ΟΠΛΑ ΠΑΡΑΝΟΜΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΑΝΙΑ

Η τελευταία δικογραφία  του Τμήματος Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος  επιχειρεί να  προσθέσει ένα ακόμα κομμάτι στο τεράστιο παζλ της διακίνησης και εμπορίας όπλων στην Κρήτη. Γιατί τελικά εδώ στο νησί δεν ξέρουμε μόνο από καλό ελαιόλαδο!

Οι υποθέσεις που έχει χειριστεί η συγκεκριμένη υπηρεσία τουλάχιστον την τελευταία 5ετία μιλούν από μόνες τους και αποτελούν «βαρόμετρο».

Η έξαψη για τα όπλα  σε συνδυασμό με τη μεγάλη μπίζνα φέρεται να επιδρούν σχεδόν εθιστικά, εκτιμούν αστυνομικές πηγές. Όπλα και σφαίρες διακινούνται με τα… τσουβάλια.

Παρά την ποινική βαρύτητα που φέρει μία τέτοια δραστηριότητα, οι εμπλεκόμενοι δείχνουν να μην συμμερίζονται την ηθική και κοινωνική απαξία της πράξης. Απεναντίας, φέρονται να εντάσσουν πολύ φυσιολογικά  τα όπλα στην κουλτούρα και το εθιμικό δίκαιο. Και όταν όλο αυτό φέρνει και χρήμα, τότε το «πακέτο» είναι ακαταμάχητα ελκυστικό αφού και το πάθος τους ικανοποιούν και λεφτά βγάζουν.

Όπλα και σφαίρες μεταφέρονται στην Κρήτη με δέματα είτε μέσω εταιρειών κούριερ είτε μέσω λεωφορείων ή και με φορτηγά, όπως έχουμε δει να συμβαίνει και σε σχετικά πρόσφατες δικογραφίες.

Οπλισμός, ακόμα και βαρύς, έφθανε στο νησί με δέματα από το εξωτερικό ή άλλες περιοχές της Ελλάδας. Ακόμα, το 2019  το Οργανωμένο είχε ακινητοποιήσει  φορτηγό, το οποίο μόλις είχε φθάσει στην Κρήτη. Ανάμεσα σε μπάλες με τριφύλλι αστυνομικοί «ξετρύπωσαν» δεκάδες χιλιάδες σφαίρες καλάσνικοφ  που είχαν φορτωθεί από την Αλβανία.

Στελέχη της υπηρεσίας σχολίαζαν στην «Π» ότι στη φάση αυτή οι σφαίρες καλάσνικοφ είναι δυσεύρετες στην Κρήτη και γι’ αυτό  είναι πανάκριβες.

ΟΠΛΑ ΠΑΡΑΝΟΜΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΑΝΙΑ
Το εμπόριο όπλων και φυσιγγίων  διαχρονικά βρίσκεται ψηλά στο «χρηματιστήριο της παρανομίας». Ένας δίαυλος κλείνει, ένας άλλος ανοίγει. Εγκληματικά  δίκτυα στήνονται, εγκληματικά δίκτυα «ξηλώνονται» και η ζωή συνεχίζεται. Τα κυκλώματα πάντα βρίσκουν  τρόπο να ελίσσονται, για να συνεχίσουν τη δράση τους. Βρίσκουν νέα περάσματα και νέους συνδέσμους.

Στην τελευταία υπόθεση με τα δεκάδες όπλα (31 πολεμικά όπλα, 34 πιστόλια και περίστροφα, 13.000 φυσίγγια κλπ), η οποία πλέον έχει πάρει τον δρόμο της δικαιοσύνης,  από τους επτά συλληφθέντες ως βασικοί κατηγορούμενοι φέρονται σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ. τρία πρόσωπα, τα οποία συνδέονται  με τη λειτουργία των αντίστοιχων παράνομων εργαστηρίων όπλων, όπως τουλάχιστον χαρακτηρίζονται. Εμφανίζονται από την Αστυνομία να έχουν  φοβερές τεχνικές  γνώσεις και μεράκι. Στα χέρια τους «ζωντάνευαν» παλιά και άχρηστα όπλα ή μετέτρεπαν με υποδειγματικό τρόπο ρέπλικες σε κανονικά όπλα.

Βεβαίως, αναμένεται να εκθέσουν τους ισχυρισμούς τους τα επόμενα 24ωρα οπότε και θα κληθούν να απολογηθούν ενώπιον της αρμόδιας ανακριτικής Αρχής και αφού προηγουμένως οι συνήγοροί τους μελετήσουν την ογκώδη δικογραφία και διευκρινιστεί τι αποδίδεται στον καθένα.

Για την υπόθεση ασκήθηκαν ποινικές διώξεις που αφορούν στη σύσταση συμμορίας και στην κατοχή και εμπορία όπλων.

Ως κεντρικό πρόσωπο φέρεται 57χρονος, ο οποίος διατηρούσε νόμιμα οπλοπωλείο στο όνομα της συζύγου, στην πόλη των Χανίων. Κατά την Αστυνομία, στο υπόγειο του καταστήματος βρέθηκε να λειτουργεί παράνομο εργαστήριο με πλήρη εξοπλισμό, ενώ δίπλα, σε άλλο χώρο, βρέθηκε οπλισμός.

Το δεύτερο παράνομο εργαστήριο εντοπίστηκε επίσης στην πόλη των Χανίων και συνδέεται με 63χρονο πρώην στρατιωτικό.

«Έσπερναν» τα όπλα στα χωράφια

Το τρίτο παράνομο εργαστήριο λειτουργούσε στο Καστέλλι Κισάμου. Ο 57χρονος βοσκός χαρακτηρίζεται από τους αστυνομικούς και όσους είδαν δουλειά του ως άριστος οπλουργός.

Στην περίπτωσή του αστυνομικοί «ξέθαψαν» διάφορα όπλα από τα τριγύρω χωράφια, ενώ ο 28χρονος γιος του φέρεται να προσπάθησε να το «σκάσει», φορτωμένος με οπλισμό αλλά δεν κατάφερε να διαφύγει. Τον ακινητοποίησαν  αστυνομικοί της ΟΠΚΕ Ηρακλείου.

Δύο  ακόμα συλλήψεις έγιναν σε Παλαιόχωρα και σε χωριό του Αποκόρωνα αντίστοιχα. Οι συλληφθέντες φέρονται να  αγόραζαν όπλα από τους προαναφερόμενους με σκοπό την μεταπώληση, υποστηρίζεται.

Η τιμή της κάθε αγοραπωλησίας καθοριζόταν ανάλογα με την ζήτηση και το τάιμινγκ. Για παράδειγμα, η τιμή ενός καλάσνικοφ κυμαινόταν στα 1500 με 2000 ευρώ.  Και εντός Κρήτης διακινούνταν κυρίως με δέματα, ασυνόδευτα, που αποστέλλονταν μέσω κούριερ ή με λεωφορεία, με αφετηρία τα Χανιά.

Οι  εμπλεκόμενοι συνήθως  χρησιμοποιούσαν στις μεταξύ τους επικοινωνίες συνθηματικά και κωδικοποιημένες φράσεις. Έτσι, μιλούσαν για «φαγητό» και «καύσιμο», ή χρησιμοποιούσαν τα αρχικά κάθε λέξης. Για παράδειγμα έλεγαν «φέρε ένα καλά», εννοώντας καλάσνικοφ ή αναφέρονταν στη χώρα προέλευσης του όπλου π.χ.  ο Γερμανός, ο Άγγλος κλπ.