εμπορικά καταστήματα

Από χθες έθεσε σε εφαρμογή ο Εμπορικός Σύλλογος Ηρακλείου το θερινό ωράριο των καταστημάτων.

Οι διαφοροποιήσεις ως προς το ωράριο είναι μικρές, ενώ σύμφωνα με το σύλλογο, τα καταστήματα- μέλη του μπορούν να λειτουργούν τις καθημερινές και τα Σάββατα ως εξής:

Δευτέρα:             9.00-3.00

Τρίτη:                   9.00-2.00 και 5.30-9.00

Τετάρτη:              9.00-3.00

Πέμπτη:               9.00-2.00 και 5.30-9.00

Παρασκευή:        9.00-2.00 και 5.30-9.00

Σάββατο:             9.00-3.00

Κυριακή:              Κλειστά

Όπως είναι γνωστό βέβαια, τα τελευταία χρόνια, το ωράριο του Εμπορικού Συλλόγου δεν τηρείται στο ακέραιο, ενώ υπάρχουν μια σειρά από επιχειρήσεις, που δεν συμπορεύονται με τις υποδείξεις του Συλλόγου και παραμένουν ανοικτές με συνεχόμενα ωράρια, αλλά και το Σάββατο ως αργά το απόγευμα.

Το ζήτημα ωστόσο που προκύπτει στην αγορά, δεν μοιάζει να σχετίζεται με το ωράριο των καταστημάτων, αλλά με την σημαντική έλλειψη ρευστότητας που υπάρχει, καθώς και τις γενικότερες συνθήκες που ισχύουν στην αγορά.

Τη δεδομένη στιγμή, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο με κλειστά τα μαγαζιά, οι έμποροι, ειδικότερα του κέντρου της πόλης, πασχίζουν για να επανέλθουν σε μια κανονικότητα και να κερδίσουν μέρος από το χαμένο έδαφος.

Κάποιοι, περισσότερο ευέλικτοι επιχειρηματίες, έχουν τις δυνατότητες να ανταπεξέλθουν στις νέες ιδιαίτερες συνθήκες και με όπλο την πολύ μεγάλη ποικιλία και τη διακύμανση των τιμών να προσελκύσουν καταναλωτές.

Αυτό πάντως δεν συμβαίνει για το σύνολο των εμπορικών επιχειρήσεων, οι οποίες αντιμετωπίζουν πλήθος προβλημάτων. Αφενός, μεγάλη μερίδα του κόσμου έχει συνηθίσει πλέον στις ηλεκτρονικές αγορές, ενώ παράλληλα υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις εκτός κέντρου που προσφέρουν μια σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες στη λογική της μίας στάσης, οι οποίες και κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος.

Την ίδια στιγμή, η ρευστότητα στην αγορά είναι σαφέστατα μικρότερη, ωστόσο ακόμα και οι καταναλωτές που έχουν κατορθώσει να αποταμιεύσουν κάποια ποσά παρά τις δυσκολίες, κινούνται πολύ δύσκολα στην κατεύθυνση των αγορών, αφού θέλουν να δημιουργήσουν ένα «κατώφλι βάσης» στην περίπτωση που κάποιο αντίστοιχο με την πανδημία γεγονός εμφανιστεί ξανά.

Κι όλες αυτές οι ανακατατάξεις έρχονται ενώ οι επιχειρηματίες κι έμποροι βρίσκονται αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες συνθήκες και καλούνται να διαχειριστούν μια πραγματικότητα που ποτέ κανείς δεν είχε ζήσει ξανά.

Παρ’ όλα αυτά, τα συλλογικά όργανα των εμπόρων συνεχίζουν να πιέζουν προς κάθε κατεύθυνση, ωστόσο πλέον είναι περισσότερο από προφανές το γεγονός ότι εφόσον δεν υπάρξει κάποια ουσιαστική και καίρια κρατική παρέμβαση, υπάρχουν λίγα πράγματα που μπορούν να υλοποιηθούν.