Η Νάντια Βαλαβάνη θυμάται «τα παιδιά του Φλεβάρη» και ξεφυλλίζει τον βαρύ φάκελό της, που γλίτωσε από την πυρά
Η Νάντια Βαλαβάνη ήταν από τα παιδιά που φυλακίστηκαν για τις ιδέες τους

  • «Θα Νικήσουμε», έγραφαν στους τοίχους με τα δικά τους μορς τα παιδιά της αντιδικτατορικής αντίστασης, που… πολεμούν ακόμα την ιστορική λήθη

Ανάχωμα στην ιστορική λήθη και τον αναθεωρητισμό, που τόσο μεθοδευμένα επιχειρείται για να σκεπάσει τις μνήμες της κοινωνίας για την αντιδικτατορική αντίσταση, είναι «τα παιδιά του Φλεβάρη». Έρχονται ακριβώς 50 χρόνια, μετά το μεγάλο χτύπημα της Ασφάλειας το Φεβρουάριο του 1974, όπου έγιναν εκατοντάδες συλλήψεις, με αποτέλεσμα δεκάδες αγωνιστές να ζήσουν εφιαλτικά την κόλαση των βασανιστηρίων στο κτήριο της Γενικής Ασφάλειας στην οδό Μεσογείων.

Στο νέο βιβλίο της Νάντιας Βαλαβάνη «Θ. Ν. (Θα Νικήσουμε) Ένα χρονικό για τα παιδιά του Φλεβάρη μισό αιώνα αργότερα», υπάρχουν μοναδικά ιστορικά ντοκουμέντα, τα οποία ανασύρονται -μεταξύ άλλων- από τον φάκελό της στην Ασφάλεια, που ήταν ένας από αυτούς που δεν κατέληξαν στην πυρά το 1989.

Ακόμα, περιλαμβάνεται το κείμενο της συνέντευξης που είχε δώσει το 2003 η Ν. Βαλαβάνη στην Αγγελική Σωτήρη, επίσης εμβληματική προσωπικότητα του αντιδικτατορικού αγώνα.

Το βιβλίο παρουσιάζεται σήμερα στις 7.00 το απόγευμα, στη δημοτική αίθουσα «Μανόλης Καρέλλης» (2ος όροφος), στο κτήριο της οδού Ανδρόγεω, όπου θα μιλήσουν, ο Σπύρος Δημανόπουλος, μεταδιδακτορικός ερευνητής Σύγχρονης Ιστορίας Πανεπιστημίου Κρήτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, και ο Στέφανος Πάντος-Κίκκος, αρχιτέκτονας, ο Θύμιος Βαφειάς, φοροτεχνικός, ο Αλέκος Αλαβάνος, οικονομολόγος, πρ. βουλευτής Ηρακλείου. Αποσπάσματα του βιβλίου θα διαβάσουν ο Γιώργος Αντωνάκης, σκηνοθέτης, πρ. καλλιτεχνικός διευθυντής Φεστιβάλ Δήμου Ηρακλείου και η Τερέζα Βαλαβάνη, ψυχολόγος και εικαστικός.

Την εκδήλωση συντονίζει ο δημοσιογράφος Μάριος Διονέλλης. Για το νέο βιβλίο της μιλά σήμερα στην «Π» η Νάντια Βαλαβάνη, κορυφαία μορφή του αντιστασιακού αγώνα, που όπως εξηγεί, «το Θ. Ν. είχε γίνει τότε η υπογραφή μας… Το Θήτα Νι ήταν, πριν απ’ όλα μορς των τοίχων. Το “κτυπούσαμε” σχεδόν όλοι μετά το “σ’ αγαπώ” αντί για αποχαιρετισμό. Σε συνθήκες κράτησης τα έλεγε όλα: “Θ.Ν.-Θα νικήσουμε”»!

Τα πέτρινα χρόνια «των παιδιών του Φλεβάρη»

Όπως εξηγεί η κυρία Νάντια Βαλαβάνη, «ο πρώτος τόμος του βιβλίου έχει σαν κεντρική πλατφόρμα -που πάνω περιπλέκονται όλα τα υπόλοιπα- μια συνέντευξη που είχα δώσει 30 χρόνια μετά το χτύπημα του Φλεβάρη στην πρώην συγκρατούμενή μου, Αγγελική Σωτήρη.

Η συνέντευξη αυτή ξεκινάει από την ημερομηνία των συλλήψεων, που δρομολόγησαν το χτύπημα στις 14 του Φλεβάρη 1974· με άλλα λόγια, μιλάμε για τους τελευταίους 5,5 μήνες περίπου της σύντομης σχετικά παρένθεσης της Ιωαννιδικής χούντας (μόνο που εμείς δεν το ξέραμε τότε), που ήταν το πραξικόπημα μέσα στο πραξικόπημα, στο καθεστώς που εγκαθιδρύθηκε μετά την 21η Απριλίου 1967.

Το χτύπημα αυτό είχε να κάνει με τις πρώτες 35 συλλήψεις· ξεκίνησε δηλαδή στις 14 Φλεβάρη. Συνολικά, συνέλαβαν 120 άτομα, ενώ παρέμειναν σε παρανομία διωκόμενοι και παραπέμφθηκαν στο τέλος -ερήμην για να δικαστούν- άλλοι 59 ακόμα -στη συντριπτική τους πλειοψηφία- νέοι άνθρωποι».

Απελπιστικές συνθήκες κράτησης

Σύμφωνα με την κυρία Βαλαβάνη, «στην πραγματικότητα, υπήρξαν πολλές εκατοντάδες συλλήψεις πολύ περισσότερων από 200 άτομων, καθώς δεν υπάρχει άλλος τρόπος να εξηγήσει κανείς τις φοβερές περιγραφές που υπήρχαν τις πρώτες μέρες του υπερπληθυσμού μέσα στα κελιά.

Μιλάμε για κελιά 2×2, που ήταν και η συντριπτική πλειοψηφία των κελιών στα κρατητήρια του 5ου ορόφου στην Ασφάλεια της οδού Μεσογείων, όπου κρατούνταν από 6 και 10 άτομα, σύμφωνα με τις μαρτυρίες στο βιβλίο του Λάμπρου Τόκα. Την 40ή επέτειο του χτυπήματος, δηλαδή το 2014, εκδόθηκε το βιβλίο του “τα παιδιά του Φλεβάρη”. Μάλιστα, από αυτό το βιβλίο πήραμε και το όνομα, το οποίο καθιερώθηκε στη συνέχεια.

Στο δε ένα και μοναδικό μεγάλο κελί, που ήταν ίσο με τέσσερα μικρά, υπάρχουν τέτοιες περιγραφές, που θυμίζουν τον τρόπο που οι Ναζί μετέφεραν μέσα σε βαγόνια μεταφοράς ζώων τους κρατούμενους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Το λέω αυτό παρόλο που είμαι μέσα στα επίσημα πρώτα 35 ατομικά εντάλματα σύλληψης (με έπιασαν δηλαδή τα ξημερώματα της 14ης Φεβρουαρίου), γιατί ήμουν -για λόγους που δεν κατάλαβα ποτέ- ανάμεσα στους κάτι παραπάνω από μια ντουζίνα, που κρατηθήκαμε από την αρχή σε συνθήκες απομόνωσης και είχα την ατυχία πιστεύω -εντελώς τυχαία- να είμαι τις πρώτες 2,5-3 εβδομάδες στο μοναδικό κελί από τα συνολικά 29 κελιά των κρατητηρίων του 5ου ορόφου της Ασφάλειας της οδού Μεσογείων, που ήταν πραγματικό κελί απομόνωσης, με την έννοια ότι από τους δύο τοίχους που ήταν εξωτερικοί, ο τρίτος δεν επικοινωνούσε με διπλανό κελί, αλλά με μια αποθηκούλα, όπου η καθαρίστρια που καθάριζε το πρωί τους διαδρόμους και την τουαλέτα άφηνε εκεί τους κουβάδες και τον εξοπλισμό της. Έτσι, ήταν το μοναδικό κελί από το οποίο δεν υπήρχε η δυνατότητα να καταλάβεις τι γίνεται.

Όταν τελικά μεταφέρθηκα σε ένα κοινό κελί, για μένα ήταν μια πραγματική αποκάλυψη, γιατί όλα τα υπόλοιπα κελιά -εκτός από το νούμερο 4 (που ήταν αυτό στο οποίο με είχαν μεταφέρει την πρώτη περίοδο από τις 14 Φλεβάρη μέχρι τα μέσα Ιουνίου)- επικοινωνούσαν και με τα διπλανά τους και με τα πίσω τους, επειδή υπήρχε μια μεσοτοιχία που πίσω από αυτή υπήρχαν δύο πτέρυγες κελιών και μια συνεχώς επικοινωνία και μπορούσαμε πάρα πολύ γρήγορα να μαθαίνουμε τι γινόταν στα υπόλοιπα κελιά».

Ο φάκελος που δεν καταστράφηκε…

Τον αστυνομικό της φάκελο η κυρία Ν. Βαλαβάνη τον είδε πριν από 8 περίπου χρόνια. «Για κάποιο λόγο που δεν μπορώ να καταλάβω, ο φάκελός μου ήταν μέσα στους ελάχιστους, τους μόλις 2.110 φακέλους που κρατήθηκαν και δεν κάηκαν, όταν σε όλη την Ελλάδα καταστράφηκαν στην πυρά 17 εκατομμύρια αστυνομικοί φάκελοι, κοινωνικών φρονημάτων, το 1989, επί Κυβέρνησης Τζανετάκη.

Ένα έγκλημα κατά της ιστορικής μνήμης, κατά τη γνώμη μου, που έγινε στο όνομα της εθνικής συμφιλίωσης, κατά την οποία δε, νομίζω ότι προωθούνταν ουσιαστικά. 17 εκατ. φάκελοι. Αυτό σημαίνει ότι οι συγκεκριμένοι φάκελοι ήταν περισσότεροι από τον ελληνικό πληθυσμό.

Αυτό συνέβη γιατί το φακέλωμα ξεκίνησε το 1929 με το ιδιώνυμο του Βενιζέλου, υπήρξε άλμα στο φακέλωμα από τον εμφύλιο και μετά και επιπλέον ο καθένας -πέρα από αυτούς που είχαν πεθάνει- είχε πάνω από ένα φάκελο. Εγώ είχα ένα φάκελο στην Αθήνα, που ξεκινά από τότε που με πιάσανε, αλλά μέχρι το 1981, οπότε και εμφανίζεται το ΠΑΣΟΚ, σταματά το φακέλωμα.

Είχα και έναν δεύτερο φάκελο από το Ηράκλειο Κρήτης, στον οποίο καταγράφονταν διάφορα πράγματα, κυρίως στο 15νθήμερο των διακοπών του καλοκαιριού, που επισκεπτόμουν την οικογένειά μου. Είναι έγκλημα ενάντια στην ιστορική μνήμη η καταστροφή των φακέλων, γιατί 17 εκατομμύρια φάκελοι είναι ένδειξη ότι δεν ήταν φακελωμένη εκεί μόνο η ηγεσία της κομμουνιστικού κινήματος.

Σημαίνει ότι επρόκειτο όχι απλώς για ανθρώπους που μπορεί να μην τους ξέρει κανένας, αλλά και ότι δώσανε όλη τη ζωή τους σε αυτό, που οι ίδιοι πίστευαν ότι είναι ο αγώνας για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση της Ελλάδας. Αξίζει να αναφερθεί ότι ήταν μέσα άνθρωποι, όπως γυναίκες, που μπορεί για 4-5 χρόνια -στη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφύλιου- να συμπορεύτηκαν με το ΚΚΕ και μετά να μην έκαναν τίποτα άλλο στη ζωή τους.

Αυτές, όμως, οι γυναίκες που δεν δέχονταν να υπογράψουν μια δήλωση αποκήρυξης του κομμουνισμού, μέχρι και το 1974 δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά ούτε ως καθαρίστριες. Το κάψιμο των φακέλων είναι μοναδικό γεγονός στα χρονικά της Ευρώπης· δεν έχει συμβεί σε κανένα άλλο κράτος.

Στέρησε ουσιαστικά τη δυνατότητα -αν κάποτε άνοιγαν οι φάκελοι- να γραφόταν μια ιστορία των κάτω, με τη φωνή των κάτω. Γιατί αυτοί οι φάκελοι περιέχουν όχι μόνο ασφαλίτικες φωνές, αλλά και τις φωνές των κάτω και κομμάτια ιστορίας, που χάθηκαν ανεπιστρεπτί.

Η μεγάλη κινητοποίηση του 1975

Ο προσωπικός μου φάκελος ξεκινά με τη σύλληψή μου. Όταν οι φάκελοι ανοίγουν, όπως λέει ο Ρίτσαρντ Κλογκ, έχει γίνει ξεχορτάριασμα· δηλαδή, έχουν απαλλαγεί από όλα τα καρφώματα τα σημειώματα των χαφιέδων, οι πηγές, με άλλα λόγια… Και ο φάκελος ο δικός μου και άλλοι φάκελοι που διατηρήθηκαν και έχω δει, περιέχουν εκθέσεις αξιωματικών της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών στο Ηράκλειο από την Υποδιεύθυνση της Γενικής Ασφάλειας της Χωροφυλακής.

Αλλά είναι φανερό ότι η πηγή δεν είναι οι ίδιοι οι αξιωματικοί. Δηλαδή, να πούμε ένα παράδειγμα: στο Ηράκλειο, μετά τη μεταπολίτευση, το 1975, καταγράφεται ότι η Ένωση Κρητών πραγματοποίησε στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου συγκέντρωση, όπου ο χώρος ήταν γεμάτος με φοιτητές -παρουσία και του δημάρχου Μανόλη Καρέλλη- ενάντια στο προωθούμενο στον νόμο 8/15, που επιχειρούσε να διαλύσει το φοιτητικό συνδικαλισμό και τελικά αποσύρθηκε.

Εκεί, υπήρχε μια λεπτομερής περιγραφή για μας που μιλήσαμε. Συγκεκριμένα, μας κατονομάζει. Αναφέρει ότι μίλησα εγώ. Ο Στέλιος Ορφανός αναφέρει ότι έγινε συζήτηση και πως υπήρχαν και πολιτικές συγκρούσεις στη διάρκεια της συζήτησης, Προφανώς, ήταν κάποιος που παρακολουθούσε και όχι ο αξιωματικός της ασφάλειας, όπως περιγράφει.

Η μεγάλη πλειοψηφία των απόρρητων εγγράφων του φακέλου προέρχεται από την Ασφάλεια της Χωροφυλακής Ηρακλείου. Το πρώτο απόρρητο που συμπληρώνει η Χωροφυλακή Ηρακλείου, έχει να κάνει με τη μεγάλη συγκέντρωση που έγινε 17 Αυγούστου 1974, δηλαδή 20 μέρες από τότε που αφεθήκαμε ελεύθεροι με πολιτική αμνηστία και η κατεύθυνση που είχαμε τότε, ήταν να γίνουν συγκεντρώσεις από τους εκάστοτε φοιτητικούς συλλόγους στην Ελλάδα.

Τότε, η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας τις απαγόρευσε. Θα ήταν οι πρώτες συγκεντρώσεις, που θα γίνονταν μετά την κατάρρευση της Χούντας και δεν κατέστη δυνατό να πραγματοποιηθεί πουθενά αλλού, παρά μόνο στο Ηράκλειο. Συγκεντρώθηκαν, σύμφωνα με την έκθεση της Χωροφυλακής 5.000 Ηρακλειώτες και κόσμος από τα Ανώγεια.

Σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής, περίπου στα 20 χιλιάδες άτομα παρέστησαν. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της απόρρητης έκθεσης λέει τι είπαμε οι ομιλητές στην πλατεία Ελευθερίας, οι οποίοι ήμασταν τρεις πρώην κρατούμενοι… Εγώ, ο Στέλιος Ορφανός και ο Σαλούστρος, που είχε βγει από τα κρατητήρια της Ασφάλειας Προαστείων Πρωτευούσης.

Η απόρρητη έκθεση μάς αποκαλύπτει -50 χρόνια μετά- τι είπε ο Στέλιος Ορφανός, τι είπα εγώ, τι είπε ο Σαλούστρος, σε ένα τεράστιο ακροατήριο. Η αξία της απόρρητης έκθεσης είναι ένα ιστορικό ντοκουμέντο, γιατί κανένας μας δε θυμάται τι είπαμε, ωστόσο οι χαφιέδες δούλεψαν για να μπορέσει να υπάρξει αυτή η έκθεση, που την υπογράφει ο ίδιος ο διοικητής της Υποδιεύθυνσης Γενικής Ασφάλειας Χωροφυλακής Ηρακλείου.

Στην έκθεση καταγράφεται τι συνθήματα φώναζε το πλήθος, τι συνθήματα έγραφαν οι προκηρύξεις που μοιράζαμε τις ώρες που προηγήθηκαν της εκδήλωσης στον κόσμο… Όλα αυτά τα οποία δεν θυμόμαστε καλά-καλά εμείς οι ίδιοι στις λεπτομέρειές τους. Εξ ου και οι αστυνομικοί φάκελοι ήταν πολύτιμη ιστορική πηγή και γι’ αυτό και ένα κομμάτι της ιστορίας χάθηκε ανεπιστρεπτί, μετά το κάψιμό τους».

Θα νικήσουμε;

«Το “Θα Νικήσουμε” το “Θ. Ν.”, που χτυπούσαμε μέσα από τους τοίχους, όταν τελειώναμε τους διαλόγους οι περισσότεροι από μας, έχει μια πολύ ευρεία έννοια», όπως σημειώνει η κυρία Βαλαβάνη. «Όπως λέω στο βιβλίο, έκατσα 50 χρόνια αργότερα και σκέφτηκα τι ακριβώς θεωρούσαμε ότι θα καταφέρουμε, μέσα από αυτόν τον αποχαιρετισμό, κάθε φορά που σταματούσε η μεταξύ μας επαφή.

Νομίζω ότι χώραγε τα πάντα. Όπως λέω και στο βιβλίο, αυτό που επικρατούσε στην καρδιά μας όμως, και αυτό το οποίο μοιράζονταν όλοι, είχε αυτό το στοιχειώδες: ότι μπορεί το κορμί μας να το διαφεντεύουν άλλοι, αλλά τη ζωή μας εξακολουθούμε να την ελέγχουμε εμείς. Αυτός ήταν ο πυρήνας του “Θ. Ν.”».

Πόλεμος ενάντια στην ιστορική μνήμη

Σήμερα, διεξάγεται ένας πόλεμος ενάντια στην ιστορική μνήμη» τονίζει η κυρία Βαλαβάνη, που όπως εξηγεί, «ένα πολύ σοβαρό επεισόδιό του ήταν το κάψιμο των φακέλων· ωστόσο, τίποτα δεν τελείωσε εκεί. Σήμερα, εξακολουθεί να μένεται ο ίδιος πόλεμος -με πλήρη κάλυψη της σημερινής Κυβέρνησης- απέναντι στα τοπόσημα της  μνήμης. Έτσι όπως το πάνε, δεν θα μείνει τίποτα από αυτή την περίοδο.

Τα τοπόσημα είναι πάρα πολύ σημαντικά, γιατί πείθουν ότι κάτι υπήρξε. Η Μπουμπουλίνας ήταν ιδιωτικός χώρος· γκρεμίστηκε και στη θέση της, χτίστηκε μια σύγχρονη πολυκατοικία. Η Ασφάλεια του Περισσού, όπου κόσμος και κοσμάκης δεινοπάθησε, έχει πουληθεί το κτήριο στο οποίο στεγαζόταν και το πιθανότερο είναι ότι θα γίνει ή πολυκατοικία ή ξενοδοχείο. Στο Ηράκλειο, λένε οι πληροφορίες ότι έχει πουληθεί το παλιό κτήριο, το οποίο στέγαζε -τη δεκαετία του ’30 και τα πρώτα χρόνια της Κατοχής- την Ασφάλεια στη Χάνδακος και Ταγματάρχου Τζουλάκη και προφανώς μελλοντικά, θα πάρει άλλη χρήση.

Όμως, σκεφτείτε τι κομμάτι της ιστορίας του εργατικού κινήματος στο Ηράκλειο είναι συνδεδεμένο με αυτό το κτήριο. Για τα χρόνια που στέγαζε την Ασφάλεια δεν μιλάω· για τα χρόνια που βρισκόταν εκεί η Τροχαία. Όταν ήμουν παιδί, το τελευταίο μαγαζί, αυτό από το οποίο πήρε σύνταξη ο πατέρας μου, ήταν επί της Ταγματάρχου Τζουλάκη και είχε ένα πλάγιο παράθυρο, από το οποίο έβλεπα ένα παράθυρο ψηλά, απ’ όπου ήξερα ότι είχε πηδήξει ο πατέρας μου 18,5 χρονών τον Σεπτέμβρη του 1940, λίγο πριν την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, που του έκαναν φάλαγγα σε αυτό το δωμάτιο.

Τον είχαν πιάσει, γιατί ήταν μέλος του παράνομου ΚΚΕ και επειδή είχαν φοβηθεί ότι δεν θα αντέξει και μπορεί να μιλήσει, εκείνος είδε ότι ήταν το παράθυρο ανοικτό, και πήδηξε από εκεί. Σε ένα σημείωμα, που βρήκαμε μετά τον θάνατό του, περιέγραφε ότι πήδηξε από το παράθυρο μάλλον… “για να αυτοκτονήσω παρά για να δραπετεύσω· πήδησα 3,5 μέτρα” και εξαφανίστηκε· δεν κατάφεραν να τον πιάσουν.

Μέσα στα χαρτιά του, υπήρχε ένα αντίγραφο αστυνομικού σκίτσου, γιατί η Ασφάλεια, την περίοδο εκείνη, ήταν προχωρημένη. Το 1940, για τέτοιες περιπτώσεις, είχε σκιτσογράφο έναν από τους δύο αδελφούς Χουστουλάκη. Σημειωτέον ότι υπάρχει και υπογραφή, που αποτύπωναν σε σκίτσο αστυνομικά συμβάντα.

Υπάρχει, λοιπόν, αυτό το σκίτσο, που προφανώς είχε δώσει στον πατέρα μου ο ίδιος, που το είχε σκιτσάρει και είχε κρατήσει αντίγραφό του με καρμπόν. Πολλά χρόνια αργότερα, υποθέτω στο τέλος της 10ετίας του ΄50, με τίτλο “η δραπέτευσης του μαθητού Βαλαβάνη”, μετρώντας, διαπίστωσε ότι πήδησε 13,5 μέτρα.

Στη θέση αυτού του παραθυριού, που για μένα -όταν ήμουν μικρό παιδί και το κοίταζα σήμαινε πάρα πολλά. Αύριο, το πιθανότερο, εκεί θα βρίσκεται ένα ξενοδοχείο ή ένα εμπορικό κέντρο. Δεν θα υπάρχει πια αυτό το μικρό παράθυρο».