Ένα παραμύθι που ξεκίνησε πριν από δεκαετίες από την φτωχογειτονιά της Αγίας Τριάδας και το ταπεινό Ανωγειανό Δημοτικό και διανύοντας τον μισό πλανήτη σε βιβλιοθήκες και αμφιθέατρα και που κατέληξε σήμερα στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, θα μπορούσε να είναι η ιστορία του Νίκου Κτιστάκη.
Είναι, όμως, μια ιστορία από ‘κείνες που γράφει η ζωή όχι συχνά, ενώ προφανώς κρύβει πολλή και σκληρή δουλειά, αφού πλέον ο μοριακός βιολόγος από το Ηράκλειο έχει «αγγίξει» την κορυφή της επιστήμης. Είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και επικεφαλής ερευνητικής ομάδας στο Babraham Institute, που μελετά την αυτοφαγία.
Αν και λείπει 50 και πλέον χρόνια από το Ηράκλειο, είναι Κρητικός και κάθε Αύγουστο μπορείτε να τον συναντήσετε να τριγυρίζει ανάμεσα στο Ηράκλειο, τον Μοχό και τη Μεσαρά, με το νοιάξιμο του απλού πολίτη που θέλει ένα κόσμο καλύτερο.
Κάπως έτσι, άλλωστε, ξεκίνησε και η περιπέτεια της ζωής του, για το καλύτερο, όταν στα 9 του χρόνια, η δασκάλα του στο Ανωγειανό σχολείο, Μαρία Μπαντουβά, τον δήλωσε σε ένα διαγωνισμό του Αμερικάνικου Κολλεγίου. Προφανώς ούτε η ίδια, ούτε ο μικρός Νίκος, που φυσικά ήταν άριστος μαθητής, ούτε και η οικογένειά του μπορούσαν να φανταστούν στην εξέλιξη.
Άλλωστε, ζούσαν στην Αγία Τριάδα σε ένα σπίτι μικρό και ήταν μια μέση οικογένεια που εξασφάλιζε τα προς το ζην, αλλά φυσικά δεν θα μπορούσε να πληρώσει το Αμερικάνικο Κολλέγιο για τον Νίκο. Ο ίδιος θυμάται κάθε λεπτομέρεια από αυτήν την ιστορία. Πώς άλλωστε θα ξεχνούσε την αφετηρία μιας πορείας που τον έφερε στο σήμερα;
Μιλώντας στην «Π», θυμάται: «Μια από τις ασκήσεις που κληθήκαμε να λύσουμε (ήμασταν όλοι μαθητές της Τρίτης Δημοτικού από όλη την Κρήτη), ήταν να μοιράσουμε 100 δραχμές σε δύο άτομα και ο ένας να πάρει 10 δραχμές περισσότερες από τον άλλο. Εγώ έγραψα 55-45 αλλά όταν βγήκα έξω άκουγα τους άλλους να λένε για 40-60».
Η οικογένεια του Νίκου, αν και τους έλειπε το παιδί τους, κατάλαβαν ότι αυτή ήταν η ευκαιρία της ζωής του και έτσι βρέθηκε οικότροφος ως τα 17 του στο Αμερικάνικο Κολλέγιο στην Αθήνα, με πλήρη υποτροφία.
Αφήνοντας την μνήμη να γυρίσει πίσω, να κάνει τον κύκλο της ζωής και να γυρίσει στο σήμερα θα πει: «Εγώ σήμερα είμαι σίγουρος ότι αυτό έπρεπε να γίνει, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι ο πατέρας μου δεν μετάνιωσε που με άφησε να φύγω στα 9 μου χρόνια. Προφανώς ήταν υπερήφανος για μένα και γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να πληρώσει τα δίδακτρα στο Αμερικάνικο Κολλέγιο, καθώς ήταν ένας άνθρωπος που συντηρούσε την οικογένειά του με ένα μισθό».
Ο Νίκος Κτιστάκης θυμάται ότι κάποια στιγμή, στα 12 του χρόνια, ένιωσε να του λείπει η οικογένειά του, αλλά ήταν κάτι που ξεπεράστηκε γρήγορα, καθώς επρόκειτο για μια ισχυρά δεμένη, όπου τους ένοιωθε κοντά του, ακόμα κι αν δεν ήταν δίπλα του.
Η διαδρομή από το Ανωγειανό Δημοτικό στο Αμερικάνικο Κολλέγιο, στη Νέα Υόρκη και το Ντάλας, με υποτροφίες ως τις σημερινές μελέτες για την αυτοφαγία
Βιολογία αντί ιατρικής
Στα 18 του χρόνια έφυγε από την Αθήνα και συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία στη Νέα Υόρκη και στο Ντάλας του Τέξας, όπου έζησε και εργάστηκε για 17 χρόνια.
Πώς, όμως, βρέθηκε στη Βιολογία, αφού στην Αμερική βρέθηκε για να σπουδάσει Ιατρική; Όπως θα πει ο ίδιος: «Ο σκοπός πηγαίνοντας στην Αμερική ήταν να σπουδάσω ιατρική και ακολούθησα ένα πρόγραμμα σπουδών που ονομάζεται pre-med (προ-ιατρική, αν και δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία με την Ελλάδα).
Στην πορεία των σπουδών μου, ανακάλυψα ότι με ενδιαφέρει περισσότερο ο μηχανισμός της ανθρώπινης φυσιολογίας και οι μοριακές αιτίες των ασθενειών και κατάλαβα ότι θα με κάλυπτε περισσότερο ένα διδακτορικό στη Βιολογία. Σήμερα, στην Αμερική αλλά και στην Ευρώπη, υπάρχουν πολλά προγράμματα σπουδών που συνδυάζουν την Βιολογία με την Ιατρική (λέγονται MD-Phd programs) και καλύπτουν ακριβώς αυτή την ανάγκη για όσους το επιθυμούν».
Σήμερα, όμως, είναι καθηγητής μοριακής βιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και επικεφαλής ερευνητικής ομάδας στο Babraham Institute, με έρευνα που αγγίζει την καρδιά της σύγχρονης βιοϊατρικής. Η ομάδα του -από το 1996-ερευνά την αυτοφαγία.
Μιλώντας για το αντικείμενο αυτής της έρευνας και τη σημασία της για τους ζώντες οργανισμούς θα πει: «Η αυτοφαγία είναι ένας μηχανισμός που συναντάμε σε όλους τους αναπτυγμένους οργανισμούς αλλά και στους μύκητες. Ο αρχικός σκοπός ήταν μάλλον να δημιουργεί θρεπτικές ουσίες κανιβαλίζοντας κυτταρικά συστατικά όταν οι θρεπτικές ουσίες εκτός κύτταρου είναι πολύ περιορισμένες. Με αυτόν τον τρόπο, η αυτοφαγία επεκτείνει την ζωή των κυττάρων και τα αποτρέπει από το να πεθάνουν.
Στην πορεία, μια δεύτερη ιδιότητα της αυτοφαγίας ήρθε στο προσκήνιο, και αυτή ήταν η δυνατότητα να “καθαρίζει” επικίνδυνα συστατικά μέσα στο κύτταρο, οδηγώντας τα στην αδρανοποίηση και καταστρέφοντάς τα. Χωρίς αυτήν την λειτουργία, κύτταρα όπως αυτά του εγκεφάλου είναι δύσκολο να εξαφανίσουν επικίνδυνα συστατικά που θα οδηγούσαν σε νευροεκφυλιστικές διαταραχές».
Ο έρωτας στο Πανεπιστήμιο και η οικογένεια
Καθοριστική στη ζωή του στάθηκε και η γνωριμία του με τη Μαρία Μανιφάβα, επίσης ερευνήτρια, βιολόγο που εργάζεται στην ομάδα του. Οι δυο τους συναντήθηκαν, όταν ο Νίκος Κτιστάκης δίδαξε στο Τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και η Μαρία έκανε παρέα με την αδελφή του.
Από τότε πορεύονται μαζί. Σήμερα ζουν ανάμεσα στο Cambridge και το Ηράκλειο, μεγαλώνοντας τα δίδυμα παιδιά τους, τη Μαρία και τον Θεόφιλο, που είναι 17 ετών.
Η οικογένεια μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα σε δύο χώρες. Στην Αγγλία κυλά η καθημερινότητα της έρευνας, των εργαστηρίων και των διεθνών συνεργασιών τον περισσότερο χρόνο. Τα καλοκαίρια, όμως, όλοι μαζί έρχονται στην Κρήτη, καθώς εδώ είναι οι ρίζες του αλλά και οι συγγενείς τους, αφού η Μαρία κατάγεται από τον Μοχό και ο Νίκος από τη Μεσσαρά. Πρόσφατα, μάλιστα, αγόρασαν κι ένα σπίτι και έτσι είναι πλέον και επίσημοι κάτοικοι και του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ελλάδας.
Ένας πολίτης του κόσμου, που μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στην Αγγλία και στην Κρήτη και μιλά με συγκίνηση για τον τόπο καταγωγής του
Στο σπίτι τους λειτουργούν ως Έλληνες και τα παιδιά τους φοίτησαν στο ελληνικό σχολείο του Gabridge. Με αφορμή αυτό, ο κ. Κτιστάκης μάς δίνει μια ενδιαφέρουσα πληροφορία, αναφέροντας ότι πριν την κρίση, στο σχολείο πήγαιναν από 30 ως 50 παιδιά, αλλά σήμερα φοιτούν 250, αφού οι γονείς τους μετανάστευσαν εκεί. Η Μαρία θέλει να γίνει δικηγόρος και ο Θεόφιλος μηχανικός. Οι γονείς τους δηλώνουν ότι θα τους στηρίξουν σε όποια απόφαση κι αν πάρουν.
Η ζωή του Νίκου Κτιστάκη και της οικογένειάς του είναι μοιρασμένη. Στο Cambridge είναι ο ερευνητής που μελετά τα μοριακά μυστικά της ζωής και στο Ηράκλειο είναι ο άνθρωπος που επιστρέφει κάθε καλοκαίρι για να ξαναβρεί τις ρίζες του και να μοιραστεί τον χρόνο του με την οικογένεια και τους φίλους του.
Δεν σκοπεύει να επιστρέψει μόνιμα στην Ελλάδα, αλλά ποτέ δεν έπαψε να την κουβαλά μαζί του: στις μνήμες από τη γειτονιά όπου μεγάλωσε, στο σπίτι του Ηρακλείου, στα καλοκαίρια με τη σύζυγο και τα παιδιά του.
Παρά την επιτυχία του στο εξωτερικό, ο Νίκος Κτιστάκης δεν παύει να αυτοπροσδιορίζεται ως Κρητικός. «Η Ελλάδα είναι μέσα μου, στην ταυτότητά μου, στη γλώσσα που μιλάω με τα παιδιά μου, στις εικόνες και στις μνήμες μου», λέει συγκινημένος.
Στο ερώτημα αν θα ήθελε τα παιδιά του να ζήσουν στην Ελλάδα, απαντά διπλωματικά: «Θέλω να έχουν την ελευθερία να διαλέξουν. Να ξέρουν ότι μπορούν να σπουδάσουν και να εργαστούν οπουδήποτε στον κόσμο, χωρίς να περιορίζονται από σύνορα. Αν θέλουν να γυρίσουν στην Κρήτη, θα χαρώ· αν θελήσουν να μείνουν στο εξωτερικό, θα τους στηρίξω».
Τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι καλά αλλά έχουν αρκετά μεταπτυχιακά
Παρά τη μόνιμη εγκατάστασή του στη Βρετανία, ο Νίκος Κτιστάκης διατηρεί έντονο ενδιαφέρον για την Ελλάδα και την Ανώτατη Εκπαίδευση.
Έχοντας συμμετάσχει σε δεκάδες αξιολογήσεις μεταπτυχιακών προγραμμάτων σε ελληνικά πανεπιστήμια τονίζει: «Η κατάσταση των ελληνικών πανεπιστημίων δεν είναι όπως συχνά παρουσιάζεται. Το επίπεδο είναι αρκετά καλό. Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλά μεταπτυχιακά, περισσότερα από όσα μπορούν να υποστηρίξουν. Ιδιαίτερα στις ιατρικές σχολές, πολλά καλύπτουν κενά που θα έπρεπε να καλύπτονται στην ειδικότητα».
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που αναφέρει είναι το Πανεπιστήμιο του Cambridge που διαθέτει μόλις τρία μεταπτυχιακά, ενώ η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Aθηνών 80.
Για το “brain drain”
Η συζήτηση γρήγορα οδηγείται στο φαινόμενο της διαρροής επιστημόνων στο εξωτερικό.
«Πολλά παιδιά στην Ελλάδα μπαίνουν στη λογική να μαζεύουν πτυχία για να βρουν δουλειά», εξηγεί. «Αυτό τους περιορίζει· δεν καλλιεργούν την επιστημονική εξωστρέφεια που χρειάζεται. Σκέφτονται μόνο πώς να επιβιώσουν εδώ και όχι πώς να ανοίξουν τον ορίζοντά τους. Έτσι, τελικά, καταλήγουν να φεύγουν στο εξωτερικό».
Ο ίδιος εντοπίζει και βαθύτερα αίτια: «Δεν μαθαίνουμε να συνεργαζόμαστε. Το βλέπεις σε πολλούς κλάδους, όχι μόνο στην επιστήμη. Αυτή η εσωστρέφεια μας κρατάει πίσω».
Όσον αφορά στους Έλληνες επιστήμονες του εξωτερικού, ο κ. Κτιστάκης βλέπει πιο πιθανόν να αποκτήσουν μια σχέση που να στηρίζουν τη χώρα μας, αφού ούτως ή άλλως το κάνουν, όπου και όποτε μπορούν, από το να επιστρέψουν πίσω.