρύτερη περιοχή του Φόδελε, τον Σεπτέμβριο του 2021.

Ωστόσο, από  τις κατασχεθείσες ποσότητες, πέντε κιλά χασίς και 300 γραμμάρια κοκαΐνης, βαρύτερη παράμετρος  στην υπόθεση είναι  η  εμπλοκή 13χρονου τότε μέλους της οικογένειας, το οποίο, με βάση τις καταθέσεις αστυνομικών της Δίωξης Ναρκωτικών Ηρακλείου, φέρεται να χρησιμοποιούσαν στη ναρκω-μπίζνα ο πατέρας του και ο αδερφός του. Είναι ενδεικτικό ότι στον 13χρονο είχε ασκηθεί ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για συνέργεια.

Η δικογραφία αφορά σε 8 ενήλικες, εκ των οποίων οι πέντε είναι προφυλακισμένοι και συγγενείς μεταξύ τους. Πρόκειται για τον 50χρονο πατέρα του 13χρονου, τον 27χρονο αδερφό του και τρεις ακόμα νεαρούς συγγενείς τους. Οι μόνοι που είχαν γλιτώσει την προφυλάκιση ήταν τρεις αλλοδαποί αγοραστές-διακινητές, οι οποίοι  είχαν αφεθεί ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους.

Η επίμαχη αστυνομική επιχείρηση είχε συζητηθεί ευρέως καθώς ήταν ουσιαστικά η πρώτη φορά που οι Αρχές κατάφεραν να «τρυπήσουν» το πλέγμα ασφαλείας που είχαν δημιουργήσει σε μεγάλη ακτίνα γύρω από την «έδρα» τους οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση. Αστυνομικοί κύκλοι περιγράφουν ένα ιδιότυπο «άβατο» και στις καταθέσεις τους είναι αρκετά λεπτομερείς για τις κινήσεις των κατηγορουμένων σε καθημερινή βάση. Στη δικογραφία αποτυπώνεται ποιος πήγαινε, ποιος έφευγε, πού απέκρυπταν τα ναρκωτικά… Λεπτομέρειες για τις οποίες πολλοί απόρησαν.

Ήταν σαν να υπήρχαν ανάμεσά τους  «αόρατοι αστυνομικοί»  και είχαν δει τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα,  σε μία τεράστια έκταση με ιδιαίτερο ανάγλυφο. Ήταν σαν να τους είχαν «σκανάρει». Στη  δικογραφία, θέλοντας να καταδείξουν τη δυσκολία του εγχειρήματος, υπό την έννοια του απροσπέλαστου, αστυνομικοί περιγράφουν  ότι οι πολυτελείς κατοικίες τους ήταν κανονικά παρατηρητήρια. «Η εν λόγω περιοχή ελέγχονταν πλήρως από τις οικογένειες αφού ο δρόμος που οδηγούσε έξω από τις οικίες τους ήταν πλήρως ορατός και ελεγχόμενος από τα παράθυρα και τα μπαλκόνια τους, η περιοχή όλη ήταν περιφραγμένη με πλέγματα, έχοντας περικλείσει το βουνό ολόκληρο σε μεγάλη ακτίνα από τις οικίες τους, από την εθνική μέχρι την ακτογραμμή, βόρεια του ΒΟΑΚ».

Μόλις πλησίαζε κάποιο ξένο αυτοκίνητο, οι σκύλοι λυσσούσαν. Ακόμα όμως και στην παραλία, περίπου ένα χιλιόμετρο από τις κατοικίες,  κάθε ξένη παρουσία, ενεργοποιούσε συναγερμό. Αστυνομικοί κύκλοι είχαν σχολιάσει στην «Π» μετά την επιχείρηση ότι όταν οι κατηγορούμενοι έβλεπαν κάποιον άγνωστο να πλησιάζει είτε μέσω των δύο χωματόδρομων  ή με  κάποιο σκάφος, έσπευδαν αμέσως με τα αυτοκίνητα τους στο σημείο για να διερευνήσουν τον ρόλο του και να μάθουν ποιος είναι.