Η ίδια η φύση θα έχει τον τελευταίο λόγο, λένε χαρακτηριστικά οι επιστήμονες που μελετούν τη σεισμική δραστηριότητα που εξελίσσεται τις τελευταίες ημέρες γύρω από την Κρήτη. Οι κάτοικοι του νησιού δεν προλαβαίνουν να… σταθεροποιηθούν από το ένα κούνημα και έρχεται το επόμενο για τους πανικοβάλει, αν και οι ειδικοί τονίζουν πως δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας.
Σύμφωνα με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, σεισμική δόνηση 4,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ σημειώθηκε χθες στις 05:05 το πρωί στον θαλάσσιο χώρο 12 χιλιόμετρα ανατολικά – νοτιοανατολικά της Ζάκρου (ανατολική Κρήτη). Η δόνηση, την οποία το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο χαρακτήρισε «ασθενή», είχε επίκεντρο περιοχή σε απόσταση 398 χιλιομέτρων νοτιοανατολικά της Αθήνας.
Το μεσημέρι, ωστόσο, έγινε ένας ακόμα σεισμός, μεγέθους 3,9 ρίχτερ στην ίδια περιοχή.
Γ. Παπαδόπουλος: «Αποσταθεροποίηση στο ελληνικό σεισμικό τόξο»
Μετά από τον μεγάλο σεισμό στην Αλβανία τα επιστημονικά συμπεράσματα μπορούν πλέον να διατυπωθούν με βεβαιότητα: ο ελληνικός χώρος έχει αποσταθεροποιηθεί, καθώς σεισμικά ρήγματά του ενεργοποιήθηκαν, εξαιτίας της δραστηριότητας του προηγούμενου διαστήματος.
Η αφρικανική πλάκα εξακολουθεί να καταβυθίζεται με “μικρά άλματα” κάτω από την ευρασιατική και το ενδεχόμενο να συνεχιστεί η σεισμική έξαρση παραμένει ανοικτό. Η ενεργοποίηση των ρηγμάτων εντοπίζεται πάνω στο ελληνικό σεισμικό τόξο, στο σημείο σύγκλισης της αφρικανικής και ευρασιατικής πλάκας που είναι σύμφωνα με τους επιστήμονες η πιο δραστήρια γεωτεκτονική δομή ολόκληρης της Μεσογείου.
Το τόξο ξεκινά από τα νησιά του Ιονίου, περνά από τη ΝΔ Πελοπόννησο, διέρχεται νότια της Κρήτης, της Κάσου, της Καρπάθου και της Ρόδου και καταλήγει στη ΝΔ Τουρκία. Η τιτάνια σύγκρουση των δύο πλακών δίνει στην περιοχή αυτή σεισμούς ακόμη και μεγαλύτερους των 7 ρίχτερ.
Μετά τον ισχυρό σεισμό στην Αλβανία μεγέθους 6,4 ρίχτερ στις 26 Νοεμβρίου, οι Έλληνες σεισμολόγοι εκτίμησαν ότι μάλλον δεν θα επηρεάσει γεωδυναμικά τον ελλαδικό χώρο. Μια μέρα μετά ακολούθησε ο ισχυρός σεισμός μεγέθους 6,1 ρίχτερ στα δυτικά της Κρήτης. Το βασικό χαρακτηριστικό ήταν ότι επρόκειτο για σεισμό ενδιάμεσου βάθους, με εστία σε βάθος 70 χλμ.
“Τότε εκτίμησα δημοσίως ότι η αθροιστική επίδραση των δύο σεισμών ίσως αποσταθεροποιήσει το σύστημα ρηγμάτων στην περιοχή μας” αναφέρει ο σεισμολόγος και επιστημονικός συνεργάτης Ε.Ε. και UNESCO, δρ Γεράσιμος Παπαδόπουλος και συνεχίζει: “Μερικές μέρες αργότερα εξελίχθηκε σεισμική δράση στα νότια της Δυτικής Κρήτης με περίπου 100 σεισμούς μεγέθους από 2 έως 4,5. Χθες βράδυ (την περασμένη Τετάρτη) η δράση μετατοπίστηκε στα ανατολικά της Κρήτης με μέτριο μέγεθος 5,3 και με επίσης σημαντικό εστιακό βάθος.
Λίγες ώρες αργότερα έγινε κι άλλος σεισμός βάθους περίπου 140 χλμ. μεγέθους 4,1 στον θαλάσσιο χώρο της Κέας. Η γένεση σειράς σεισμών βάθους στην ευρύτερη περιοχή της Κρήτης και του ΝΔ Αιγαίου μάλλον δεν είναι τυχαία”.
Σύμφωνα με τον Γεράσιμο Παπαδόπουλο “δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με τον σεισμό στις 27 Νοεμβρίου μεγέθους 6,1 η αφρικανική λιθοσφαιρική πλάκα προέλασε από τη Μεσόγειο προς τα βορειοανατολικά και προχώρησε κατά μερικά εκατοστά κάτω από την περιοχή της Δυτικής Κρήτης- Αντικυθήρων.
Είναι αρκετά πιθανό ότι αυτή η μετακίνηση αύξησε την πίεση κατά μήκος του ελληνικού σεισμικού τόξου. Η πίεση αυτή προκαλεί τη σεισμική δράση που παρατηρείται μετά τον ισχυρό σεισμό στις 27 Νοεμβρίου. Τους σεισμούς δεν πρέπει να τους βλέπουμε ως στατικά φαινόμενα αλλά με τη ματιά που η δυναμική των ίδιων των φαινομένων επιβάλλει.
Θα ήταν ίσως επιπόλαιο να υποθέσουμε ότι η παρούσα φάση της σεισμικής έξαρσης έληξε. Το ενδεχόμενο και άλλων σεισμών, έστω και μετρίου μεγέθους, είναι ανοιχτό. Συνεπώς από την επιστημονική κοινότητα απαιτείται πολύ προσεκτική παρακολούθηση και αξιολόγηση της εξελισσόμενης σεισμικής δράσης”.
Χαρακτηριστική είναι η ανάρτηση του κ. Παπαδόπουλου χθες το απόγευμα, αφού υπήρξαν αντιδράσεις για τις τοποθετήσεις του. Συγκεκριμένα, αναφέρει: «ακούω κλαψουρίσματα “ειδικών στη γεωδυναμική” για την άποψή μου περί αποσταθεροποίησης μετά τους σεισμούς Αλβανίας (26.11.2019, μέγεθος Μ6,4) και Δ. Κρήτης (27.11.2019, Μ6,1).
Ας δούμε λοιπόν τα σεισμολογικά στοιχεία, σε ίσα χρονικά διαστήματα 17 ημερών πριν το σεισμό της Αλβανίας και 17 μέρες μετά (μέχρι σήμερα) στο Ελληνικό Σεισμικό Τόξο. Στο πρώτο διάστημα έγιναν μόνο 79 σεισμοί με Μ μεγαλύτερο του 2 και 18 με Μ μεγαλύτερο του 3. Μέγιστο μέγεθος μόνο 4.
Στο δεύτερο διάστημα, έγιναν 75 σεισμοί με Μ μεγαλύτερο του 2 και 229 με Μ μεγαλύτερο του 3. Μέγιστο μέγεθος Μ6,1, ένας Μ5,4 και ένας Μ5,0. Δηλαδή μετά τους ισχυρούς σεισμούς Αλβανίας και Δ. Κρήτης είχαμε σημαντικότατη αύξηση και στον αριθμό των σεισμών και στα μεγέθη τους. Τονίζω ότι κανείς από τους 229 δεν ήταν μετασεισμός του Μ6,1, όλοι έγιναν σε άλλες περιοχές του τόξου. Συνεπώς, ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι έχουμε γεωδυναμική αποσταθεροποίηση στο τόξο;»
Λέκκας: «Μας προβληματίζει επιστημονικά»
Για αισθητές και επανειλημμένες δονήσεις μεταξύ Κρήτης, Καρπάθου και Κάσου, που… ξυπνούν δυνατά τους Κρητικούς κάνει λόγο ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας και πρόεδρος του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος, κ. Ευθύμιος Λέκκας.
Όπως λέει, είχαμε τη σεισμική δραστηριότητα στην Παλαιόχωρα και τώρα η δραστηριότητα μεταφέρεται στην ανατολική Κρήτη, πρόκειται για διαφορετικά τμήματα, άλλα μπροστά στο ελληνικό τόξο και άλλα πίσω από αυτό, άλλες δονήσεις έχουν μικρό και άλλες μεγάλο εστιακό βάθος.
«Παρακολουθούμε την εξέλιξη του φαινομένου, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, προέχει να αξιολογούμε τα επιστημονικά δεδομένα και στη συνέχεια να κάνουμε τις απαραίτητες ενέργειες» σημειώνει.
Τονίζει πως πρόκειται για τρία ανεξάρτητα γεγονότα, το ένα σημειώθηκε πριν 15 μέρες μεταξύ Κρήτης και Κυθήρων, το δεύτερο νότια των Χανίων, το πρώτο είχε μεγάλο και το δεύτερο μικρό βάθος και τώρα έχουμε στο ανατολικό άκρο της Κρήτης, όπου σημειώνονται σεισμοί τα τελευταία 24ωρα.
«Το πιο πιθανό είναι να έχουμε σταδιακή απόσβεση της διαδικασίας» υποστηρίζει.
Ερωτώμενος για την εκτίμηση του κ. Παπαδόπουλου, λέει πως είναι μία προσέγγιση, ένα ενδιαφέρον επιστημονικό στοιχείο.
Όπως λέει, είναι έντονο το ενδιαφέρον από επιστημονικής πλευράς, οι επιστήμονες προβληματίζονται αλλά η φύση έχει τον τελευταίο λόγο.
Για ακόμα μια φορά σημειώνει ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ανησυχούν οι Κρητικοί.