Ο πρόεδρος του ΤΕΕ/ΤΑΚ κ. Μιχάλης Χωραφάς

Στα κάγκελα βρίσκεται ο τεχνικός κόσμος της χώρας μετά την αιφνιδιαστική τροπολογία της κ. Κεραμέως, με την οποία εξισώνονται τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων ΑΕΙ με αυτά των αποφοίτων ιδιωτικών κολεγίων. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της επεξεργασίας του νομοσχεδίου για την επαγγελματική εκπαίδευση, κατατέθηκε και ψηφίστηκε τροπολογία με την οποία καθίσταται δυνατή η εγγραφή σε Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος και Οικονομικό Επιμελητήριο για τους αποφοίτους των κολεγίων.

«Μας θλίβει απίστευτα ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι διπλωματούχοι μηχανικοί της χώρας» τονίζει με δηλώσεις του στην «Π» ο πρόεδρος του ΤΕΕ/ΤΑΚ κ. Μιχάλης Χωραφάς. Ο ίδιος σημειώνει επίσης ότι «δυστυχώς σε πολλά επίπεδα δεν έχει εισακουστεί ο επιστημονικός λόγος και η επίσημη τοποθέτηση του κλάδου, αλλά  αυτό που έγινε με την τροπολογία ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι… Δεν είναι δυνατόν οι πενταετείς και υψηλού επιπέδου σπουδές των Πανεπιστημίων να εξισώνονται με τριετή ιδιωτικά κολέγια. Μας ικανοποιεί πλήρως η απόφαση του κεντρικού ΤΕΕ αφενός να αποδοκιμάσει την τροπολογία ξεκαθαρίζοντας ότι δεν θα εγγράψει στα μητρώα του απόφοιτους των ιδιωτικών σχολών, όπως επίσης και η απόφασή του να κινηθεί δικαστικά σε αυτή την αδικαιολόγητη και αιφνιδιαστική ενέργεια. Πρέπει να τονίσουμε ότι η επίμαχη απόφαση δεν υπήρχε στο κείμενο της διαβούλευσης, αλλά προστέθηκε αιφνιδιαστικά. Επίσης αδικείται παραγνωρίζεται ο κόπος της ελληνικής οικογένειας για να μορφώσει τα παιδιά της με ένα υψηλό επίπεδο και την ίδια στιγμή δίνεται η δυνατότητα σε όσους απλά έχουν την οικονομική δύναμη να εγγραφούν σε μια σχολή να αποκτήσουν τα ίδια δικαιώματα με πολύ διαφορετικό επίπεδο σπουδών το οποίο περιλαμβάνει εξειδικευμένα εργαστήρια υψηλού επιπέδου, διδακτικό προσωπικό κ.ά.».

Σφοδρή είναι και η αντίδραση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας της Πανελλήνιας Ένωσης Διπλωματούχων Μηχανικών Δημοσίων Υπαλλήλων, Ανώτατων Σχολών που με ανακοίνωση της καταδικάζει ομόφωνα «την αντιδημοκρατική και εκπρόθεσμη τροπολογία της υπουργού Παιδείας και της Κυβέρνησης συνολικά με την οποία νομοθετεί την υποχρέωση των επαγγελματικών φορέων να εγγράφουν εντός μήνα από την υποβολή της αίτησης τους απόφοιτους κολεγίων που έχουν αναγνωρισμένα επαγγελματικά προσόντα. Η ρύθμιση αυτή είναι αντισυνταγματικ,ή κατάφωρα άδικη για τους διπλωματούχους μηχανικούς, επιζήμια για το δημόσιο συμφέρον και διαλυτική για τη δημόσια παιδεία και τα ενιαία αδιάσπαστα πενταετή διπλώματα σπουδών. Έρχεται προς υλοποίηση διαχρονικών πολιτικών Ευρωπαϊκών Οδηγιών για εμπορευματοποίηση της παιδείας, υποτίμηση των επιστημονικών σπουδών και κατακερματισμό των επαγγελματικών δικαιωμάτων. Η κοινωνική ευθύνη του μηχανικού για τον σχεδιασμό του χώρου και των υποδομών καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος είναι τεράστιας κοινωνικής σημασίας και ευθύνης και δεν μπορεί να είναι εμπορικό αντικείμενο αμφιβόλου ποιότητας ιδρυμάτων. Απαιτούμε την άμεση κατάργηση της νομοθετικής ρύθμισης και δεσμευόμαστε ότι θα πράξουμε σε συντονισμό με τα άλλα Πολυτεχνεία και τις Πολυτεχνικές Σχολές, τους Συλλόγους και τους φορείς των μηχανικών αλλά και των άλλων κλάδων ό,τι χρειαστεί για τη μη υλοποίησή της και την οριστική απόσυρσή της».

Αντίστοιχα το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Συλλόγου Αρχιτεκτόνων διαμαρτύρεται έντονα για την υποτίμηση των πτυχίων των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, «με βάση τη προκλητική και απαράδεκτη απόφαση ισοτιμίας και εξίσωσης με τα πτυχία των Κολεγίων και μάλιστα με διαδικασίες χωρίς προηγούμενη διαβούλευση και εν μέσω πανδημίας. Πρόκειται για μια αιφνιδιαστική πρωτοβουλία του Υπουργείου Παιδείας, που προσπαθεί με την επίκληση ανεδαφικών δεδομένων και “χρησιμοποιώντας” ακόμα και το Κοινοτικό Δίκαιο και τις απόψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να δικαιολογήσει μια προκλητική πράξη. Η απαξίωσης της Δημόσιας Ανώτατης Εκπαίδευσης, η διαφαινόμενη παραπλάνηση των βουλευτών και των πολιτών της χώρας, καθώς και η υποβάθμιση αξιών και εννοιών είναι ορατή και προσβλητική. Η αριστεία την οποία δήθεν στηρίζετε και επικαλείστε από καιρού εις καιρόν, το δημόσιο συμφέρον, η υγεία, η ασφάλεια και η προστασία της ανθρώπινης ζωής έχουν ακυρωθεί ανεπιστρεπτί».