Ένα στα τέσσερα παιδιά στην ΕΕ αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού

Ηπαιδική φτώχεια στην Ευρώπη παραμένει μια από τις μεγαλύτερες κοινωνικές προκλήσεις της εποχής μας.

Παρά τις ελαφρές βελτιώσεις που καταγράφηκαν μεταξύ 2023 και 2024, περίπου το 24,2% των παιδιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας ή σε συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat. Αυτό μεταφράζεται σε σχεδόν 19,5 εκατομμύρια παιδιά που στερούνται βασικά αγαθά, ασφάλεια και ισότιμη πρόσβαση σε ευκαιρίες.

Η φτώχεια ή ο κοινωνικός αποκλεισμός στα παιδιά συνδέεται με τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες συνθήκες: εισοδηματική ένδεια, σημαντική υλική και κοινωνική αποστέρηση ή διαβίωση σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλή εργασιακή απασχόληση. Οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης είναι μακροχρόνιες, επηρεάζοντας τη σωματική και ψυχική υγεία, την εκπαιδευτική πρόοδο και τις μελλοντικές ευκαιρίες εργασίας των παιδιών.

Ειδικοί αναφέρουν ότι η παιδική φτώχεια τείνει να αναπαράγεται διαγενεακά: παιδιά που μεγαλώνουν σε φτωχά νοικοκυριά είναι πιθανότερο να αντιμετωπίσουν παρόμοιες δυσκολίες και στην ενήλικη ζωή τους. Η ψυχολογική επιβάρυνση από τη φτώχεια, η σχολική χαμηλή απόδοση και ο περιορισμένος κοινωνικός κύκλος επιτείνουν τις ανισότητες.

Σε ποια κράτη εντοπίζεται ο μεγαλύτερος κίνδυνος;

Η παιδική φτώχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανίζει σημαντικές διακυμάνσεις από χώρα σε χώρα. Η Βουλγαρία καταγράφει τα υψηλότερα ποσοστά με 35,1%, ακολουθούμενη από την Ισπανία (34,6%) και τη Ρουμανία (33,8%).

Αξίζει να σημειωθεί πως η Ελλάδα βρίσκεται αρκετά ψηλά στη λίστα με 26,9%.

Αντίθετα, η Σλοβενία (11,8%), η Κύπρος (14,8%) και η Τσεχία (15,4%) εμφανίζουν τα χαμηλότερα ποσοστά κινδύνου.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση της Σλοβενίας, που εφαρμόζει οριζόντιες κοινωνικές πολιτικές: πλήρως καλυμμένη γονική άδεια, επιδόματα παιδιών, δωρεάν σχολικά γεύματα και καθολική πρόσβαση σε παιδική μέριμνα. Αυτό το μοντέλο αντιμετώπισης έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικό, σύμφωνα και με σχετική ανάλυση του Guardian. Όπως υπογραμμίζεται, η πρόληψη έχει αποδειχθεί πιο αποτελεσματική και λιγότερο δαπανηρή από την εκ των υστέρων κρατική παρέμβαση.

Αξίζει να σημειωθεί πως, παρά τη συνολική πτώση των ποσοστών κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες στην ΕΕ, κάποιες χώρες, όπως η Φινλανδία (+3,5 μονάδες) και η Κροατία (+2 μονάδες), είδαν αύξηση του κινδύνου.

Αντίθετα, χώρες όπως η Ρουμανία και η Ιρλανδία πέτυχαν εντυπωσιακή μείωση.

Τα παιδιά σε μεγαλύτερο κίνδυνο από τους ενήλικες

Ένα από τα πιο ανησυχητικά στοιχεία της φετινής έκθεσης είναι το γεγονός ότι τα παιδιά βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας απ’ ό,τι οι ενήλικες. Η μέση διαφορά στην ΕΕ είναι 3,9 ποσοστιαίες μονάδες. Στην Ισπανία η διαφορά αυτή αγγίζει τις 10,5 μονάδες, ενώ στη Ρουμανία και τη Γαλλία ξεπερνά τις 7 μονάδες.

Η παιδική φτώχεια δεν είναι μόνο στατιστικό ζήτημα – έχει βαθιές κοινωνικές ρίζες. Παιδιά που στερούνται βασικές ανάγκες, όπως τροφή, ένδυση ή πρόσβαση στην υγεία, εμφανίζουν συχνότερα μαθησιακές δυσκολίες, προβλήματα συμπεριφοράς και τάσεις απομόνωσης.

Τα παιδιά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας παρουσιάζουν σημαντικά μεγαλύτερη ψυχική ευθραυστότητα.

Φαίνεται πως το περιβάλλον όπου μεγαλώνουμε αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την συναισθηματική μας ανθεκτικότητα.

Η εκπαίδευση των γονέων: Καθοριστικός παράγοντας

Η παιδική φτώχεια επηρεάζεται άμεσα από το μορφωτικό επίπεδο των γονέων. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2024, το 61,2% των παιδιών που ζουν με γονείς χαμηλής εκπαιδευτικής στάθμης (το πολύ απολυτήριο γυμνασίου) βρίσκονται συχνότερα σε κίνδυνο φτώχειας. Αντίθετα, μόνο το 11% των παιδιών με γονείς ανώτατης εκπαίδευσης αντιμετωπίζουν τον ίδιο κίνδυνο. Η διαφορά αυτή ξεπερνά τις 70 μονάδες σε χώρες όπως η Τσεχία και η Βουλγαρία.

Κοινωνιολόγοι επισημαίνουν ότι το εκπαιδευτικό υπόβαθρο σχετίζεται άμεσα με τις πιθανότητες πρόσβασης σε σταθερή απασχόληση, αξιοπρεπή στέγη και ενημερωμένες επιλογές ανατροφής (informed choices). Η επένδυση στην εκπαίδευση και τη δια βίου μάθηση των γονέων αποτελεί στρατηγικό εργαλείο πρόληψης.

Η παιδική φτώχεια και οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης

Η καταπολέμηση της φτώχειας αποτελεί τον πρώτο στόχο εκ των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ: «Μηδενική φτώχεια». Ο στόχος αυτός, με ορίζοντα το 2030, προβλέπει την εξάλειψη όλων των μορφών φτώχειας και τον περιορισμό των ανισοτήτων, ειδικά μεταξύ ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων όπως τα παιδιά.

Η UNICEF τονίζει ότι η φτώχεια των παιδιών δεν αφορά μόνο το εισόδημα, αλλά κι άλλες στερήσεις: στέγαση, υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, ασφάλεια και συμμετοχή. Ο ΟΟΣΑ έχει επισημάνει την ανάγκη ολοκληρωμένων πολιτικών, που θα συνδυάζουν οικονομική ενίσχυση των οικογενειών με κοινωνικές παροχές και εκπαιδευτική ενδυνάμωση.

Τι μπορεί να κάνει η ΕΕ και τα κράτη-μέλη

Η ΕΕ έχει ήδη θεσπίσει την «Εγγύηση για το Παιδί» (European Child Guarantee), ένα πλαίσιο για την εξασφάλιση πρόσβασης όλων των παιδιών σε βασικές υπηρεσίες: δωρεάν προσχολική εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη, αξιοπρεπή στέγαση και υγιεινή διατροφή. Τα κράτη-μέλη καλούνται να καταρτίσουν και να εφαρμόσουν επιμέρους εθνικά σχέδια δράσης.

Ωστόσο, η επιτυχία αυτών των πολιτικών εξαρτάται από την πολιτική βούληση, τη χρηματοδότηση και την αποτελεσματικότητα εφαρμογής. Αναλυτές επισημαίνουν την ανάγκη για μία ολιστική προσέγγιση που θα συνδέει τις κοινωνικές υπηρεσίες, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τους τοπικούς φορείς.

Αναστρέψιμος ο κίνδυνος της φτώχειας

Οι επιτυχίες χωρών όπως η Σλοβενία δείχνουν ότι η αλλαγή είναι εφικτή όταν υπάρχει η πολιτική βούληση.

Τα στατιστικά που παρουσιάζει η Eurostat πρέπει να διαβαστούν όχι μόνο ως αριθμοί, αλλά ως πραγματικές ιστορίες ζωής ανθρώπων.

Η δημιουργία ενός καθεστώτος προστασίας για κάθε παιδί, ανεξαρτήτως καταγωγής ή κοινωνικής τάξης είναι προϋπόθεση για μια Ευρώπη δίκαιη, ισότιμη και κυρίως βιώσιμη.

Πηγή: tovima.gr