Μετά από τέσσερα χρόνια, αστυνομικοί της ΟΠΚΕ Ηρακλείου δηλώνουν δικαιωμένοι για τα όσα είχε καταγγείλει σε βάρος τους 23χρονος, στη διάρκεια επεισοδίου στην περιοχή των Δειλινών.
Ο νεαρός, ο οποίος έχει γεννηθεί στην Αλβανία και έχει μεγαλώσει στο Ηράκλειο, είχε καταγγείλει ότι αστυνομικοί της συγκεκριμένης ειδικής υπηρεσίας, αφού έσπασαν την πόρτα της εισόδου της πολυκατοικίας όπου διέμενε, βιαιοπράγησαν σε βάρος του, τον χτύπησαν κατ’ επανάληψη με λακτίσματα και με τις υπηρεσιακές αρβύλες στο κεφάλι και στον αυχένα, ενώ ακόμα και κατά τη μεταφορά του στο Αστυνομικό Μέγαρο Ηρακλείου συνέχισαν να τον χτυπούν.
Σε βάρος του 23χρονου σχηματίστηκε δικογραφία για αντίσταση, απείθεια και απειλή ενώ ο ίδιος υπέβαλε έγκληση κατά των αστυνομικών για τον ξυλοδαρμό του. Ωστόσο η δική του έγκληση τέθηκε στο αρχείο με βάση το πόρισμα του ιατροδικαστή που έκανε λόγο, όπως αναφέρεται, για «απλές εκδορές».
Ο ισχυρισμός του 23χρονου ήταν ότι οι αστυνομικοί σκοπίμως βιαιοπράγησαν σε βάρος του επειδή λίγες ημέρες πριν είχε υπάρξει λεκτική αντιπαράθεση με αστυνομικό εκτός υπηρεσίας και του την είχαν… φυλαγμένη.
Οι αστυνομικοί από την πλευρά τους ισχυρίζονται ότι ενώ βρίσκονταν σε διατεταγμένη υπηρεσία τον είδαν μπροστά τους και επειδή είχαν πληροφορίες για διακίνηση ναρκωτικών, θέλησαν να τον ελέγξουν αλλά εκείνος αντιστάθηκε με σθένος και υπήρξε πάλη. Υποστηρίζουν ότι το σκηνικό έγινε στη μέση του δρόμου και ότι ασκήθηκε η νόμιμη βία για την ακινητοποίησή του.
Μάλιστα μετά τα όσα κατήγγειλε σε βάρος τους και την πανελλήνια δημοσιότητα που πήρε το θέμα, υπέβαλαν έγκληση, ενώ υπήρξε και αυτεπάγγελτη διαδικασία από την Εισαγγελία.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ηρακλείου τον έκρινε ένοχο για τις κατηγορίες της ψευδούς καταμήνυσης κατά συρροή και της ψευδορκίας μάρτυρα και του επέβαλε συνολική ποινή φυλάκισης τριών ετών και ενός μήνα. Κατά της πρωτόδικης καταδικαστικής απόφασης άσκησε έφεση και πλέον η υπόθεση θα κριθεί σε δεύτερο βαθμό.