«Αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν έχουν κλαπεί και ελληνικές αρχαιότητες ή όχι, διότι αυτή τη στιγμή το Βρετανικό Μουσείο έχει περίπου 100.000 ελληνικές αρχαιότητες στην κατοχή του και από αυτές εκτίθενται λιγότερες των 6.500”.
Αυτό τονίζει η Ειρήνη Σταματούδη, Νομικός και Μέλος της Επιτροπής Διεκδίκησης του Υπουργείου Πολιτισμού, για το σκάνδαλο και τον σάλο που έχει ξεσπάσει στη Αγγλία, μετά την αποκάλυψη, ότι υπάλληλος του Βρετανικού μΜουσείου, με εξειδίκευση στο τμήμα που σχετίζεται με τους αρχαίους ελληνικούς θησαυρούς φέρεται να έκλεβε αρχαιότητες, μεταξύ των οποίων κοσμήματα και πολύτιμους λίθους.
Την ίδια ώρα η συζήτηση για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα, του κορυφαίου αυτού μνημείου της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς στην πατρογονική τους γη αναζωπυρώνεται, καθώς αναδεικνύονται τα ανεκδιήγητα κενά ασφαλείας αλλά και οι ακατάλληλες συνθήκες φύλαξης των εκθεμάτων.
Το μουσείο, σύμφωνα με την «Telegraph», βρίσκεται τώρα αντιμέτωπο με δύσκολα ερωτήματα σχετικά με το ποιος ήξερε τι και πότε, τι έκανε για να διασφαλίσει ότι οι κλοπές θα σταματήσουν και ποιες προσπάθειες έγιναν για την ανάκτηση των αντικειμένων.
Πάντως όπως αναφέρει η ίδια βρετανική εφημερίδα ένας ειδικός σε αρχαιότητες με έδρα το εξωτερικό είχε μετατραπεί σε ντετέκτιβ και είχε ανακαλύψει πως ένα ρωμαϊκό κόσμημα από όνυχα, που εμφανίστηκε στο eBay με τιμή πώλησης 40 λίρες, ήταν ένα κομμάτι που απεικονιζόταν στον διαδικτυακό κατάλογο του μουσείου.
Ο ειδικός ενημέρωσε το Βρετανικό Μουσείο και ένα ανώτερο μέλος του προσωπικού τον διαβεβαίωσε πως το θέμα θα διερευνάτο.
Αυτό έγινε τον Ιούνιο του 2020, αλλά ο εμπειρογνώμονας δεν άκουσε τίποτα για μήνες, και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους έγραψε σε έναν συνάδελφό του στη Βρετανία για να εκφράσει την απογοήτευσή του. Εκείνη την εποχή έλεγε ότι το Βρετανικό Μουσείο «μπορεί να μην ενδιαφέρεται να μάθει», επειδή οι κλοπές θα ήταν «εξαιρετικά ενοχλητικές» γι’ αυτούς.
Υπεύθυνος για τους αρχαίους ελληνικούς θησαυρούς
Ο Πίτερ Τζον Χιγκς, 56 ετών, ο οποίος εργαζόταν στο Βρετανικό Μουσείο επί 35 χρόνια, και ήταν ανώτερος επιμελητής του μουσείου, με εξειδίκευση στο τμήμα που σχετίζεται με τους αρχαίους ελληνικούς θησαυρούς φέρεται να είναι το μέλος του προσωπικού που έβαζε προς πώληση τα ανεκτίμητης αξίας αντικείμενα στο eBay. Η οικογένειά του αρνείται την εμπλοκή του, ενώ δεν έχουν γίνει συλλήψεις.
Τα αντικείμενα που λείπουν από τη συλλογή περιλαμβάνουν χρυσά κοσμήματα, κομμάτια γυαλιού και ημιπολύτιμους λίθους που χρονολογούνται από το 1500 π.Χ. μέχρι και τον 19ο αιώνα μ.Χ., και καταλάμβαναν μια «σημαντική χρονική περίοδο».
Ανεξάρτητη έρευνα θα διεξαχθεί από τον πρώην έφορο του μουσείου, Σερ Νάιτζελ Μπόρντμαν, και τη Λούσι Ντ’ Ορσί, επικεφαλής της Βρετανικής Αστυνομίας Μεταφορών (BTP). Ο Τζορτζ Όσμπορν, πρώην υπουργός Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου και πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, δήλωσε: «Οι διαχειριστές του Βρετανικού Μουσείου ήταν εξαιρετικά ανήσυχοι όταν μάθαμε στις αρχές του έτους ότι αντικείμενα της συλλογής είχαν κλαπεί».
Οι διαχειριστές έχουν λάβει αποφασιστικά μέτρα για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση, συνεργαζόμενοι με την ομάδα στο Μουσείο. Καλέσαμε την αστυνομία, επιβάλαμε έκτακτα μέτρα για να αυξήσουμε την ασφάλεια, ξεκινήσαμε μια ανεξάρτητη έρευνα για το τι συνέβη και τα διδάγματα που πρέπει να μάθουμε και χρησιμοποιήσαμε όλα τις πειθαρχικές εξουσίες που έχουμε στη διάθεσή μας για να αντιμετωπίσουμε το άτομο που πιστεύουμε ότι είναι υπεύθυνο.
Τώρα έχουμε τρεις προτεραιότητες: πρώτον, να ανακτήσουμε τα κλεμμένα αντικείμενα. Δεύτερον, για να μάθουμε τι, αν κάτι, θα μπορούσε να είχε γίνει για να σταματήσει αυτό που συνέβη. Και τρίτον, να κάνουμε ό,τι χρειάζεται, με επένδυση σε αρχεία ασφάλειας και συλλογής, για να βεβαιωθούμε ότι αυτό δεν θα συμβεί ξανά.
Αυτό το περιστατικό απλώς ενισχύει τη συζήτηση για τον επανασχεδιασμό του Μουσείου τον οποίο ξεκινήσαμε. Είναι μια θλιβερή μέρα για όλους όσους αγαπούν το Βρετανικό Μουσείο μας, αλλά είμαστε αποφασισμένοι να διορθώσουμε τα λάθη και να χρησιμοποιήσουμε την εμπειρία για να οικοδομήσουμε ένα ισχυρότερο Μουσείο».
Σχόλιο – δηλητήριο από τη Ryanair
Η ιρλανδική αεροπορική εταιρεία, μέσω του επίσημου λογαριασμού της στο Twitter, αναδημοσίευσε το θέμα του BBC για τις αρχαιότητες που έκαναν «φτερά» μέσα από το Βρετανικό Μουσείο, γράφοντας παράλληλα μόνο τρεις λέξεις.
«Embracing company culture», δηλαδή «υιοθετώντας την κουλτούρα της εταιρείας».
Είναι ξεκάθαρο πως με το συγκεκριμένο υπονοούμενο, η Ryanair τονίζει πως όπως ακριβώς το Βρετανικό Μουσείο έχει μια παράδοση να «προμηθεύεται» τα εκθέματά του από άλλες χώρες, έτσι και ο υπάλληλος έκανε απλώς αυτό που πράττει αιώνες τώρα το φημισμένο μουσείο.
Συχνό φαινόμενο οι κλοπές
Άτομο που εργαζόταν για καιρό σε γνωστό μουσείο του Λονδίνου, έκανε λόγο για «θεσμική διαφθορά» στον κλάδο, μιλώντας στον Guardian, μετά το σκάνδαλο που ξέσπασε στο Βρετανικό Μουσείο. «Πολύτιμα αντικείμενα», που δωρίζονταν στο μουσείο, κάποιες φορές πωλούνταν «αθόρυβα» σε συλλέκτες ή κατέληγαν σε μικρούς οίκους δημοπρασιών, ανέφερε η ίδια πηγή.
Αυτό δεν ισχύει για όλους όσοι εργάζονται σε μουσεία, σημείωσε. Όμως, τόνισε, υπάρχει ένα «σιωπηρό πρόβλημα» στον κλάδο και δήλωσε πως «είχε σοκαριστεί» με όσα συνέβαιναν. Οι δηλώσεις αυτές έγιναν μετά την αποκάλυψη πως το Βρετανικό Μουσείο απέλυσε εργαζόμενο επειδή διαπιστώθηκε ότι «εκλάπησαν, εξαφανίστηκαν ή καταστράφηκαν» πολύτιμα αντικείμενα της συλλογής του.
Εργαζόμενος άλλου μουσείου της Βρετανίας επεσήμανε ότι γίνονται ελάχιστοι έλεγχοι όταν φεύγουν οι υπάλληλοι. «Θα ήταν εύκολο να πάρεις κάτι μικρό, χωρίς αυτό να γίνει αντιληπτό για αρκετό καιρό», είπε στον Guardian.
«Κάθε μουσείο στον κόσμο έχει υπάρξει θύμα κλοπής. Κάποιες φορές, μόνο όταν αρχίζουν να καταγράφουν τα αντικείμενα ανακαλύπτουν ότι λείπουν εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες», δήλωσε ο Άρθουρ Μπραντ, ο Ολλανδός ερευνητής που έχει εντοπίσει κλεμμένα τεχνουργήματα αξίας έως 340 εκατομμυρίων λιρών, σε όλο τον κόσμο.
«Δεν είναι κάτι νέο. Αλλά σε αυτή την περίπτωση είναι το Βρετανικό μουσείο οπότε είναι κάτι ιδιαίτερο», υπογράμμισε.
Αμείλικτα ερωτήματα
Τα αμείλικτα ερωτήματα στα οποία οφείλει να απαντήσει το Βρετανικό Μουσείο μετά το σκάνδαλο κλοπής και φθοράς αντικειμένων, θέτει η γερμανική Deutsche Welle. Με αφορμή βρετανικά δημοσιεύματα, που αναφέρουν πως κλοπιμαία διατέθηκαν στο eBay έναντι εξευτελιστικών ποσών, τονίζεται η «σιγή ιχθύος» που τηρεί το Μουσείο, ενώ αναπαράγεται και ρεπορτάζ των Times που αναφέρει πως εδώ και δεκαετίες είναι γνωστά τα σοβαρά προβλήματα ασφάλειας. Θυμίζει ακόμη το περιστατικό στην έκθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα, όταν το ταβάνι έσταζε νερά, λόγω έντονης βροχόπτωσης.
Το Βρετανικό Μουσείο αρνείται μέχρι στιγμής να αναφέρει την ποσότητα ή την αξία των χαμένων αντικειμένων, η οποία εκτιμάται στις 80 εκατομμύρια λίρες. Μάλιστα πολλά από τα αντικείμενα, τα οποία τώρα το προσωπικό αναζητά, αναφέρεται ότι δεν είναι καν ασφαλισμένα».