Από τα σχολικά θρανία στα χρώματα των τοίχων: η Καρίνα Ιμπάνες, καθηγήτρια ισπανικών στο Ευρωπαϊκό Σχολείο Ηρακλείου από το 2019, έδωσε τους τελευταίους μήνες -από τον Ιούλιο συγκεκριμένα- μια απρόσμενα εξωτική νότα σε εγκαταλελειμμένα ή και κατοικημένα σπίτια. Με στίχους στο μυαλό και χρώμα στο πινέλο, μετέτρεψε φθαρμένες όψεις σε μικρά αφιερώματα μνήμης από τον τόπο της.
Η αφορμή, όπως λέει η ίδια, δεν ήταν άλλο από μια πρόκληση της γειτονιάς: στις αρχές του καλοκαιριού κάποιοι έγραψαν συνθήματα έξω από το σπίτι που νοικιάζει στην Αγία Τριάδα. Εκείνη -αντί να μπει σε αντιπαράθεση- ζήτησε και πήρε την άδεια του ιδιοκτήτη και ζωγράφισε την πρόσοψη. Η εικόνα τράβηξε τα βλέμματα και κάποιες ηλικιωμένες γυναίκες της γειτονιάς ζήτησαν να «στολίσει» και τα δικά τους σπίτια. Η Καρίνα δεν αρνήθηκε. Το έκανε με χαρά.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μεξικό. Η απόσταση από την πατρίδα της γίνεται πιο έντονη στις μικρές λεπτομέρειες: ένας παπαγάλος, μια κοπέλα, ένα σχήμα ή ένας στίχος που τους θυμίζει τραγούδια και τοπίο. Στα έργα της εμφανίζεται συχνά και το κογιότ -μια φιγούρα που έρχεται από τα τοπικά αφηγήματα του Μεξικού και παίρνει εδώ νέα μορφή.
Στα έργα της, το κογιότ δεν είναι απλώς ζώο· είναι οδηγός μνήμης, μια φιγούρα-συνοδός, που συνδέει την ερήμωση των παλιών σπιτιών με τις αφηγήσεις του τόπου της. Οι γειτόνοι το είδαν και αναγνώρισαν αμέσως μια «παραμυθένια» φιγούρα που, αντί να φοβίζει, καλεί σε επανασύνδεση με τη μνήμη.
Βρίσκεται στην Ελλάδα από το 2011 και από το 2019 ζει στην Κρήτη· προσπαθεί να ταξιδεύει στο Μεξικό όσο συχνά μπορεί αλλά τα εισιτήρια είναι ακριβά, καθώς οι αποστάσεις είναι μακρινές. Οι ζωγραφιές της, λέει, είναι το πιο άμεσο «εισιτήριο» για τον τόπο της που νοσταλγεί.
Η σχέση της με τη ζωγραφική έχει ρίζες παιδικές -λίγα μαθήματα στην παιδική ηλικία, πολλή ανάγκη να αποτυπώσει εικόνες και μνήμες- και ωρίμασε παράλληλα με τη ζωή της στην Ελλάδα.
Πριν έρθει στην Κρήτη, είχε ζήσει και στην Αθήνα και στην Πάτρα. Η διαδρομή αυτή «έφερε» μαζί εμπειρίες, φιλίες και γνώση της ελληνικής καθημερινότητας. Στον τόπο μας, την Κρήτη, όπως η ίδια λέει, βρήκε φιλόξενους ανθρώπους και ένιωθε ότι προσαρμόζεται εύκολα· τώρα πια, έχει φίλους και γείτονες, με τους οποίους έχει αναπτύξει ουσιαστικές σχέσεις.
Στα έργα της συναντά κανείς μοτίβα που «φωνάζουν» Μεξικό: χρώματα, παπαγάλους, φιγούρες γυναικών, μελωδικές αναφορές -και πια, συχνά, τα κογιότ. Η αντίθεση ανάμεσα στην εξωτική αναφορά και στη φθορά του χρόνου δημιουργεί έναν ιδιότυπο διάλογο: τα εγκαταλελειμμένα σπίτια αποκτούν φωνή· και η φωνή μιλάει για νοσταλγία, γλέντι, τραγούδι και καθημερινές ιστορίες.
Η παρέμβαση της Καρίνας στην Αγία Τριάδα δεν ήταν μόνο αισθητική. Ενεργοποίησε την κοινότητα: οι γείτονες άρχισαν να μιλάνε ξανά για τα σπίτια τους, να θυμούνται πρόσωπα και γεγονότα, να ζητούν να «στολίσουν» και αυτοί τις προσόψεις τους. Κάποιοι ζήτησαν ειδικά κογιότ στις προσόψεις τους -άλλοτε ως αναφορά στην ικανότητα προσαρμογής, άλλοτε ως παιχνίδι με την εξωτική εικόνα που η ζωγράφος έφερε.
Η τέχνη έγινε εργαλείο κοινωνικής επαφής -και το ενδιαφέρον δεν περιορίστηκε σε έναν τοίχο. Έχει ζωγραφίσει παλαιότερα στα Μάταλα, όπου δοκίμασε να αφήσει την υπογραφή της σε τοπία με έντονη ιστορική και πολιτιστική φόρτιση.
Ως καθηγήτρια, η Καρίνα διδάσκει την ισπανική γλώσσα, αλλά η πρακτική της πέρα από την τάξη αποτελεί κι αυτή μάθημα: για το πώς η τέχνη μπορεί να θεραπεύσει μικρές πληγές της πόλης, πώς η νοσταλγία δεν είναι απαραίτητα θλίψη αλλά και κινητήρας δημιουργίας, και πώς δύο πολιτισμοί μπορούν να συνομιλήσουν μέσα από ένα χρώμα, ένα σχέδιο ή μια φιγούρα, όπως το κογιότ.
«Μου θυμίζουν τραγούδια, μνήμες, πρόσωπα», λέει όταν την ρωτάς τι την οδηγεί. «Και όταν βλέπω τη χαρά στους ανθρώπους της γειτονιάς, καταλαβαίνω ότι κάνω το σωστό». Κι έτσι, με πινέλο και μνήμη, η Καρίνα Ιμπάνες συνεχίζει να μεταφέρει το Μεξικό στα στενά του Ηρακλείου -μια μικρή, καθημερινή γιορτή νοσταλγίας και χρώματος, όπου τα κογιότ γίνονται φύλακες των ιστοριών.