Η απόφαση του αρμόδιου Δικαστικού Συμβουλίου για την προφυλάκιση ή μη των έξι κατηγορουμένων στην υπόθεση αρχαιοκαπηλίας, που αποκαλύφθηκε έπειτα από έφοδο σε κατοικία στο χωριό Ατσιπάδες πριν από λίγες ημέρες, αναμένεται στις αρχές της ερχόμενης εβδομάδας. Το Δικαστικό Συμβούλιο συνεδρίασε και η ανακοίνωση της απόφασης ενδέχεται να γίνει τη Δευτέρα, 5 Μαΐου.
Όπως έχει γράψει η «Π», όλα ξεκίνησαν όταν έφτασαν στην αρμόδια υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ. (Τμήμα Προστασίας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Αρχαιοτήτων) πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες τουλάχιστον τρεις δράστες, μέλη εγκληματικής οργάνωσης, έχουν στην κατοχή τους αρχαιότητες, τις οποίες ενδιαφέρονταν να πουλήσουν άμεσα. Οι κάτοχοι των αρχαίων σύμφωνα με τη δικογραφία, αναζητούσαν αγοραστές σε όλη τη χώρα. Επίσης, οι συγκεκριμένοι είχαν προαποφασίσει τη διάθεση/διακίνηση των αρχαιοτήτων, καθόσον για κάποιες αρχαιότητες που κατείχαν, υπήρχε ενδιαφέρον από υποψήφιους αγοραστές. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται, μέλος της οργάνωσης με το όνομα «Λάμπρος» αναζητούσε αγοραστές.
Ακολούθησε στις 22/4 η σχετική διάταξη του εισαγγελέα και ξεκίνησε η έρευνα από την αστυνομία.
Στη διάρκεια της έρευνας, ανακριτικός υπάλληλος του Τμήματος Προστασίας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Αρχαιοτήτων προσέγγισε τον ένα εκ των κατηγορουμένων ως «εικονικός μεσάζοντας ενδιαφερόμενου αγοραστή», προκειμένου να αξιολογήσει τις προς πώληση αρχαιότητες. Το πρωινό της 23ης Απριλίου, ο 54χρονος από τη Χαλκίδα συναντήθηκε με τον αστυνομικό στο Ηράκλειο και στη συνέχεια τον οδήγησε στην Αγία Βαρβάρα, όπου λίγη ώρα μετά συναντήθηκαν και με τον 50χρονο κάτοικο Ρεθύμνου. Όλοι μαζί πήγαν στις Ατσιπάδες, όπου έγινε η συνάντηση με όλους τους μετέπειτα συλληφθέντες και κατηγορούμενους.
Στη διάρκεια της συνάντησης, οι παριστάμενοι επέδειξαν 46 αρχαιότητες στον συγκαλυμμένα δράστη αστυνομικό, ζητώντας για την πώληση του συνόλου αυτών το χρηματικό ποσό των 600 χιλιάδων ευρώ. Επίσης, ο διευθυντής της δημόσιας υπηρεσίας, επέδειξε στον αστυνομικό, όπως αναφέρεται στη δικογραφία, φωτογραφία από το κινητό του τηλέφωνο στην οποία απεικονιζόταν ένα πιθανόν αρχαίο χρυσό στεφάνι, για το οποίο ισχυρίστηκε ότι διαθέτει και αυτό προς πώληση έναντι του ποσού του ενός εκατομμυρίου ευρώ.
Όσοι ώρα γινόταν η έκθεση των αρχαίων αστυνομικοί κύκλωναν το σημείο της συνάντησης. Όταν ο υποτιθέμενος μεσάζοντας συμφώνησε για το ύψος αγοράς των αρχαίων, οι κάτοχοι των αρχαίων και ο αστυνομικός βγήκαν από το σπίτι. Εκείνη τη στιγμή τούς γνωστοποίησε την ταυτότητά του και έκανε σήμα στους άλλους αστυνομικούς, οι οποίοι προχώρησαν και στη σύλληψη των δραστών.