Έντονες εισοδηματικές ανισότητες καταγράφει η Κρήτη, την ίδια ώρα που η φτώχεια διατηρείται και εντείνεται σε ορισμένες περιοχές.
Αυτό προκύπτει από την ανάλυση των εισοδηματικών δεδομένων για την περίοδο 2021-2023 του Περιφερειακού Παρατηρητηρίου Κοινωνικής Ένταξης της Περιφέρειας Κρήτης, που δείχνει ότι η αύξηση των εισοδημάτων στην Κρήτη δεν κατανέμεται ισόρροπα χωρικά.
Για την ακρίβεια, παρατηρούνται έντονες ανισότητες μεταξύ των Δήμων της Ανατολικής και της Δυτικής Κρήτης. Η γενική εικόνα δείχνει ότι οι εισοδηματικές ανισότητες αυξάνονται σε όλους σχεδόν τους Δήμους, καθώς τα πολύ χαμηλά εισοδήματα αποτελούν όλο και μικρότερο ποσοστό του μέσου εισοδήματος, μειώνοντας τη σχετική θέση των φτωχότερων ομάδων κατά περίπου 4-10%, σε σύγκριση με προηγούμενες χρονιές.
Οι μεγαλύτερες ανισότητες παρατηρούνται στους αστικούς Δήμους Ηρακλείου, Χανίων, Ρεθύμνου, Αγίου Νικολάου και Σητείας, ενώ οι ορεινοί και αγροτικοί Δήμοι, όπως τα Σφακιά, τα Ανώγεια, το Οροπέδιο Λασιθίου και ο Μυλοπόταμος, εμφανίζουν πιο ισορροπημένη κατανομή εισοδημάτων και ηπιότερη ένταση φτώχειας.
Με δηλώσεις του στην «Π», ο αντιπεριφερειάρχης Κοινωνικής Πολιτικής, Στέλιος Βοργιάς, τονίζει ότι το Περιφερειακό Παρατηρητήριο Κοινωνικής Ένταξης της Περιφέρειας Κρήτης είναι ένα σημαντικό εργαλείο, το οποίο έρχεται να αποτυπώσει κρίσιμες πτυχές κομβικών ζητημάτων, που αφορούν στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, για τα οποία επιβάλλεται να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα, που θα ανατάξουν τη δύσκολη οικονομική πραγματικότητα που μας περιβάλλει και αυτό μπορεί να γίνει μέσα από κεντρικές πολιτικές, που επιβάλλεται να δρομολογηθούν.
Τι αποτύπωσαν τα στοιχεία της έρευνας
Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει, οι εισοδηματικές ανισότητες στην Κρήτη εμφανίζουν αντίστροφες δυναμικές. Ειδικότερα, οι αστικοί και τουριστικοί Δήμοι, όπως το Ηράκλειο, τα Χανιά, το Ρέθυμνο, ο Άγιος Νικόλαος και η Σητεία, συγκεντρώνουν υψηλότερα επίπεδα εισοδήματος, αλλά εμφανίζουν και μεγαλύτερες εισοδηματικές ανισότητες και εντονότερη φτώχεια.
Αντίθετα, οι ορεινοί και αγροτικοί Δήμοι, όπως τα Ανώγεια, τα Σφακιά, το Οροπέδιο Λασιθίου και ο Μυλοπόταμος, παρουσιάζουν πιο ισόρροπη κατανομή εισοδημάτων, πιο κοντά, ωστόσο, στα χαμηλά εισοδήματα, καθώς η συγκέντρωση νοικοκυριών παραμένει υψηλή σε αυτά, φτάνοντας σε ορισμένες περιπτώσεις στο 50% του συνολικού πληθυσμού τους.
Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της έρευνας του Παρατηρητηρίου, οι χωρικές διαφοροποιήσεις στο εισόδημα και στα ποσοστά φτώχειας αντανακλούν ευρύτερες δομικές παραμέτρους των τοπικών κοινωνιών, οικονομικές, παραγωγικές και κοινωνικές.
Οι παράμετροι αυτοί διαφοροποιούν τον αστικό, από τον αγροτικό χώρο, ως προς τη δομή των παραγωγικών τομέων, τις μορφές απασχόλησης, το επίπεδο δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού και την πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες και υποδομές.
Τα στοιχεία αυτά αναδεικνύουν την ανάγκη για διαφοροποιημένες θεσμικές παρεμβάσεις μεταξύ αστικού και αγροτικού χώρου, με έμφαση στην ενίσχυση του αγροτικού τομέα και την άρση της εγκατάλειψης της ενδοχώρας, προκειμένου να ενισχυθούν η κοινωνική και χωρική δικαιοσύνη.
Τι κατέγραψε η έρευνα
Όπως αναφέρεται στην έρευνα, παρά τη βελτίωση των εισοδημάτων που παρατηρούνται σε επίπεδο Κρήτης και Περιφερειακών Ενοτήτων, διακρίνονται χωρικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των Δήμων, καταδεικνύοντας ότι το εισόδημα είναι άνισα κατανεμημένο, ανακλώντας ιδιαίτερες πτυχές της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης επιμέρους περιοχών.
Σύμφωνα με τη μεταβολή του μέσου οικογενειακού εισοδήματος για την περίοδο 2021-2023, τη μεγαλύτερη άνοδο καταγράφει ο Δήμος Χερσονήσου +53%, ακολουθούμενος από τους Δήμους Αποκορώνου +43% και Βιάννου +41%. Αντίθετα, οι μικρότερες αυξήσεις εντοπίζονται στους Δήμους Ανωγείων 20%, Οροπεδίου Λασιθίου 21% και Ηρακλείου 21%.
Οι έντονες διακυμάνσεις που παρατηρούνται, με ποσοστά αύξησης που κυμαίνονται από 20% έως 53%, αντικατοπτρίζουν τις εισοδηματικές διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται μεταξύ τουριστικών, αστικών και ορεινών Δήμων της Κρήτης, υπογραμμίζοντας τη χωρική ετερογένεια του εισοδηματικού χάρτη της Περιφέρειας.
Όπως προκύπτει, τα υψηλότερα από τον μέσο όρο της Κρήτης εισοδήματα εντοπίζονται στα αστικά κέντρα, με τους Δήμους Ηρακλείου +10%, Χανίων +4% και Αγίου Νικολάου +3% να προηγούνται.
Ο Δήμος Μαλεβιζίου βρίσκεται κοντά στον μέσο όρο της Περιφέρειας, ενώ οι Δήμοι Ανωγείων -38% και Σφακίων -30% καταγράφουν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα εισοδήματος.
Το εύρημα αυτό καταδεικνύει τη σαφή εισοδηματική ανισότητα μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών της Κρήτης, καθώς και την έντονη πόλωση ανάμεσα σε εισοδηματικά ανεπτυγμένες και λιγότερο αναπτυγμένες χωρικές ζώνες.
Ενδεικτικά, η απόκλιση μεταξύ του Δήμου με το υψηλότερο μέσο εισόδημα (Ηρακλείου) και εκείνου με το χαμηλότερο (Ανωγείων), προσεγγίζει τις 50 ποσοστιαίες μονάδες, γεγονός που σημαίνει ότι το μέσο εισόδημα στα Ανώγεια αντιστοιχεί περίπου στο ήμισυ του αντίστοιχου εισοδήματος στον Δήμο Ηρακλείου.
Χωρική φτώχεια
Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του Περιφερειακού Παρατηρητηρίου Κοινωνικής Ένταξης της Περιφέρειας Κρήτης, στα αστικά κέντρα και στους τουριστικούς Δήμους Ηρακλείου, Χανίων, Αγίου Νικολάου, Μαλεβιζίου, Ρεθύμνου και Χερσονήσου, σε αντίθεση με τους Δήμους Αμαρίου, Γόρτυνας, Σφακίων και Ανωγείων, καταγράφεται θετική απόκλιση του μέσου οικογενειακού εισοδήματος από το όριο ή κατώφλι φτώχειας (ΕΛΣΤΑΤ).
Το γεγονός αυτό φανερώνει την ύπαρξη έντονων διαφοροποιήσεων στην εισοδηματική φτώχεια, μεταξύ αστικών-τουριστικών και αγροτικών-ορεινών περιοχών της Κρήτης.
Οι τελευταίες εμφανίζονται εισοδηματικά πιο ευάλωτες, καθώς τα μέσα εισοδήματα των νοικοκυριών τους βρίσκονται πολύ κοντά ή και κάτω από το όριο φτώχειας, σε αντίθεση με τα υψηλότερα επίπεδα διαβίωσης που χαρακτηρίζουν τις αστικές και τουριστικές περιοχές, όπου η οικονομική δραστηριότητα και η απασχόληση προσφέρουν πιθανότατα μεγαλύτερη εισοδηματική σταθερότητα.
Η ένταση φτώχειας
Όπως τονίζεται στην έρευνα του Παρατηρητηρίου, ο δείκτης της αναλογίας φορολογικών δηλώσεων κάτω των 5.000 ευρώ προς το σύνολο των δηλώσεων ανά Δήμο και έτος, αποτυπώνει την έκταση της φτώχειας σε κάθε Δήμο και την εξέλιξή της με την πάροδο του χρόνου την περίοδο 2021-2023 -δηλαδή, αν περιορίζεται ή διευρύνεται η ομάδα των νοικοκυριών με πολύ χαμηλά εισοδήματα, τα οποία βρίσκονται κάτω από το κατώφλι φτώχειας (ΕΛΣΤΑΤ).
Συνολικά, στην Κρήτη, η πλειονότητα των Δήμων παρουσιάζει μείωση του ποσοστού των δηλώσεων κάτω των 5.000 ευρώ την περίοδο 2021-2023, ένδειξη μιας γενικής βελτίωσης του εισοδηματικού επιπέδου.
Ωστόσο, οι χωρικές ανισότητες παραμένουν εμφανείς: οι ορεινοί και αγροτικοί Δήμοι εξακολουθούν να βρίσκονται σε μειονεκτική εισοδηματικά θέση, καθώς η μείωση των πολύ χαμηλών εισοδημάτων εξελίσσεται με βραδύτερο ρυθμό.
Ενδεικτικά, στους Δήμους Ανωγείων και Σφακίων, πάνω από το 50% των φορολογικών δηλώσεων παραμένει σταθερά κάτω των 5.000 ευρώ, γεγονός που αναδεικνύει την ανθεκτικότητα της εισοδηματικής φτώχειας σε αυτές τις περιοχές. Παρατηρούμε ότι υπάρχουν έντονες ανισότητες μεταξύ των Δήμων της Ανατολικής και της Δυτικής Κρήτης.
Επιβαρυμένη η Ανατολική Κρήτη
Συνολικά στη Δυτική Κρήτη, τα πολύ φτωχά νοικοκυριά φαίνεται να βελτιώνουν τα εισοδήματά τους, ενώ στην Ανατολική και Κεντρική υφίστανται περαιτέρω πιέσεις, υποδεικνύοντας την ανάγκη για στοχευμένες πολιτικές στήριξης των ευάλωτων περιοχών.
Οι μεγαλύτερες μειώσεις σημειώνονται στους Δήμους Μινώα Πεδιάδας −12%, Αγίου Νικολάου −11%, Βιάννου −11% και Ηρακλείου −9%, γεγονός που δείχνει επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των πιο χαμηλών εισοδημάτων.
Αντίθετα, οι Δήμοι της Δυτικής Κρήτης, όπως οι Δήμοι Αποκορώνου +9%, Πλατανιά +5%, Σφακίων και Καντάνου-Σελίνου +4%, καταγράφουν σημαντικές αυξήσεις.
Από το παραπάνω μοτίβο εξαιρείται ο Δήμος Χανίων, στον οποίο βλέπουμε ότι για την περίοδο 2021-2023 τα φτωχά νοικοκυριά γίνονται φτωχότερα, γεγονός το οποίο υποδεικνύει ότι η φτώχεια στα αστικά κέντρα (Ηράκλειο, Χανιά, Ρέθυμνο, Άγιο Νικόλαο) είναι ανθεκτικότερη απ’ ό,τι η φτώχεια στις αγροτικές περιοχές.
