που δεν κόουτς ντάουν διαφήμιση
Η σκηνή από τη γνωστή διαφήμιση είναι χαρακτηριστική

Κότα για κότα δεν είχαν αφήσει, όπως τουλάχιστον κατηγορούνται, τρεις νεαροί από την ενδοχώρα του Ηρακλείου, οι οποίοι παραπέμπονται να δικαστούν ως «κλεφτοκοτάδες ολκής», αν και οι ίδιοι επιμένουν στην αθωότητα τους. Την… αφεντιά τους, σύμφωνα με τα όσα περιγράφονται στη δικογραφία, δεν θα προλάβαινε ούτε ο χωροφύλακας στη γνωστή πλέον διαφήμιση που έχει μείνει για την επική ατάκα «πουτ δεν κοτς ντάουν σλόουλι».

Στην περίπτωση τους, οι κλεμμένες κότες δεν ήταν μία και δύο αλλά δεκάδες…

Στους τρεις φίλους αποδίδεται ότι είχαν κλέψει σχεδόν 160 όρνιθες από διάφορα κοτέτσια, συν 25 κουνέλια.

Τις 95 όρνιθες φέρονται να τις έκλεψαν από τον ίδιο άνθρωπο, σε δύο διαφορετικές φάσεις. Μετά την πρώτη κλοπή, ο παθών αποφάσισε να εγκαταστήσει στο κοτέτσι, σε μη εμφανές σημείο, κάμερα ασφαλείας. Έτσι τη δεύτερη φορά που οι δράστες επισκέφθηκαν τον χώρο του, η κάμερα κατέγραψε τον σωματότυπο και τις κινήσεις τους. Ο ίδιος ο παθών εκφράζει σε κατάθεση του την πεποίθηση ότι και στις δύο κλοπές, οι δράστες ήταν ίδιοι.

Στην παρέα των τριών αποδίδονται και άλλες κλοπές, από ένα ψυγείο, μία πόρτα και παράθυρα, μέχρι τραπέζια, σίτες, εργαλεία και κομπρεσέρ.

Πάντως και οι τρεις επιμένουν ότι δεν είναι οι δράστες και μάλιστα ο ένας υποστηρίζει ότι επειδή ήταν ζωηρός από μικρός, οι χωριανοί τον βάζουν άδικα στο στόμα τους και τον στοχοποιούν.

Πάντως, σε αντίθεση με τη διαφήμιση και την επ’ αυτοφώρω σύλληψη του κλεφτοκοτά από το όργανο της τάξης, στην συγκεκριμένη δικογραφία, η ΕΛ.ΑΣ φέρεται να κατέληξε στους τρεις νεαρούς με βάση, όπως αναφέρεται, την αξιοποίηση πληροφοριών, πολλά και διαφορετικά ανώνυμα τηλεφωνήματα (υποστηρίζεται ότι οι πληροφοριοδότες θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους για λόγους προστασίας), τον τρόπο δράσης αλλά και τη χωρική κατανομή των παράνομων ενεργειών.