Σήμερα, Δευτέρα, οι μαθητές του Δημοτικού και του Νηπιαγωγείου στα Βορίζια επέστρεψαν στα θρανία τους, κάνοντας ένα σημαντικό βήμα προς την κανονικότητα, μία εβδομάδα μετά το αιματηρό περιστατικό. Παρά την αυξημένη αστυνομική παρουσία και τους ελέγχους στις εισόδους του χωριού, τα σχολεία λειτούργησαν κανονικά, ενώ ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί βρίσκονται στο πλευρό της σχολικής κοινότητας για να στηρίξουν την ομαλή επιστροφή στην καθημερινότητα.
Στην «Π» μιλήσαμε με την ψυχολόγο Θεοδώρα Πασπαράκη (BSc Αναπτυξιακή Ψυχολόγος, MSc στην Ειδική Αγωγή), η οποία, μέσα από την εμπειρία και τη γνώση της, παρέχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζονται οι γονείς.
Με δεδομένη τη δύσκολη συναισθηματική κατάσταση των παιδιών και των δύο οικογενειών, η ψυχολόγος Θεοδώρα Πασπαράκη τονίζει ότι το σχολείο πρέπει να λειτουργεί ως ασφαλής χώρος. Οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να παραμένουν ψύχραιμοι και σταθεροί, δίνοντας στα παιδιά τη δυνατότητα να εκφράσουν τα συναισθήματά τους χωρίς φόβο ή ενοχή. Με υποστήριξη και καθοδήγηση, το σχολείο μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να διαχειριστούν τις συγκρούσεις με σεβασμό και ασφάλεια.
1. Τι ρόλο μπορούν να παίξουν οι δάσκαλοι, οι σύμβουλοι αλλά και η ίδια η οικογένεια στην καθημερινή παρακολούθηση της τάξης;
Ο ρόλος τους είναι συμπληρωματικός: οι δάσκαλοι παρατηρούν, οι σύμβουλοι ερμηνεύουν και οι γονείς στηρίζουν. Η επικοινωνία μεταξύ τους είναι κρίσιμη.
Ένα παιδί που αλλάζει συμπεριφορά, που αποσύρεται ή εκδηλώνει θυμό, χρειάζεται να το δουν όχι ως «πρόβλημα», αλλά ως μήνυμα. Η σταθερή παρουσία, η συνέπεια και η κοινή γραμμή μεταξύ οικογένειας και σχολείου δημιουργούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο το παιδί αισθάνεται ότι κάποιος το βλέπει, το ακούει και το προστατεύει.
2. Πώς επηρεάζουν τα οικογενειακά γεγονότα τα συναισθήματα των παιδιών;
Τα παιδιά είναι βαθιά δεκτικά στα συναισθήματα και τις εντάσεις του οικογενειακού περιβάλλοντος. Ακόμη κι όταν δεν κατανοούν πλήρως τι συμβαίνει, αντιλαμβάνονται τις μεταβολές στη στάση, στον τόνο της φωνής και στις σιωπές των ενηλίκων.
Όταν το σπίτι –ο χώρος που συμβολίζει την ασφάλεια– διαταράσσεται από συγκρούσεις ή απώλειες, το παιδί βιώνει σύγχυση και φόβο. Σε τέτοιες στιγμές δεν χρειάζεται λεπτομερείς εξηγήσεις, αλλά απλά και ειλικρινή λόγια που θα του επιτρέψουν να νιώσει ότι υπάρχει φροντίδα και σταθερότητα γύρω του.
3. Τι σημαίνει «κρατάω απόσταση για να προστατεύω τον εαυτό μου»;
Το να κρατάω απόσταση δεν σημαίνει ότι απορρίπτω ή αδιαφορώ. Σημαίνει ότι αναγνωρίζω πως κάποια γεγονότα ή σχέσεις μπορεί να με τραυματίσουν και επιλέγω να διατηρήσω ένα ψυχικό όριο που με προστατεύει.
Είναι μια πράξη αυτοφροντίδας και ωριμότητας, όχι αποξένωσης. Η συναισθηματική απόσταση λειτουργεί σαν προσωρινό καταφύγιο, ώσπου να επανέλθει η εσωτερική ισορροπία.
4. Πώς μπορούμε να δείξουμε δύναμη χωρίς επιθετικότητα;
Η αληθινή δύναμη δεν εκφράζεται με αντίδραση, αλλά με επιλογή. Είναι η ικανότητα να ελέγχω την παρόρμησή μου, να θέτω όρια με σεβασμό και να υπερασπίζομαι τις αξίες μου χωρίς να πληγώνω.
Δύναμη είναι να μιλήσεις με σταθερότητα αντί να φωνάξεις, να αποχωρήσεις από μια σύγκρουση που δεν οδηγεί πουθενά, να δείξεις αξιοπρέπεια όταν γύρω σου επικρατεί ένταση. Αυτή η στάση αποτελεί παράδειγμα και για τα παιδιά, που μαθαίνουν πως η ηρεμία είναι μορφή γενναιότητας.
5. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο να υπερασπίζομαι τον εαυτό μου και στο να προκαλώ;
Η υπεράσπιση του εαυτού έχει στόχο τη διατήρηση της αξιοπρέπειας, ενώ η πρόκληση αποσκοπεί στην επιβολή. Στην πρώτη περίπτωση λειτουργούμε από θέση αυτοσεβασμού, ενώ στη δεύτερη από θέση ανασφάλειας ή θυμού.
Το να υπερασπίζομαι τον εαυτό μου σημαίνει πως γνωρίζω την αξία μου και δεν επιτρέπω την αδικία, χωρίς όμως να χρειάζεται να υποτιμήσω τον άλλον. Αυτή η διάκριση είναι θεμελιώδης, ειδικά όταν μιλάμε για κοινότητες ή οικογένειες που κουβαλούν φορτίο παλιών συγκρούσεων.
6. Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά που νιώθουν θυμό ή μίσος μετά από ένα αιματηρό περιστατικό;
Τα παιδιά χρειάζονται χώρο για να εκφράσουν αυτά τα δύσκολα συναισθήματα χωρίς ενοχή. Ο θυμός δεν πρέπει να τιμωρείται, αλλά να «μεταφράζεται». Μέσα από το παιχνίδι, τη ζωγραφική ή τον διάλογο, το παιδί μπορεί να εξωτερικεύσει την ένταση και να αρχίσει να κατανοεί τι νιώθει.
Ο ρόλος του ενήλικα είναι να σταθεί δίπλα του με σταθερότητα — όχι να του υποδείξει πώς πρέπει να αισθάνεται, αλλά να του δείξει ότι υπάρχει τρόπος να διαχειρίζεται το σκοτάδι χωρίς να το αφήνει να το κυριεύσει.
7. Πώς μπορεί το σχολείο να προλάβει τις εντάσεις πριν εξελιχθούν σε βία;
Το σχολείο είναι ο πρώτος κοινωνικός καθρέφτης. Η πρόληψη δεν ξεκινά από τους κανόνες, αλλά από την καλλιέργεια κουλτούρας διαλόγου και εμπιστοσύνης.
Όταν τα παιδιά νιώθουν ότι μπορούν να μιλήσουν για ό,τι τα φοβίζει ή τα θυμώνει, μειώνεται η ανάγκη για εκρηκτικές συμπεριφορές. Προγράμματα συναισθηματικής αγωγής, ομάδες συζήτησης και ενεργή παρουσία ψυχολόγου ή συμβούλου ενισχύουν την αίσθηση του «ανήκειν» και περιορίζουν το έδαφος της βίας.
