Ισχυρή η κτηνοτροφία της Κρήτης αλλά μπορεί να γίνει ισχυρότερη

  • Τη σύσταση ομάδας εργασίας που θα διαμορφώσει τεκμηριωμένες προτάσεις στη νέα ΚΑΠ πρότεινε ο Αλέκος Στεφανάκης

Η κτηνοτροφία της Κρήτης δεν είναι μια τυπική δραστηριότητα του πρωτογενούς τομέα· είναι βαθιά ριζωμένη στην ταυτότητα του νησιού. Είναι ζωντανή, μοναδική και αναντικατάστατη, συμβάλλοντας στον αγροτοδιατροφικό τομέα, με τρόπο που λίγες περιοχές στην Ελλάδα μπορούν να συγκριθούν. Όμως, το μέλλον της δεν μπορεί να αφεθεί στην τύχη ή σε ευκαιριακές αποφάσεις. Χρειάζεται στρατηγική, φωνή και διεκδίκηση.

Αυτό ακριβώς τόνισε ο γνωστός κτηνίατρος και πρώην πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ Κρήτης, δρ. Αλέκος Στεφανάκης, ο οποίος πλέον έχει και τον ρόλο του τεχνικού συμβούλου του Κτηνοτροφικού Συλλόγου. Με λόγια απλά αλλά ουσιαστικά, κάλεσε τους κτηνοτρόφους «να σηκώσουν το ανάστημά τους και να διεκδικήσουν όσα αναλογούν στην κτηνοτροφία της Κρήτης».

Ο Στεφανάκης υπενθύμισε πως η Κοινή Αγροτική Πολιτική δεν μοιράζει χρήματα αδιάκριτα· οι ευρωπαϊκές ενισχύσεις δίνονται για συγκεκριμένους λόγους: για την ανανέωση γενεών, για την ασφάλεια των τροφίμων «από το χωράφι στο τραπέζι» και για την προστασία του περιβάλλοντος με μείωση του αποτυπώματος παραγωγής.

Η Κρήτη, είπε, διαθέτει τα εφόδια να ανταποκριθεί. Όμως αυτό δεν θα γίνει χωρίς τη συμμετοχή των ίδιων των παραγωγών στη λήψη αποφάσεων. Για τον λόγο αυτό πρότεινε τη σύσταση μιας διευρυμένης Ομάδας Εργασίας: κτηνοτρόφοι, Περιφέρεια Κρήτης, αυτοδιοικητικοί και βουλευτές, όλοι γύρω από το ίδιο τραπέζι, ώστε να διαμορφωθούν τεκμηριωμένες θέσεις ενόψει της νέας ΚΑΠ. Όχι με θεωρητικές γενικότητες, αλλά με βάση την πραγματική κατάσταση και τις νέες προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή.

Τα στοιχεία που παρουσίασε είναι αποκαλυπτικά: σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το ζωικό κεφάλαιο της Κρήτης φτάνει τα 2 εκατομμύρια αιγοπρόβατα, όταν στην Ήπειρο καταγράφονται περίπου 650.000. Και παρ’ όλα αυτά, το 60% των κτηνοτροφικών υποδομών στο νησί είναι ήδη εκσυγχρονισμένες.

«Δεν έχουμε εδώ στρουγγιές», τόνισε με νόημα, αναδεικνύοντας το υψηλό επίπεδο επενδύσεων, αλλά και το δυσβάσταχτο κόστος που συνοδεύει τη λειτουργία τους.

Το γάλα σήμερα πληρώνεται περίπου 1,5 ευρώ, την ώρα που το τριφύλλι, το καλαμπόκι και το άχυρο έχουν εκτοξευθεί σε τιμές που απειλούν τη βιωσιμότητα των εκμεταλλεύσεων. «Το κόστος επιβίωσης είναι τεράστιο», σημείωσε. Και πράγματι: η κρητική κτηνοτροφία δεν αμφισβητείται ως δυναμική, αλλά πιέζεται καθημερινά από ένα οικονομικό πλαίσιο, που συχνά δείχνει να την αγνοεί.

Η ουσία είναι ξεκάθαρη: η κτηνοτροφία της Κρήτης είναι ισχυρή, αλλά μπορεί να γίνει ακόμη ισχυρότερη. Για να συμβεί αυτό, όμως, χρειάζεται ο κτηνοτροφικός κόσμος να βρει τη φωνή του, να την υψώσει και να απαιτήσει πολιτικές που να στηρίζουν την παραγωγική βάση.

Όπως είπε ο Στεφανάκης, «αν το παιδί δεν κλάψει, η μάνα δεν το ταΐζει». Η φράση αυτή δεν είναι απλώς μια μαντινάδα της στιγμής· είναι μια στρατηγική προειδοποίηση. Αν οι κτηνοτρόφοι δεν μιλήσουν δυνατά, αν δεν καθίσουν οι ίδιοι στην πρώτη γραμμή του διαλόγου, τότε οι αποφάσεις θα συνεχίσουν να παίρνονται χωρίς αυτούς.