Αρχηγικό στέλεχος του κυκλώματος που εξέδιδε πλαστές ταυτότητες, διαβατήρια, ΑΦΜ κοκ σε κακοποιούς και στο οποίο εμπλέκονται και αστυνομικοί, είχε επαφές και στην Κρήτη. Αυτό αναφέρεται μεταξύ άλλων στο πολυσέλιδο διαβιβαστικό της Αστυνομίας για μια από τις μεγαλύτερες εγληματικές οργανώσεις των τελευταίων ετων, το μέγεθος της οποίας έχει προβληματίσει ακόμα και τους πιο έμπειρους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ.
Συγκεκριμένα σε απόσπασμα της δικογραφίας αναφέρεται:
«Ο Μ. Παναγιώτης, έως το 2019, αποτέλεσε βασικό αρχηγικό και ιδρυτικό μέλος της οργάνωσης, κατέχοντας διευθυντικό ρόλο εντός αυτής, διανέμοντας ουσιαστικά ρόλους, αλλά και λαμβάνοντας αποφάσεις για την ένταξη νέων μελών και τις συνεργασίες της ομάδας με έτερα πρόσωπα.
Επιπλέον, από το συγκεντρωθέν προανακριτικό υλικό, τις ακόλουθες αναλυτικά περιγραφόμενες περιπτώσεις και το ποινικό του παρελθόν προκύπτει, η έντονη δραστηριοποίηση και παρουσία του στην Κρήτη και δη στον νομό Χανίων και η σύνδεσή του με αστυνομικούς και με περιπτώσεις αντικανονικής έκδοσης ταυτοτήτων, μεταβαίνοντας ο ίδιος από την Αθήνα στην Κρήτη, ώστε να συντονίζει τη δράση της οργάνωσης, έχοντας φυσική παρουσία, αλλά και εποπτεύοντας επί τόπου την εγκληματική δραστηριότητα των μελών».
Στη δικογραφία γίνεται επίσης αναφορά σε αστυνομικό τμήμα του νησιού (στον νομό Χανίων) ενώ υπάρχουν τα ονόματα δύο αστυνομικών με καταγωγή από τα Χανιά και μιας πολιτικής υπαλλήλου με καταγωγή από το Λασίθι. Οι προαναφερθέντες δεν υπηρετούν στην Κρήτη. Για τη δράση τους (των αστυνομικών) αναφέρεται χαρακτηριστικά στο δικόγραφο:
«Οι ανωτέρω αστυνομικοί, προέβαιναν στην έκδοση δελτίων ταυτότητας ή διαβατηρίων, πραγματοποιούσαν πληκτρολογήσεις – αναζητήσεις σε ηλεκτρονικές εφαρμογές και εκμεταλλευόμενοι την ιδιότητα τους παρείχαν ουσιαστικές πληροφορίες και συνδρομή στην εγκληματική οργάνωση κατ’ εξακολούθηση».
Σε άλλο σημείο της δικογραφίας γίνεται αναφορά σε έναν εκ των εγκεφάλων του κυκλώματος (όχι αστυνομικό) ο οποίος είχε απασχολήσει τη Δικαιοσύνη στα Χανιά. Συγκεκριμένα αναφέρεται:
«Από το ποινικό του παρελθόν προκύπτει ότι, το 2007, συνελήφθη, δυνάμει του υπ’ αριθ. 15/2007 εντάλματος σύλληψης του 22ου Ανακριτή Πρωτοδικών Χανίων για τη συμμετοχή του σε εγκληματική οργάνωση εμπορίας ανθρώπων (trafficking). Συγκεκριμένα, στην δικογραφία που σχηματίστηκε από την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλή-
ματος & Εμπορίας Ανθρώπων Αττικής, προκύπτει ότι οι Z. N και Y. O. κατέθεσαν ότι, το 2005, ο Μ. τις προμήθευσε με ελληνικά ταξιδιωτικά έγγραφα και τις εξανάγκασε να εκδίδονται έναντι αμοιβής, η οποία, έως τη συγκέντρωση του χρηματικού ποσού των 25.000€ και 32.000€, αντίστοιχα, θα κρατούνταν από τον ίδιο ως εξόφληση για την έκδοση των εγγράφων ταυτοπροσωπίας τους».
Το κύκλωμα
Διακόσια δέκα πέντε άτομα, εκ των οποίων 30 εν ενεργεία αστυνομικοί, δύο απόστρατοι και δύο πολιτικοί υπάλληλοι της ΕΛΑΣ, ήταν τα μέλη του μεγάλου κυκλώματος παράνομων ελληνοποιήσεων και «ξεπλύματος» κακοποιών, που εξαρθρώθηκε μετά από πολύμηνη έρευνα από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων, όπως προκύπτει από την ογκωδέστατη δικογραφία που σχηματίστηκε για την υπόθεση, η οποία περιλαμβάνει εντυπωσιακά στοιχεία για την δράση της οργάνωσης, αλλά και τους «πελάτες», που στο μεγαλύτερο μέρος τους ήταν σημαντικά ονόματα στον χώρο του εγκλήματος και της διακίνησης ναρκωτικών ειδικότερα.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ένας από τους 20 που συνελήφθησαν στο πλαίσιο του αυτοφώρου από τους «αδιάφθορους» της ΕΛΑΣ ήταν καταζητούμενος για εμπόριο ναρκωτικών, για το οποίο εκκρεμούσε ποινή φυλάκισης 12 ετών σε βάρος του, αλλά κυκλοφορούσε με άλλο όνομα και καθ’ όλα νόμιμα εκδοθέντα έγγραφα.
Οκτώ ακόμα άτομα συνελήφθησαν σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης το προηγούμενο διάστημα, επίσης για εμπόριο μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών και δύο γιατί καταζητούνταν διεθνώς με ερυθρά αγγελία για εγκληματική δράση. Όλοι είναι Αλβανοί ελληνοποιημένοι από το κύκλωμα, που θησαύριζε «ξεπλένοντάς» τους με νόμιμα έγγραφα, αντί τουλάχιστον 30.000 ευρώ για το κάθε έγγραφο.
Κομβικό ρόλο σε όλη αυτή την παρανομία είχαν ο διοικητής Τμήματος Ασφαλείας της Δυτικής Αττικής, μαζί με την σύζυγό του, επίσης αστυνομικό στην ίδια υπηρεσία, ωστόσο τα αρχηγικά στελέχη ήταν άλλοι. Συγκεκριμένα, ως αρχηγός φέρεται ένας ομογενής από το Καζακστάν, κάτοικος ‘Ανω Λιοσίων και ως «νούμερο 2» ένας ακόμα ομογενής από το Καζακστάν, κάτοικος Ασπροπύργου, ο οποίος μάλιστα είχε βγάλει και για τον εαυτό τους έγγραφα με άλλα στοιχεία.
Υπενθυμίζουμε ότι μετά από συντονισμένη επιχείρηση της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων, συνελήφθησαν συνολικά 20 άτομα και συγκεκριμένα τα δύο ηγετικά στελέχη, 9 αστυνομικοί, ένας πολιτικός υπάλληλος, ένας δικηγόρος, μία υπάλληλος ληξιαρχείου και ακόμα 5 ιδιώτες ως μέλη, μεταξύ των οποίων και ο Αλβανός «πελάτης», έμπορος ναρκωτικών.
Στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμη 195 άτομα, μεταξύ των οποίων 21 αστυνομικοί, 2 απόστρατοι, πολιτική υπάλληλος και 171 ιδιώτες.
Σύμφωνα με στοιχεία και ένα αναλυτικό «οργανόγραμμα» της «μαφίας» των παράνομων ελληνοποιήσεων, που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, φαίνεται καθαρά πως πρόκειται για μια άρτια δομημένη εγκληματική οργάνωση, στην οποία καθοριστικό ρόλο είχαν ο αξιωματικός και η σύζυγος του, στο γραφείο του οποίου βρέθηκε και το χρηματοκιβώτιο με 320.000 ευρώ.