Πολύ κοντά στο να δημιουργηθεί ένας ενιαίος φορέας για τη διαχείριση του ελαιολάδου βρίσκεται πλέον η Κρήτη, αφού ήδη οι τρεις από τις τέσσερις περιφερειακές ενότητες του νησιού έχουν συμφωνήσει σχεδόν σε όλα τα επίπεδα.
Η Περιφερειακή Ενότητα Χανίων δεν έχει ακόμα πει το «ναι» σε σχέση με τους όρους και τις προϋποθέσεις για τον υπό σύσταση φορέα, αλλά θεωρείται πως η συμφωνία είναι σχεδόν τυπική, προκειμένου να επισφραγιστεί το μεγάλο άνοιγμα της Κρήτης αναφορικά με το ελαιόλαδο.
Υπενθυμίζεται ότι, η δημιουργία ενός ενιαίου φορέα για το ελαιόλαδο στην Κρήτη δεν είναι κάτι το καινοφανές. Εδώ και δεκαετίες συζητείται πάρα πολύ έντονα από διάφορους παράγοντες και στελέχη του αγροτικού κινήματος, ωστόσο ποτέ μέχρι και σήμερα, το όραμα δεν έχει μπορέσει να γίνει πράξη. Οι σκέψεις άρχισαν να ενισχύονται όμως από την αρχή του προηγούμενου έτους, όταν ο Σταύρος Γαβαλάς ως νέος τότε πρόεδρος της Ένωσης Ηρακλείου, είχε θέσει το συγκεκριμένο όραμα ως βασικό άξονα ενεργοποίησης του οργάνου. Οι πρώτες προσπάθειες έγιναν, ενώ ενδεχομένως και να είχαν ολοκληρωθεί αν η Κρήτη δεν αντιμετώπιζε τόσα πολλά προβλήματα στον αγροτικό τομέα κι αν οι αγρότες δεν είχαν πολύ περισσότερα θέματα για να ασχοληθούν.
Σημαντικό ρόλο στην γενικότερη προσπάθεια φαίνεται ότι διαδραμάτισαν οι διεθνείς συνθήκες, αλλά και διάφορες συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν με τον πρώην Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Μάκη Βορίδη. Σε αυτές τις συναντήσεις, ο πρώην Υπουργός είχε κάνει σαφές προς τον αγροτικό κόσμο ότι αν δεν υπάρξουν ισχυρές και μεγάλες συμπράξεις που να μπορούν να προσφέρουν σταθερά ποιοτικά προϊόντα στις ποσότητες που ζητούν οι διεθνείς αγορές, το μέλλον του κρητικού ελαιόλαδου θα είναι δυσοίωνο. Αυτό έγινε αντιληπτό από τους παραγωγούς, αλλά και από τις Ενώσεις, οι οποίες πλέον έχουν πειστεί πως χωρίς προϊόν, ποσότητες και marketing δεν θα μπορέσουν να κατακτήσουν τις διεθνείς αγορές.
Σε αυτό το επίπεδο, η Κρήτη διαθέτει προς το παρόν προϊόν. Αν δεν υπάρξει όμως μια μεγάλη σύμπραξη δεν μπορεί να διαθέσει τις μεγάλες ποσότητες που ζητούνται από τις αγορές, ούτε όμως και να διαχειριστεί το προϊόν επικοινωνιακά με τέτοιο τρόπο που να επιτευχθεί η επιτυχία του εγχειρήματος.
Με αυτή την σύμπραξη όμως, η Κρήτη εκτιμάται ότι θα μπορέσει να «ανοίξει» νέες αγορές, αλλά και να «αναχαιτίσει» ένα αρνητικό κλίμα σε βάρος της, που πολλές φορές προκύπτει από πρακτικές νοθείας ή από εσκεμμένη ή ακούσια υποβάθμιση του.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το κλίμα που έχει διαμορφωθεί είναι θετικό, ενώ τα αποτελέσματα που αναμένονται εκτιμάται πως κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση.