Ένοχη για τη στυγερή δολοφονία της 12χρονης Λόλα Νταβιέ κρίθηκε η Αλγερινή Νταμπία Μπενκιρέντ, η γυναίκα που βίασε, βασάνισε και μαχαίρωσε 38 φορές το άτυχο κορίτσι. Η Μπενκιρέντ καταδικάστηκε σήμερα από τη γαλλική δικαιοσύνη σε «πραγματικά ισόβια» κι έγινε έτσι η πρώτη γυναίκα σε βάρος της οποίας επιβλήθηκε στη Γαλλία αυτή η μέγιστη ποινή.
Την ποινή της ισόβιας κάθειρξης χωρίς δυνατότητα μείωσης είχε ζητήσει το πρωί ο γενικός εισαγγελέας, προκειμένου να «διασφαλιστεί η προστασία της κοινωνίας, να προληφθεί το ενδεχόμενο διάπραξης νέων εγκλημάτων και να αποκατασταθεί η κοινωνική ισορροπία».
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου υπογράμμισε, κατά την ανάγνωση της ετυμηγορίας, έπειτα από σύσκεψη τεσσάρων ωρών, «την πολύ μεγάλη σκληρότητα των εγκληματικών πράξεων», «πραγματικά βασανιστήρια».
«Το δικαστήριο, προκειμένου να ορίσει τη δίκαιη ποινή, έλαβε υπόψη του την ανείπωτη ψυχολογική βλάβη που προκάλεσε στο θύμα και την οικογένεια σε συνθήκες τόσο βίαιες, σχεδόν απερίγραπτες», συμπλήρωσε ο ίδιος.
Μετά την καθιέρωσή της το 1994, η «πραγματική ισόβια κάθειρξη» δεν είχε έως τώρα επιβληθεί παρά μόνο σε τέσσερις περιπτώσεις στο κοινό ποινικό δίκαιο στη Γαλλία, σε βάρος τεσσάρων ανδρών.
Έξι ημέρες ακροαματικής διαδικασίες απέτυχαν να αποσαφηνίσουν τα πραγματικά κίνητρα και γενικότερα τις διεργασίες που οδήγησαν την Μπενκιρέντ να διαπράξει τα εγκλήματά της.
Ηλικίας τότε 24 ετών, σημαδεμένη από μια κάποια κοινωνική ανασφάλεια, ζούσε κατά διαστήματα με την αδελφή της στο Παρίσι.
Τη 14η Οκτωβρίου του 2022, παρέσυρε με τη βία τη Λολά, την κόρη των θυρωρών του κτιρίου, στο διαμέρισμά της.
Μέσα σε 97 λεπτά, βίασε, βασάνισε, κατόπιν σκότωσε το παιδί φράσσοντας τις αναπνευστικές οδούς της με κολλητική ταινία.
Στη συνέχεια επιχείρησε να διαφύγει, έχοντας τοποθετήσει το άψυχο σώμα της 12χρονης σε μια μεγάλη βαλίτσα.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, τρείς ειδικοί της ψυχιατρικής απέκλεισαν κάθε παθολογία της κατηγορουμένης που θα μπορούσε να την εξαιρέσει από την ποινική ευθύνη της, παρά τα «ψυχοπαθολογικά» χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς της.
«Καμία φαρμακευτική αγωγή δεν θα μετάλλασε θεμελιωδώς την προσωπικότητα της Μπενκιρέντ. Όταν δεν υπάρχει νόσος, δεν υπάρχει θεραπεία», επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας, στην τελική αγόρευσή του σήμερα το πρωί.
Ο συνήγορος υπεράσπισης επικεντρώθηκε στα 24 χρόνια της ύπαρξης της Μπενκιρέντ πριν από τη διάπραξη του εγκλήματος: «τραυματικές εμπειρίες από πολύ μικρή ηλικία», όπως ανέφεραν ψυχίατροι, οικογενειακή βία, βιασμοί, κατανάλωση κάνναβης και φαρμάκων, πορνεία, χωρίς τίποτα από όλα αυτά να έχει ούτε επισήμως εξακριβωθεί ούτε να έχει απολύτως αποκλειστεί από την έρευνα.
