Ξηρουχάκης Ιωάννης

Όλες οι Χώρες του κόσμου αντιμετωπίζουν προβλήματα άλλες μικρότερα και άλλες μεγαλύτερα, η Χώρα μας όμως αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση, αφού έχει υποστεί αλλεπάλληλα πλήγματα, που πριν τελειώσει το ένα, έρχεται το επόμενο και δεν την αφήνουν να ησυχάσει.

Έτσι λοιπόν αντιμετώπισε μια πρωτοφανή οικονομική κρίση, η οποία ταλαιπώρησε τον Ελληνικό λαό περισσότερο από μια οκταετία (2010-2018) με την εφαρμογή τριών αλλεπάλληλων Μνημονίων, που για την αντιμετώπιση της είναι σαν να κατέθεσε τα όπλα στους δανειστές της, οι οποίοι αποφάσιζαν για το τι πρέπει να γίνει στη Χώρα και προκειμένου να αποφύγει τα χειρότερα, αναγκάστηκε να εκτελεί τις εντολές τους. Το παράδοξο όμως είναι, ότι δεν έγινε καμιά προσπάθεια για τον καταλογισμό τουλάχιστον των πολιτικών ευθυνών στους υπαίτιους, γιατί η κρίση δεν ήρθε από τον ουρανό.

Μόλις λοιπόν κατάφερε μετά από πολλές προσπάθειες και θυσίες του Ελληνικού λαού, να απαλλαγεί από τη Μνημονιακή επιτήρηση (21-08-2018) και πριν καλά, καλά αναπνεύσει, ήρθε η υγειονομική κρίση, η οποία συνεχίζει να είναι παρούσα και κανείς δεν γνωρίζει πότε θα απαλλαγεί από την αυτήν την νέα περιπέτεια.

Δεν έφταναν όμως όλα αυτά, αλλά ήρθε και μια νέα απειλή για να ολοκληρώσει την καταστροφή και αυτή δεν είναι άλλη από την ακρίβεια, η οποία σαρώνει την αγορά και οι πολίτες εξαντλημένοι από την πολύχρονη ταλαιπωρία που έχουν υποστεί, δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τα νέα προβλήματα που δημιουργούνται από την νέα πραγματικότητα.

Την ευθύνη βέβαια για την αντιμετώπιση του κύματος της ακρίβειας την έχει αποκλειστικά και μόνο η Κυβέρνηση, η οποία οφείλει να δράσει αποτελεσματικά και να πάρει εγκαίρως μέτρα για την προστασία των καταναλωτών. Όμως όταν ακούγεται από επίσημα χείλη ότι η αγορά λειτουργεί με τους δικούς της κανόνες και ρυθμίζεται μόνη της, δηλαδή ότι δεν χρειάζεται καμιά παρέμβαση, τότε η αγορά μένει ανεξέλεγκτη, με αποτέλεσμα το μεγάλο θεριό να τρώει το μικρό και αυτός που θα πληρώνει το κόστος, δεν θα είναι κανένας άλλος παρά ο ίδιος ο καταναλωτής.

Πώς όμως να αντιδράσει το Κράτος όταν το ίδιο είναι ο πρωταγωνιστής στην αύξηση των τιμών, αφού για παράδειγμα με την πολύ υψηλή φορολογία που επιβάλλει στα καύσιμα, επηρεάζεται το κόστος παραγωγής και μεταφοράς των προϊόντων, ενώ έχει και το ακριβότερο ηλεκτρικό ρεύμα ανά κιλοβατώρα από όλες τις Χώρες της Ευρώπης, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται όχι μόνο η οικονομία των νοικοκυριών αλλά και των μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων.

Υποστηρίζεται μάλιστα η άποψη ότι το φαινόμενο της σημερινής αύξησης στις τιμές των καυσίμων μπορεί να είναι παροδικό και πράγματι πιθανόν να είναι, αφού στη διαμόρφωση της τιμής των υγρών καυσίμων παίζεται χοντρό παιχνίδι από τις εταιρείες παραγωγής και μεταφοράς των καυσίμων, με αποτέλεσμα οι τιμές τους να ανεβοκατεβαίνουν ανάλογα με τα δικά τους συμφέροντα.

Μπορεί όμως οι τιμές των καυσίμων να ανεβοκατεβαίνουν, αλλά οι τιμές των αγαθών όταν ανέβουν, δύσκολα επιστρέφουν σε προηγούμενη τιμή, όπως για παράδειγμα όταν ο καφές ανέβει από τα δύο στα τρία ΕΥΡΩ, αλλά και η αύξηση άλλων αγαθών, όσο και αν μειωθεί η τιμή των υγρών καυσίμων ή του ηλεκτρικού ρεύματος οι τιμές δεν πρόκειται να επιστρέψουν ποτέ. Παράδειγμα έχουμε την μείωση αρκετές φορές των υγρών καυσίμων, αλλά των τιμών όμως ποτέ.

Η Πολιτεία βέβαια μπορεί να εξαγγέλλει μέτρα για να μετριάσει τις αντιδράσεις των πολιτών, όταν όμως τα μέτρα αυτά είναι επικοινωνιακά, δεν πρόκειται να πείσουν κανένα, διότι όταν αδειάζουν το πορτοφόλι του πολίτη είναι μια πραγματικότητα, που δεν θεραπεύεται με λόγια αλλά χρειάζεται πράξη, όπως είναι για παράδειγμα η εξαγγελία για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά οκτώ ποσοστιαίες μονάδες, ενώ ταυτόχρονα αυξάνονται οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, που τότε ο πολίτης αντί να πληρώσει λιγότερα ο λογαριασμός μαζί με τους παράπλευρους φόρους και τέλη, όπως είναι ο φόρος μεταβίβασης, τα συμβολαιογραφικά, τα Δημοτικά τέλη κτλ, αυξάνεται σημαντικά με αποτέλεσμα το συνολικό ποσό που θα καταβάλλει ο ιδιοκτήτης του ακινήτου, να είναι τελικά πολύ μεγαλύτερο.

Επίσης η ρύθμιση καταβολής του ποσού του ΕΝΦΙΑ σε οκτώ ή δέκα μηνιαίες δόσεις, δεν προσφέρει καμιά ουσιαστική βοήθεια, αφού το ετήσιο εισόδημα σε αρκετούς πολίτες είναι πολύ χαμηλό και δεν επαρκεί για να καλύπτει τις ανάγκες τους και έτσι είναι ένα δώρον άδωρον.

Ο μόνος λοιπόν που διευκολύνεται από την αύξηση των δόσεων, είναι το ίδιο το Κράτος, αφού αρκετοί ιδιοκτήτες ακινήτων δεν θα μπορούν με λιγότερες δόσεις, να καταβάλλουν το ποσό του ΕΝΦΙΑ, με αποτέλεσμα το Ελληνικό Δημόσιο να έχει λιγότερα έσοδα.

* Ο Ιωάννης Ξηρουχάκης είναι πρώην δ/ντής ΕΛΤΑ