Πικρό καφέ… κέρασε ο Μητσοτάκης την εστίαση από τη ΔΕΘ – Αντιδράσεις στο Ηράκλειο

Στα κάγκελα είναι η εστίαση μετά τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, καθώς ο κλάδος εκφράζει την βαθύτατη οργή και αγανάκτησή του για την πλήρη και προκλητική αδιαφορία της Κυβέρνησης.

«Μηδέν εις το πηλήκιο» είναι τα μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων, ενώ σε τοπικό επίπεδο επικρατεί αναβρασμός, καθώς οι πιέσεις που δέχεται ο κλάδος είναι αφόρητες.

Σύμφωνα με την πρόεδρο του Συλλόγου Καταστημάτων Εστίασης Ηρακλείου, Μαρία Αντωνακάκη, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο ανασφάλειας, όπου οι επιχειρήσεις μας λύγισαν υπό το βάρος της ακατάσχετης ακρίβειας, του ενεργειακού κόστους που έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο και της δραματικά μειωμένης κατανάλωσης, περιμέναμε από την Κυβέρνηση δίκαιες και ουσιαστικές λύσεις.

Αντ’ αυτού, εισπράξαμε μια εκκωφαντική σιωπή. Μια σιωπή που ισοδυναμεί με καταδίκη για χιλιάδες επιχειρήσεις του κλάδου. Όπως τονίζει η ίδια, «ο πρωθυπουργός αρνείται επίμονα την επαναφορά του ΦΠΑ στο 13% στο σερβιριζόμενο καφέ, ροφήματα και μη αλκοολούχα ποτά, παρά τις προεκλογικές του δεσμεύσεις για μειωμένο και ενιαίο ΦΠΑ στην εστίαση. Είμαστε ο μοναδικός κλάδος που δεχθήκαμε αύξηση στους συντελεστές ΦΠΑ κατά τη θητεία του».

Σύμφωνα με την κυρία Αντωνακάκη, «ο πρωθυπουργός δεν ανακοίνωσε κανένα ουσιαστικό μέτρο για την ανάσχεση του ενεργειακού κόστους, αφήνοντάς μας έρμαια στις διαθέσεις της αγοράς και οδηγώντας μας με μαθηματική ακρίβεια στο λουκέτο».

Η ίδια σημειώνει ότι «ο κ. Μητσοτάκης παραβλέπει την ανάγκη μείωσης του μη μισθολογικού κόστους, αδιαφορώντας για την ασφυξία που προκαλεί στις επιχειρήσεις και την αδυναμία μας να διατηρήσουμε τις θέσεις εργασίας». Ωστόσο, όπως εξηγεί η πρόεδρος του Συλλόγου, όταν σβήνουν τα φώτα της εστίασης, σκοτεινιάζει ολόκληρη η κοινωνία και η οικονομία.

Η ίδια μάλιστα επικαλείται πρόσφατη εξαμηνιαία έρευνα οικονομικού κλίματος στις μικρές επιχειρήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, από την οποία προκύπτει ότι η επενδυτική δραστηριότητα παραμένει χαμηλή και συγκεκριμένα στο 53,4% των επιχειρήσεων που επένδυσαν, το ποσό δεν ξεπέρασε τις 5.000 ευρώ, ενώ η εξάρτηση από ίδια κεφάλαια φτάνει το 83,2%.

Παράλληλα, η ρευστότητα υποχώρησε περαιτέρω, με το 56,7% των ερωτηθέντων να δηλώνει μείωση, γεγονός που θυμίζει τις δύσκολες συνθήκες του 2018. Η έρευνα υλοποιήθηκε στο πλαίσιο της Πράξης «Ανάπτυξη μηχανισμών και εφαρμογή δράσεων στήριξης της προσαρμοστικότητας και της ανθεκτικότητας των ΜΜΕ και του ανθρώπινου δυναμικού τους», το οποίο χρηματοδοτείται από το ΕΣΠΑ – Πρόγραμμα Ανταγωνιστικότητα 2021-2027.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της νέας έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, το οικονομικό κλίμα για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις παρουσίασε σημαντική επιδείνωση το πρώτο εξάμηνο του 2025. Ο σχετικός δείκτης μειώθηκε κατά δώδεκα ποσοστιαίες μονάδες, φθάνοντας στις 47,2 μονάδες, αντανακλώντας τις αυξημένες πιέσεις που δέχονται οι επιχειρήσεις από τη μείωση του κύκλου εργασιών, το υψηλό λειτουργικό κόστος, τη χαμηλή ρευστότητα και την περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Αντίστοιχα, ο Δείκτης Προσδοκιών υποχώρησε ελαφρώς στις 58,2 μονάδες, επιβεβαιώνοντας το κλίμα αβεβαιότητας και συγκρατημένων προοπτικών.

Από τα επιμέρους στοιχεία της έρευνας προκύπτει ένα σύνθετο περιβάλλον πιέσεων. Πιο συγκεκριμένα: Εννέα στις δέκα επιχειρήσεις δήλωσαν αύξηση του λειτουργικού κόστους από την έναρξη της ενεργειακής κρίσης. Το 50% των επιχειρήσεων ανέφερε μείωση του κύκλου εργασιών το πρώτο εξάμηνο του 2025.

Η ρευστότητα υποχώρησε περαιτέρω, με το 56,7% να δηλώνει μείωση, γεγονός που θυμίζει τις δύσκολες συνθήκες του 2018. Η επενδυτική δραστηριότητα παραμένει χαμηλή: στο 53,4% των επιχειρήσεων που επένδυσαν, το ποσό δεν ξεπέρασε τις 5.000 ευρώ, ενώ η εξάρτηση από ίδια κεφάλαια φτάνει το 83,2%. Παρά τις δυσκολίες, εντοπίζονται και ορισμένα θετικά σημάδια: Το 10,1% των επιχειρήσεων ανέφερε αύξηση προσωπικού.

Το ποσοστό των επιχειρήσεων με ληξιπρόθεσμες οφειλές μειώθηκε στο 24% (από 30,2% το προηγούμενο εξάμηνο). Συνολικά, η έρευνα αποτυπώνει ένα επιχειρηματικό τοπίο με κυρίαρχες προκλήσεις και περιορισμένα θετικά σημάδια, τα οποία λειτουργούν περισσότερο ως ενδείξεις ανθεκτικότητας παρά ως ουσιαστική αλλαγή της τάσης.