Πώς απειλεί τον άνθρωπο η συρρίκνωση του πληθυσμού

Τι θα συνέβαινε όμως αν η απειλή προερχόταν από τη δική μας, παθητική αποδοχή της παρακμής; Δεν πρόκειται για θεωρητική συζήτηση: είναι ένα εύλογο συμπέρασμα που προκύπτει από την πτώση της γεννητικότητας παγκοσμίως. Ο κόσμος δεν ζητά την ανάληψη δράσης. Ορισμένοι, μάλιστα, πιστεύουν ότι η μείωση του πληθυσμού του πλανήτη είναι καλό πράγμα.

Ο Ντιν Σπίαρς και ο Μάικλ Τζερούζο, οικονομολόγοι στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Οστιν που ειδικεύονται στη δημογραφία, έχουν βάλει σκοπό να το αλλάξουν αυτό. Στο βιβλίο τους «Μετά την κορύφωση: Πληθυσμός, πρόοδος και η υπεράσπιση των ανθρώπων» («After the Spike: Population, Progress, and the Case for People») εξετάζουν σε βάθος τα δεδομένα και τις συνέπειες της μείωσης του πληθυσμού και υποστηρίζουν με πάθος και επιχειρήματα γιατί δεν πρέπει να αφήσουμε να συμβεί αυτό.

Η επιχειρηματολογία τους δεν βασίζεται μόνο στη γνωστή ανάγκη για εργατικό δυναμικό που είναι απαραίτητο για την οικονομική ανάπτυξη ή για τη βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης αλλά και σε μια πιο βασική παραδοχή: η ύπαρξη περισσότερων ανθρώπων είναι κάτι καλό από μόνο του.

Οι αριθμοί

Η παγκόσμια γεννητικότητα – ο αριθμός των παιδιών που μια γυναίκα αναμένεται να γεννήσει στη διάρκεια της ζωής της – ήταν κατά μέσο όρο 2,25 πέρυσι, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Το νούμερο αυτό είναι το χαμηλότερο στην Ιστορία, ελάχιστα πάνω από το ποσοστό αναπλήρωσης 2,1 που διατηρεί σταθερό τον πληθυσμό. Είναι άγνωστο σε ποιο σημείο σταθεροποιείται η γεννητικότητα.

Ωστόσο, οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι η μείωση του πληθυσμού θα συντελεστεί εφόσον ο δείκτης πέσει κάτω από το 2, και τα δύο τρίτα του πληθυσμού του πλανήτη σήμερα ζουν σε χώρες με γεννητικότητα κάτω του 2. Στις περισσότερες από τις υπόλοιπες χώρες, συμπεριλαμβανομένων όλων των χωρών της Υποσαχάριας Αφρικής, η γεννητικότητα σε γενικές γραμμές πέφτει. Αν η παγκόσμια γεννητικότητα πέσει στο σημερινό επίπεδο των ΗΠΑ όπου ο δείκτης είναι στο 1,6, ο πληθυσμός του πλανήτη θα φτάσει από 8 δισεκατομμύρια που είναι σήμερα τα 10,2 δισεκατομμύρια το 2080 και ύστερα θα αρχίσει να μειώνεται.

«Δεν θα πέσει στα 6 δισεκατομμύρια ή στα 4 δισεκατομμύρια ή στα 2 δισεκατομμύρια και θα μείνει εκεί» γράφουν. «Το ανθρώπινο είδος θα μπορούσε να οδηγηθεί σε εξαφάνιση πολύ πιο γρήγορα αν τα ποσοστά γεννήσεων παραμείνουν πολύ χαμηλά για μεγάλο χρονικό διάστημα».

Οι συγγραφείς δεν προβλέπουν ότι το ανθρώπινο είδος θα εξαφανιστεί κυριολεκτικά. Σε σύγκριση όμως με τη διατήρησή του σε σταθερά επίπεδα, η συρρίκνωση του πληθυσμού παρουσιάζει σοβαρά μειονεκτήματα.

Στο μπεστ σέλερ του «Η βόμβα της πληθυσμιακής αύξησης» («The Population Bomb)», που κυκλοφόρησε το 1968, ο Πολ Ερλικ προέβλεψε ότι ο υπερπληθυσμός του πλανήτη θα οδηγούσε σε μαζικό λιμό και ένδεια. Κανένας σοβαρός δημογράφος δεν ανησυχεί για τον κίνδυνο του υπερπληθυσμού σήμερα, ωστόσο η επιρροή των απόψεων του Ερλικ είναι ακόμη ισχυρή. Στις μέρες μας, πολλοί, ειδικά στον πολιτικό χώρο της προοδευτικής Αριστεράς, εξισώνουν την αύξηση του πληθυσμού με την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και την κλιματική αλλαγή.

Η δημογραφική συρρίκνωση έχει γίνει έμμονη ιδέα στους πολιτικούς του χώρου του «εθνικού συντηρητισμού», όπως την πρωθυπουργό της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι, τον ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπαν και τον αμερικανό αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς. Δεν τους απασχολεί αυτή καθαυτή η μείωση του πληθυσμού, αλλά εντός των συνόρων των χωρών τους θέλουν να γεννιούνται περισσότερα μωρά στη χώρα τους και να έχουν λιγότερους μετανάστες.

Η ζωή των άλλων

Αντιθέτως, οι Τζερούζο και Σπίαρς, που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροαριστεροί, ασχολούνται με το σύνολο της ανθρωπότητας, όχι με μια μεμονωμένη χώρα. «Θέλουμε να πείσουμε τους υπόλοιπους φιλελεύθερους και προοδευτικούς ότι… η ζωή των άλλων ανθρώπων δεν είναι σημαντική μόνο για τους ανθρώπους αυτούς, αλλά και για τους ίδιους» είπε ο Τζερούζο σε μια συνέντευξη.

Στο σημείο αυτό συγκλίνουν με τους οπαδούς του οικονομικού και κοινωνικού συντηρητισμού, όπως σχολιάζει ο Μάικλ Στρέιν του American Enterprise Institute, οι οποίοι βλέπουν τους ανθρώπους ως πόρο, όχι ως καταναλωτές πόρων. Τη θέση του Ερλικ κατέρριψε ένας οικονομολόγος της ελεύθερης αγοράς, ο Τζούλιαν Σάιμον, βάζοντας μαζί του στοίχημα, το 1980, ότι οι τιμές ενός «καλαθιού» συγκεκριμένων αγαθών θα έπεφταν κατά την επόμενη δεκαετία. Κέρδισε το στοίχημα. Σε αυτό το πνεύμα, οι Σπίαρς και Τζερούζο παρουσιάζουν πώς οι άνθρωποι, ενώ οι αριθμοί τους αυξάνονταν, μπόρεσαν να περιορίσουν τη ρύπανση και να εξασφαλίσουν περισσότερους διαθέσιμους πόρους, χάρη στην εφευρετικότητα και την αλλαγή συμπεριφοράς.

Για παράδειγμα, το 2013, το νέφος στην Κίνα ήταν από τα χειρότερα στον κόσμο. Μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια, ο πληθυσμός της αυξήθηκε κατά 50 εκατομμύρια, αλλά η σωματιδιακή ατμοσφαιρική ρύπανση έπεσε στο μισό. Με την αύξηση του πληθυσμού της Ινδίας, αυξήθηκε και το μέσο ύψος των παιδιών στη χώρα, χάρη στη βελτίωση της διατροφής και των συνθηκών υγιεινής. Οι κατά κεφαλήν εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στη Βρετανία έχουν μειωθεί το μισό από τη δεκαετία του 1950. Με την εκβιομηχάνιση να αποτελεί πια παρελθόν για τις περισσότερες χώρες, «το ισόβιο κλιματικό αποτύπωμα ενός επιπλέον μωρού μειώνεται», σημειώνουν οι συγγραφείς.

Η αύξηση του πληθυσμού στην πραγματικότητα κάνει ευκολότερη την επίλυση προβλημάτων όπως η έλλειψη πόρων. Ας υποθέσουμε ότι ένα σταθερό ποσοστό των ανθρώπων γίνονται παραγωγοί ιδεών: επιστήμονες, επιχειρηματίες και εφευρέτες. Οσο μεγαλύτερος είναι ο πληθυσμός τόσο περισσότερες ιδέες παράγονται. Επιπλέον, η επίλυση ενός προβλήματος έχει, κατά κανόνα, συγκεκριμένο κόστος. Η ανάπτυξη ενός εμβολίου ή ενός smartphone κοστίζει το ίδιο είτε για ένα άτομο είτε για 8 δισεκατομμύρια. Οσο μεγαλύτερος είναι ο πληθυσμός τόσο βιωσιμότερες οικονομικά γίνονται τέτοιες επενδύσεις.

Το πιο τολμηρό επιχείρημα που προβάλλουν οι Σπίαρς και Τζερούζο για την αύξηση του πληθυσμού δεν έχει καμιά σχέση με την οικονομία. «Είναι καλύτερο να υπάρχει περισσότερο καλό στον κόσμο» γράφουν. «Αυτό περιλαμβάνει και το να ζουν οι άνθρωποι καλά: είναι καλύτερο να υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι που ζουν καλά».

Ακούγεται συναισθηματικό, αλλά έχει μια ωφελιμιστική λογική βάση. Παρόλο που, ως έναν βαθμό, θα υπάρχουν πάντα φτώχεια και δυστυχία, στο πέρασμα του χρόνου οι άνθρωποι τείνουν να είναι συνολικά πιο υγιείς, πιο πλούσιοι και πιο ευτυχισμένοι, επομένως, αν ο παγκόσμιος πληθυσμός είναι μεγαλύτερος, θα βελτιώνονται η υγεία, ο πλούτος και η ευτυχία τόσο συνολικά όσο και κατά μέσο όρο. Ποιος δεν θα το ήθελε αυτό;

Το πρώτο βήμα

Οι Σπίαρς και Τζερούζο δεν δίνουν κάποια λύση για την πτώση της γεννητικότητας. Καταφέρνουν να καταρρίψουν τις δημοφιλέστερες θεωρίες τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς για το φαινόμενο, όπως το υψηλό κόστος της ανατροφής των παιδιών, η έλλειψη πολιτικών φιλικών προς την οικογένεια, οι αμβλώσεις ή η μείωση των γάμων και η υποχώρηση της θρησκευτικότητας.

Οι σκανδιναβικές χώρες εφαρμόζουν πιο γενναιόδωρες πολιτικές στον τομέα της παιδικής μέριμνας και των γονικών αδειών σε σύγκριση με τις ΗΠΑ – και έχουν χαμηλότερη γεννητικότητα. Ο Καναδάς έχει χαμηλότερα δίδακτρα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση – και χαμηλότερη γεννητικότητα. Στην Ινδία, τα ποσοστά των θρησκευομένων και των γάμων είναι υψηλά, και η γεννητικότητα είναι κάτω από το ποσοστό αναπλήρωσης.

Η Νότια Κορέα έχει από τους πιο αυστηρούς νόμους για τις αμβλώσεις στον κόσμο και τα χαμηλότερα ποσοστά γεννητικότητας. Δίνουν μια όχι και τόσο ικανοποιητική εξήγηση του φαινομένου: Πρόκειται για αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν κόστος ευκαιρίας ή εναλλακτικό κόστος. Υπάρχουν άλλα πράγματα αντί για τα παιδιά στα οποία οι γονείς (ή οι υποψήφιοι γονείς) προτιμούν να ξοδεύουν τους πόρους τους.

Το πρώτο βήμα για την επίλυση ενός προβλήματος είναι η παραδοχή του. Αυτή τη στιγμή η μείωση της γεννητικότητας δεν θεωρείται ευρέως πρόβλημα. Δεν διεξάγονται τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες για τους πιθανούς παράγοντες που οδηγούν σε υψηλότερα ποσοστά γεννητικότητας, όπως συμβαίνει με την περιγεννητική υγεία ή τη διατροφή κατά την παιδική ηλικία. Ο Σπίαρς ελπίζει ότι το βιβλίο τους «θα ωθήσει τους ανθρώπους να σταθούν για μια στιγμή και να σκεφτούν προτού πανηγυρίσουν για την πληθυσμιακή συρρίκνωση, θέτοντας το ερώτημα: Μήπως η σταθεροποίηση θα ήταν προτιμότερη;».

Πηγή: tovima.gr