Σχέδια διαχείρισης κρίσεων πολιτικής προστασίας έχουμε… Αλλά είναι επί χάρτου… Αυτό είναι ένα από τα θλιβερά συμπεράσματα της χθεσινής συνεδρίασης της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Κρήτης που συγκλήθηκε προκειμένου να αποτιμήσει τις βαριές απώλειες που καταγράφονται στο νησί μετά τις μεγάλες πυρκαγιές των τελευταίων ημερών.
Ο πρόεδρος της ΠΕΔ και δήμαρχος Ηρακλείου κ. Βασίλης Λαμπρινός για σημειολογικούς λόγους ζήτησε η συνεδρίαση της ΠΕΔ να γίνει στις Βρύσες, καθώς είναι μια περιοχή η οποία κυριολεκτικά βρέθηκε στο επίκεντρο των μεγάλων πυρκαγιών που κατέκαψαν την περιοχή των Χανίων αποτεφρώνοντας τεράστιες εκτάσεις κατάφυτης γης.
Στη διάρκεια της σύσκεψης ένα από τα βασικά στοιχεία που αναδείχτηκε είναι ότι τα σχέδια πολιτικής προστασίας που υπάρχουν βρίσκονται ουσιαστικά στα χαρτιά και δεν έχουν δοκιμαστεί στην πράξη. Δηλαδή δεν έχουν γίνει οι απαραίτητες πρακτικές δοκιμές για να εφαρμοστούν στην πράξη ώστε να υπάρχει η αναγκαία ετοιμότητα όταν υπάρξει κρίση.
Μάλιστα όπως τονίσθηκε τα σχέδια όχι μόνο δεν έχουν δοκιμαστεί αλλά δεν έχουν καν επικαιροποιηθεί για να διαπιστωθεί εάν έχουν όλη την απαιτούμενη ευελιξία και τη συγκρότηση για να ανταποκριθούν στις σύγχρονες ανάγκες. Στο πλαίσιο αυτό υπογραμμίστηκε η ανάγκη εκπόνησης σχεδίων έκτακτης ανάγκης, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε δήμου.
Την πρόταση, η οποία έγινε αποδεκτή από παριστάμενα μέλη της ΠΕΔ, κατέθεσε ο δήμαρχος Πλατανιά, Γιάννης Μαλανδράκης, τονίζοντας ότι ένα τέτοιο σχέδιο μπορεί να ανταποκρίνεται σε πραγματικές καταστάσεις, ανάλογα με τις ανάγκες και τις συνθήκες που επικρατούν σε κάθε περιοχή.
Στη συνεδρίαση της ΠΕΔ τέθηκε το ζήτημα των αποζημιώσεων των ιδιωτών από τις ζημιές που προκάλεσαν οι πυρκαγιές, καθώς και το ζήτημα της αποκατάστασης των υποδομών. Επίσης, κορυφαίο ζήτημα το οποίο αναδείχτηκε ήταν η υποστελέχωση των υπηρεσιών και οι δραματικές περικοπές στα κονδύλια που διατίθενται για τις ανάγκες πολιτικής προστασίας.
Οι αυτοδιοικητικοί τόνισαν ότι είναι απαράδεκτο και δεν μπορεί να εξακολουθήσει η πολιτική πρακτική του ακρωτηριασμού των κονδυλίων πολιτικής προστασίας λόγω των μνημονίων, με δεδομένο μάλιστα το γεγονός ότι τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν δημιουργήσει μεγάλες ανατροπές στη ζωή μας και σε κάθε βήμα μας θα πρέπει ο παράγοντας αυτός να λαμβάνεται υπόψη.
Για παράδειγμα όπως είπαν οι δήμαρχοι, πλέον τα θέματα πυροπροστασίας δεν αναδεικνύονται μόνο τους θερινούς μήνες, αφού με τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσονται οι καιρικές συνθήκες επιβάλλουν τη λήψη μέτρων σε όλη τη διάρκεια του έτους.
Στο πλαίσιο της συζήτησης αναδείχτηκε όλη η παθογένεια του συστήματος διαχείρισης της πολιτικής προστασίας που καθιστά δύσκολη των αντιμετώπιση των προβλημάτων των φυσικών καταστροφών όταν αυτά εκδηλωθούν. Επίσης τονίσθηκε η ανάγκη η Κρήτη να αποκτήσει ένα ελικόπτερο το οποίο σε μόνιμη βάση θα βρίσκεται στο νησί, προκειμένου να παρεμβαίνει σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
Συγκεκριμένα υπογραμμίστηκε η ανάγκη στάθμευσης ελικοπτέρου τύπου «Ericsson» στο νησί. Ακόμα ζητούμενο παραμένει ο εκσυγχρο- νισμός των μέσων πυρόσβεσης, και η ανάπτυξη ενημερωτικών δράσεων της κοινωνίας ώστε να είναι προετοιμασμένη σε περίπτωση που εκδηλωθούν φαινόμενα φυσικών καταστροφών.
Στη διάρκεια της συνεδρίασης τονίσθηκε ότι ο επίλογος της πύρινης πολιορκίας που κατέκαψε τον Αποκόρωνα και τον Πλατανιά είναι κυριολεκτικά συγκλονιστικός καθώς έχει αλλάξει δραματικά η εικόνα μιας τεράστιας κατάφυτης περιοχής που αποτελούσε ένα από τα όμορφα επισκέψιμα σημεία του νησιού.
Τα στοιχεία δείχνουν σύμφωνα με τον δήμαρχο Αποκορώνου Χαράλαμπο Κουκιανάκη ότι από την πυρκαγιά αποτεφρώθηκαν περίπου 7000 στρέμματα εκ των οποίων όπως εκτιμά το 60% ήταν γεωργική γη. Παράλληλα προκλήθηκαν μεγάλες ζημιές στο ζωικό και φυτικό βασίλειο.
Οι περισσότερες ζημιές σύμφωνα με τον κ Κουκιανάκη καταγράφηκαν στα Δημοτικά Διαμερίσματα Κρυονερίδας, Βάμου και Φρε.Ο ίδιος εκτιμά ότι το κόστος της αποκατάστασης για τις υποδομές του Δήμου θα πρέπει να υπολογίζεται στο ένα εκατομμύριο ευρώ.
Από την πλευρά του ο δήμαρχος Πλατανιά Γιάννης Μαλανδράκης εκτιμά ότι μετά την πυρκαγιά στην περιοχή του Κακοπέτρου η καμένη έκταση πρισδιορίζεται στα 1500 – 2000 στρέμματα.