κακοποίηση κορίτσι
Ο 35χρονος εξακολουθεί να αρνείται τις πράξεις που του αποδίδονται

Πίσω στη φυλακή αλλά με αισθητά μειωμένη ποινή θα επιστρέψει ο 35χρονος Ηρακλειώτης, ο οποίος κρίθηκε ένοχος και σε δεύτερο βαθμό για την επί τριετίας σεξουαλική κακοποίηση της 5χρονης κορούλας του.

Πρωτόδικα ο νεαρός πατέρας, ο οποίος εξακολουθεί να αρνείται τις αποδιδόμενες πράξεις, είχε καταδικαστεί σε συνολική ποινή κάθειρξης 39 ετών κατά συγχώνευση. Ειδικότερα για την κατηγορία του βιασμού είχε επιβληθεί κάθειρξη 18 ετών ενώ είχε καταδικαστεί σε 20 και 20 έτη κάθειρξης για τις κατηγορίες της αποπλάνησης και της αιμομιξίας.

Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ανατολικής Κρήτης τον έκρινε και πάλι ένοχο, όμως το πλαίσιο της ποινής διαφοροποιήθηκε σημαντικά σε σχέση με το πρωτόδικο δικαστήριο αφενός διότι του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου αφετέρου γιατί το αδίκημα της αιμομιξίας έχει μετατραπεί πλέον σε πλημμέλημα σύμφωνα με το νέο Ποινικό Κώδικα.

Έτσι οι ποινές που επιβλήθηκαν στον 35χρονο πατέρα ήταν από 8 έτη για τις κατηγορίες του βιασμού και της αποπλάνησης συν δύο έτη για την κατηγορία της ασέλγειας μεταξύ συγγενών. Κατά συγχώνευση η τελική ποινή διαμορφώθηκε στα 13 έτη.

Η ετυμηγορία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου εξόργισε την πλευρά της μητέρας του παιδιού και των συγγενών της, οι οποίοι παρακολούθησαν την ακροαματική διαδικασία.  Η υπόθεση εκδικάστηκε κεκλεισμένων των θυρών. Ο πατέρας κατηγορείται ότι κακοποιούσε το κοριτσάκι από την ηλικία των 5 έως 8 ετών.

Η καταγγελία στις αρμόδιες Αρχές έγινε με καθυστέρηση και αφού το ζευγάρι είχε χωρίσει και το γεγονός αυτό είχε προκαλέσει προβληματισμό και επιφυλάξεις ως προς την αξιοπιστία της καταγγελίας. Η υπόθεση αποκαλύφθηκε όταν σύμφωνα με πληροφορίες το κοριτσάκι εκμυστηρεύθηκε κάποια πράγματα σε συγγενικό του πρόσωπο.

Τον Ιούλιο του 2018 ο ιδιωτικός υπάλληλος κλήθηκε σε απολογία ενώπιον της αρμόδιας ανακρίτριας Ηρακλείου. Για την προφυλάκιση του ή όχι υπήρξε διαφωνία μεταξύ ανακριτή και εισαγγελέα και η υπόθεση του παραπέμφθηκε στο Δικαστικό Συμβούλιο Ηρακλείου, το οποίο τελικά έκρινε ότι πρέπει να οδηγηθεί στην φυλακή μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.

Με βάση το παραπεμπτικό βούλευμα φέρεται να κακοποιούσε το παιδί έως και τρεις φορές εβδομαδιαίως. Είτε εκμεταλλευόταν την απουσία της συζύγου του από το σπίτι είτε περίμενε έως αργά τη νύχτα να κοιμηθεί η σύζυγος του.

«Έκλεινε την πόρτα της κρεβατοκάμαρας τους ώστε να μην ακούγεται ο παραμικρός ήχος, μετέβαινε στο υπνοδωμάτιο της ανήλικης κόρης του, έκλεινε την πόρτα, της αφαιρούσε τα ρούχα και ξάπλωνε δίπλα της στο κρεβάτι….» αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Επισημαίνεται ακόμα ότι το παιδί προσπαθούσε να αντιδράσει, όμως εκείνος την απειλούσε ότι σε περίπτωση που αποκάλυπτε στην μητέρα τις μυστικές τους συνευρέσεις, θα τους έδιωχνε από το σπίτι ενώ έφραζε το στόμα του παιδιού με το χέρι του για να μην ακούγονται οι φωνές του.

Είναι αξιοσημείωτο ότι στο πρωτόδικο δικαστήριο διαρκούσης της ακροαματικής διαδικασίας η συνήγορος  του κατηγορούμενου πατέρα παραιτήθηκε από την υπεράσπιση του. Στην απόφαση αυτή οδηγήθηκε έπειτα από τα νέα δεδομένα που παρουσιάστηκαν στη δίκη αναφορικά με τα αποτελέσματα γυναικολογικού υπερήχου στον οποίο υποβλήθηκε το παιδί με αίτημα της πολιτικής αγωγής.

Μέχρι τότε δεν υπήρχαν αντικειμενικά ευρήματα που να συνηγορούν υπέρ της σεξουαλικής κακοποίησης του παιδιού. Αναφέρεται ότι δεν υπήρχε ιατροδικαστική έκθεση με το αιτιολογικό ότι το κοριτσάκι ήταν αρνητικό στην εξέταση του.

Κατά την πολιτική αγωγή, το παιδί όταν κλήθηκε να εξεταστεί από τον ιατροδικαστή έσφιξε τα πόδια του, ενώ παρουσίασε απώλεια ούρων και κοπράνων.

Ο γυναικολογικός υπέρηχος στον οποίο υποβλήθηκε το παιδί έφεραν τα πάνω-κάτω. Κατά τη γνωμάτευση του γυναικολόγου το κοριτσάκι εμφανίζεται να έχει σεξουαλική ανάπτυξη ενήλικης ενώ επρόκειτο για παιδί που είχε συμπληρώσει τα 10 έτη.