Το Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2024 στην αίθουσα του Πνευματικού Κάντρου Σκινιά, η Ενορία Αγίου Αντωνίου Σκινιά με τη συνδιοργάνωση της Περιφέρειας Κρήτης και του Δήμου Μινώα Πεδιάδας, πραγματοποίησε εσπερίδα με τίτλο: “Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Σκινιανών ηρώων και μαρτύρων αίμα”.
Η ημερίδα αφιερώθηκε στους ήρωες του Σκινιά που έδωσαν τα χρόνια 1940-1944 το αίμα τους για την πατρίδα, που βοήθησαν στη συμμαχική νίκη και την ήττα του άξονα.
Ο δραστήριος ιερέας του χωριού παπά Μιχάλης Παπαϊωάννου στην εισήγησή του στην εσπερίδα, αναφέρθηκε για τη συμμετοχή των Σκινιανών στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-1941.
Παρουσίασε τους τέσσερις ήρωες του Σκινιά που πότισαν με το αίμα τους το δέντρο της λευτεριάς αλλά και τα τρία Σκινιανά παλικάρια, που στις μάχες στα βουνά της Αλβανίας με τον φασιστικό Ιταλικό στρατό, παρέμειναν ανάπηροι στην υπόλοιπη ζωή τους από τα βαριά τραύματα των μαχών.
Συγκεκριμένα, ο παπά Μιχάλης στην εισήγησή του με τίτλο “Τέσσερα και τρία παλικάρια του Σκινιά θύματα του Ελληνοϊταλικού πολέμου”, ανέφερε τα εξής :
«…“Αἱ ἰταλικαὶ στρατιωτικαὶ δυνάμεις προσβάλλουν ἀπὸ τῆς 05:30 πρωϊνῆς τῆς
σήμερον τὰ ἡμέτερα τμήματα προκαλύψεως τῆς ἑλληνοαλβανικῆς μεθορίου.
Αἱ ἡμέτεραι δυνάμεις ἀμύνονται τοῦ πατρίου ἐδάφους”.
Με αυτό το λακωνικό πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν, που εκδόθηκε το μεσημέρι της Δευτέρας 28ης Οκτωβρίου 1940, το Γενικό Στρατηγείο επιβεβαίωνε το απρόσμενο γεγονός που είχαν ήδη αντιληφθεί όλοι οι Έλληνες εκείνο το διαφορετικό ξημέρωμα.
Η χώρα βρισκόταν σε πόλεμο, έναν πόλεμο που έμελλε να σημαδέψει την ιστορία της.
Οι κάτοικοι των πόλεων είχαν ξυπνήσει από τον απόκοσμο ήχο των σειρήνων της αντιαεροπορικής άμυνας, ενώ στα χωριά τον συναγερμό σήμαιναν οι καμπάνες των εκκλησιών.
Τα ραδιόφωνα από νωρίς μετέδιδαν εμβατήρια και τα διαγγέλματα των ηγετών του κράτους προς τον ελληνικό λαό και οι εφημερίδες εξέδιδαν συνεχώς από το πρωί, αν και Δευτέρα, έκτακτα φύλλα με πρωτόγνωρους τίτλους:
«Ἡ Ἰταλία ἐκήρυξε τὸν πόλεμον κατὰ τῆς Ἑλλάδος», «Ἐπεδόθη τὴν 3ην πρωϊνὴν διακοίνωσις ὑπὸ τῆς Ἰταλίας πρὸς τὴν Ἑλλάδα. Ο ἰταλικὸς στρατὀς κινεῖται τὴν 6ην πρωϊνὴν πρὸς τὰ σύνορά μας», «Ἕλληνες εἰς τὰ ὅπλα! Ἤρχισαν σήμερον αἱ ἐχθροπραξίαι», «Ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν».
Ο λαός, στο μεγαλύτερο μέρος του, είχε πράγματι αιφνιδιαστεί, όχι όμως και η ηγεσία της χώρας, πολιτική και στρατιωτική. Για εκείνους η πρώτη ημέρα του πολέμου είχε ξεκινήσει κάποιους μήνες νωρίτερα.
Μετά τον “άνανδρο” τορπιλισμό και τη βύθιση του καταδρομικού Έλλη από το ιταλικό υποβρύχιο Delfino στις 15 Αυγούστου 1940 στην Τήνο ανήμερα του εορτασμού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, για τις επόμενες εβδομήντα ημέρες επικράτησε μερική μυστική επιστράτευση.
Έγιναν ατομικές προσκλήσεις εφέδρων αξιωματικών με πρόσχημα τη μετεκπαίδευση καθώς και ατομικές προσκλήσεις οπλιτών. Από τα απομνημονεύματα του συγχωριανού μας Νικολάου Εμμανουήλ Πανακάκη, (Ιστορικό ημερολόγιο από το Αλβανικό Μέτωπο), μαθαίνουμε το εξής:
…στις 25 Αυγούστου 1940, επήραν την κλάση μας του 1932 για μετεκπαίδευση επί ένα μήνα. Πήγαμε λοιπόν στο Ηράκλειο και παρουσιαστήκαμε, μας ντύσανε και κάναμε γυμνάσια και περιμέναμε να περάσει ο μήνας για να απολυθούμε, αλλά ο μήνας πέρασε και καμία απόλυση δεν έγινε, παρά καθημερνώς έπαιρναν με ψηφία διάφορες κλάσεις και σιγά-σιγά γινότανε κανονική επιστράτευσις και επλησιάσανε λοιπόν ημέρες και ήρθε η 28η Οκτωβρίου και ένα πρωί μας ήλθε το χαμπέρι ότι οι φίλοι μας η ιταλοί μας άρχισαν τον πόλεμο.
Αμέσως εκήρυξαν γενική επιστράτευση και στις 22 Νοεμβρίου μας ετοίμασαν όλο το σύνταγμα… Κατά τις 6 το πρωί, 23 Νοεμβρίου 1940 ξεκινήσαμε δυο βαπόρια και ταξιδεύαμε όλη μέρα και όλη νύχτα… Κατά τις 7 η ώρα βγαίνουμε εις το λιμάνι του Πειραιά στις 24-11-1940 και από εκεί μας οδήγησαν στο καταυλισμό του Χαϊδαρίου…
Το διάστημα αυτό που μας περιγράφει εδώ ο Νικόλαος Πανακάκης, υπήρχε εδώ στο νησί μας, η προετοιμασία για να πάνε οι Κρήτες στο μέτωπο και αυτό ήταν η πρώτη περίοδος των πολεμικών επιχειρήσεων, (28 Οκτωβρίου – 13 Νοεμβρίου 1940).
Σ’ αυτό το διάστημα οι Ιταλοί επιχείρησαν στο μέτωπο σχεδόν ταυτόχρονα αιφνιδιαστική εισβολή, με κύρια προσπάθεια στην Ήπειρο και στην ορεινή περιοχή της Πίνδου, από το Ιόνιο μέχρι το όρος Γράμμος, ενώ η αεροπορία τους βομβάρδιζε στόχους στο μέτωπο και στο εσωτερικό της χώρας.
Παρ’όλα αυτά, στα σημεία μεγάλης στρατηγικής σημασίας, τα αποτελέσματα ήταν ασήμαντα και για τον λόγο αυτό η συγκέντρωση από ελληνικής πλευράς, και η έγκαιρη μεταφορά των επιστρατευμένων μονάδων, έγιναν χωρίς σοβαρά εμπόδια.
Το βάρος των πολεμικών επιχειρήσεων σήκωσαν στους ώμους τους οι κληρωτοί στρατιώτες που υπηρετούσαν στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας.
Στη 2η περίοδο, (14 Νοεμβρίου – 6 Ιανουαρίου 1941), το Ελληνικό Γενικό Στρατηγείο, αποβλέποντας στην ουσιαστική εκμετάλλευση των πρώτων ελληνικών επιτυχιών, προτού προλάβουν οι Ιταλοί να ενισχυθούν πλήρως με νέες δυνάμεις, αποφάσισε την ταχεία ανάληψη αντεπιθέσεως.
Έτσι από τις 14 Νοεμβρίου, και παρότι δεν είχε περατωθεί η επιστράτευση και συγκέντρωση του Στρατού, ξεκίνησε γενική αντεπίθεση σε ολόκληρο το μέτωπο, η οποία διήρκεσε μέχρι τις 6 Ιανουαρίου 1941, με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Πράγματι, οι ελληνικές δυνάμεις κατόρθωσαν σε πρώτη φάση μέχρι τις 22 Νοεμβρίου, όχι μόνο να αποκαταστήσουν την ακεραιότητα του εθνικού εδάφους, αλλά και να προωθηθούν στον βόρειο τομέα του μετώπου στην πόλη της Κορυτσάς.
Στη συνέχεια, σε δεύτερη φάση, μέχρι τις 28 Δεκεμβρίου, πέτυχαν τους αντικειμενικούς σκοπούς που είχε θέσει το Γενικό Στρατηγείο και απώθησαν, με σκληρούς αγώνες και κάτω από δυσμενέστατες καιρικές συνθήκες τις ιταλικές δυνάμεις σε βάθος 30 – 50 χιλιομέτρων, παρότι αυτές ενισχύονταν συνεχώς και προέβαλλαν σθεναρή αντίσταση.
Οι ευρείες επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού ανακόπηκαν στα τέλη Δεκεμβρίου. Ο δριμύτατος χειμώνας και οι δυσχέρειες στις συγκοινωνίες, δημιουργούσαν ανυπέρβλητα εμπόδια στους ανεφοδιασμούς και τις διακομιδές. Παράλληλα η δίμηνη εκστρατεία είχε επιφέρει σοβαρές ελλείψεις σε προσωπικό, οπλισμό, εφόδια και λοιπά υλικά.
Και πάλι από το ημερολόγιό του ο Νικόλαος Πανακάκης μας περιγράφει τις μέρες αυτές, 23-25 Δεκεμβρίου. …23 Δεκέμβρη – Χιόνιζε όλη μέρα και εμείς νηστικοί εξεψειριζόμαστε διότι οι ψείρες μας είχαν τρελάνει… 24 Δεκέμβρη – Σήμερο πήγαμε στη Εκκλησία και κοινωνήσαμε κι άμα γυρίσαμε μας έδωσαν φακή δίχως αλάτι και κάθε δέκα στρατιώτες μια κουραμάνα και το βράδυ μια δε μας έδωσαν τίποτα… 25 Δεκέμβρη (Χριστούγεννα) – μας έδωσαν τσάι αντί φαί και μας έδωσαν και στον καθένα μας 8 τσιγάρα… Αυτές ήταν οι γιορτές στο μέτωπο.
Στην 3η περίοδο των πολεμικών επιχειρήσεων (7 Ιανουαρίου – 26 Μαρτίου 1941) έγιναν στον κεντρικό τομέα του μετώπου, οι σκληρότεροι και πιο αιματηροί αγώνες μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών, σε όλη τη διάρκεια του πολέμου.
Την ίδια περίοδο και στις 9 Μαρτίου, υπό την άμεση παρακολούθηση του Μουσολίνι, εκτοξεύτηκε η μεγάλη Εαρινή Ιταλική επίθεση PRIMAVERA, με ιδιαίτερη ένταση στο τμήμα από την Τρεμπεσίνα μέχρι την περιοχή Μπούμπεσι. Αυτή είναι η περίοδος όπου η Κρητική Μεραρχία έγραψε χρυσές σελίδες στα βουνά της Αλβανίας.
Η εαρινή ιταλική επίθεση έληξε άδοξα, είχε την ίδια περίπου τύχη με τον «απλό στρατιωτικό περίπατο», όπως θεωρούσε την όλη εκστρατεία κατά της Ελλάδας, η Ιταλική Στρατιωτική Ηγεσία.
Η σημαντικότερη μάχη της Εαρινής επίθεσης ήταν η Μάχη του υψώματος 731, εναντίον του οποίου επιτέθηκαν μονάδες της μεραρχίας Μπάρι. Το ύψωμα παρέμεινε απόρθητο, χαρακτηρισμένο από τότε ως Ιερά Ζώνη για τους Ιταλούς, λόγω των βαρύτατων απωλειών τους.
Από αυτή την 3η περίοδο, έχουμε και ένα γράμμα στο αρχείο της Ενορίας, όπου αλληλογραφεί ο Υπ/κός Μιχαήλ Μικελάκης προς την οικογένεια του και τον πατέρα του π. Εμμανουήλ Μικελάκη, εκφράζοντας την αγωνία του γιατί δεν λαμβάνει γράμματα από αυτούς, αν και προσπαθεί να επικοινωνεί τακτικά.
Η ελληνική εποποιία του αλβανικού μετώπου ποτίστηκε και με το αίμα Σκινιανών παλικαριών. Τέσσερις ήταν οι ήρωες που έδωσαν τη ζωή τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας.
1. Πανακάκης Σταύρος του Μιχαήλ
Στρατιώτης του 43ου ΣΠ. Γεννήθηκε στο Σκινιά το 1915. Φονεύθηκε στο ύψωμα 1178 στις 13 Φεβρουαρίου 1941.
2. Παπαδάκης Στυλιανός του Αντωνίου
Έφεδρος Ανθυπολοχαγός του 43ου ΣΠ. Δικηγόρος. Στις 9 Μαρτίου 1941 τραυματίστηκε σοβαρά στο χωριό Άρτζα Ντι Σόμπρα. Μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Διακομιδής στην Άρτα και στις 11 Μαρτίου 1941 υπέκυψε στα τραύματά του.
3. Χρυσουλάκης Αντώνιος του Εμμανουήλ
Έφεδρος Λοχίας του 43ου ΣΠ. Πήρε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο. Επέστρεψε στην Αθήνα αναζητώντας μέσο διαφυγής στην Κρήτη. Πιάστηκε από τους γερμανούς και έκανε πολλές αγγαρείες στην πρωτεύουσα. Δραπέτευσε και βρήκε πλωτό μέσο για την Κρήτη. Στην Κρήτη πιάστηκε και πάλι από τους γερμανούς και κλείστηκε στο στρατόπεδο αιχμαλώτων στο Μάλεμε Χανίων. Κατά τη διαφυγή του από το στρατόπεδο, πνίγηκε στις 18 Ιουλίου 1941.
4. Χατζογιαννάκης Γεώργιος του Εμμανουήλ
Έφεδρος Λοχίας του 90ου ΣΠ. Πήρε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο. Επέστρεψε στην Αθήνα με την κατάρρευση του μετώπου. Πέθανε από τις κακουχίες του πολέμου στο 1ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο στις 27 Σεπτεμβρίου 1941.
Τον κατάλογο των θυμάτων συμπληρώνουν και τρεις Σκινιανοί που έμειναν ανάπηροι από τις μάχες και τις κακουχίες του Ελληνοϊταλικού πολέμου.
1. Βερβελάκης Γεώργιος του Θεοφάνη.
Ανάπηρος Ελληνοϊταλικού πολέμου
2. Ρερεράκης Χριστόφορος του Νικολάου
Ανάπηρος Ελληνοϊταλικού πολέμου
3. Ζερβάκης Ανδρέας του Εμμανουήλ
Στρατιώτης του 43ου ΣΠ. Πολέμησε τους Ιταλούς στο Αλβανικό μέτωπο.
Στις 9 Μαρτίου 1941 τραυματίστηκε σοβαρά από Ιταλικό όλμο. Νοσηλεύτηκε σε στρατιωτικό νοσοκομείο. Ανάπηρος πολέμου. Ως πολίτης εκλέχτηκε από τους συγχωριανούς του Πρόεδρος της Κοινότητας Σκινιά.
Έχουμε χρέος να διδάξουμε στα παιδιά μας πόσο σημαντικό είναι το έπος του΄40 για να μείνει πάντα χαραγμένο στο μυαλό μας και στους απογόνους μας.
Αυτοί οι άνθρωποι που έπεσαν στον αγώνα της υπεράσπισης της γλυκιάς πατρίδος, που πολέμησαν και έδωσαν και την ψυχή τους, είχαν και αυτοί όνειρα και φιλοδοξίες αλλά τ’ άφησαν στο πεδίο των μαχών.
Πρέπει να μιμηθούμε τον αγώνα αυτό και πιο πολύ στην καθημερινή μας ζωή και να κρατήσουμε τις αξίες που εκπροσωπεί το γένος των Ελλήνων. Αυτά κράτησαν και κρατούν ακλόνητη την εθνική μας πνοή. Η αγάπη προς την πατρίδα, η “ολοζώντανη” ορθόδοξη χριστιανική μας πίστη και η κτισμένη στις παραδόσεις του λαού μας, ελληνική οικογένεια».
Στο αρχείο της ενορίας Αγίου Αντωνίου Σκινιά, εμπεριέχεται έγγραφο του Μητροπολίτη Αρκαδίας Βασίλειου, με ημερομηνία 16 Δεκεμβρίου 1940.
Το έγγραφο είναι ανέκδοτο και ο παπά Μιχάλης Παπαϊωάννου μας παραχώρησε αντίγραφο για δημοσίευση. Στην εγκύκλιό του προς τις ενορίες, τα μοναστήρια και στους κατοίκους της Μητρόπολής του, ο Αρκαδίας Βασίλειος προτρέπει για την αποστολή βοήθειας στους Έλληνες στρατιώτες που μάχονται τα Ιταλικά στρατεύματα.
Συγκεκριμένα, στις παραινέσεις του, λέει τα εξής :
«Εν Αγίοις Δέκα τη 16 Δεκεμβρίου 1940
Πανωσιότατοι Ηγούμενοι, ευλαβέστατοι Εφημέριοι, Τιμιώτατοι Εκκλησιαστικοί Σύμβουλοι και άπαντες οι ευλογημένοι Χριστιανοί της καθ’ημάς Θεοσώστου Επισκοπής Αρκαδίας πατρικώς υμίν άπασιν επευχόμεθα .
Δια του παρόντος ημών ευχετικού Αρχιερατικού γράμματος προτρεπόμεθα πάντας υμάς, όπως και πάντοτε μεν ιδία όμως κατά τας εγγιζούσας Αγίας εορτάς του Δωδεκαημέρου και το επί θύραις Νέον σωτήριον έτος, 1941, όπερ διαρκώς και διακαώς ευχόμεθα ν’αποβή σωτήριον αληθώς εις όλον τον κόσμον και εις το υπέρ πίστεως και πατρίδος ευσεβώς αγωνιζόμενον εις το πεδίον της τιμής Έθνος ημών, καταβάλλητε πάσα προσπάθια, φροντίδα και επιμέλειαν, ου μόνον δια την εισφοράν και εκ του υστερήματος ακόμη, εις χρήμα ή εις είδος, ιδία μάλλινα και δη κάλτσες και γάνθια, υπέρ του αγωνιζομένου εν ώρα βαρυτάτου χειμώνος στρατού μας εις πεδίον της τιμής, αλλά και υπέρ των οικογενειών αυτών, στρατιωτών συνεισφέροντες και περιθάλποντες ταύτας ίνα οι αγωνιζόμενοι με περισσοτέραν ευτυχίαν, χαράν ευχαρίστισιν και τόλμην διεξάγωσι και διεκπεραιώνωσι τον Ιερόν ημών αγώνα.
Προς τούτο, ανάγκη απόλυτος, όπως ου μόνον δι’αλληλογραφίας συναγωνιζώμεθα, επικοινωνούμεν, ενθαρρύνωμεν και ενισχύωμεν τούτους, αλλά και ιδιαίτερα δεματάκια, διάφορα εντόπια ενθύμια εμπεριέχοντα, σταφίδας, σύκα, αμύγδαλα, μανδήλια, αγιοτικά, σταυρούς, μάλλινα είδη κλπ. ν’αποστείλωμεν ου μόνον εις τους ιδικούς μας στρατιώτας αλλά και προς τον άγνωστον στρατιώτην, ίνα ούτω συνεορτάζωμεν και συνευφραινώμεθα, ώστε να μη παρατηρηθή ουδεμίαν εκατέρωθεν έλλειψις ή στενοχωρία.
Προς τούτο εντελλόμεθα, όπως αφ’ενός μεν εφ’όσον χρόνον θα εξακολουθήση ο Ιερός ημών αγών, επιτελήτε άνευ ουδεμιάς αμοιβής προθύμως και ευχαρίστως πάσαν ιεροπραξίαν και οι Ιερείς και οι Ναοί, δια τας οικογενείας των επιστρατευθέντων και αγωνιζομένων εν τω πεδίω της τιμής, ίνα μη αναγκασθώμεν να παρατηρήσωμεν και τιμωρήσωμεν πάσαν παράβασιν, αφ’ετέρου δε συνεδριάσητε αμέσως και ψηφίσητε ως ιδίαν εισφοράν του Ιερού Ναού της ενορίας σας υπέρ του Ιερού αγώνος, πλέον του ημίσεως του εν τω ταμίω του ναού ποσού, όπερ θα εγκρίνη το Μητροπολιτικόν Συμβούλιον, και όπερ ν’αποστείλητε αμέσως προς την Ιεράν Επισκοπήν, με ιδιαιτέραν κατάστασιν, προς άμεσον αποστολήν μετά της ιδιαιτέρας δευτέρας ατομικής ημών εισφοράς εκτός της ήδη, σταλείσης απ’ευθείας προς τον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως κ. Ιωάννην Μεταξάν, εκ δέκα χιλιάδων δραχμών (10.000) και δύο χιλιάδων δια την φανέλλαν και κάλτσαν του στρατιώτου.
Ωσαύτως εντελλόμεθα όπως εξακολουθήσητε τακτικώς καθ΄εκάστην εσπέραν και Θείαν Λειτουργείαν μετά την Ιεράν Ακολουθίαν, ν’ αναγιγνώσκητε εν προσευχή και κατανύξει, ενώπιον του εκκλησιάσματος, το μεν ιδαιτέραν επιμνημόσυνη δέησιν, υπέρ μακαρίας μνήμης και μετά Αγίων και Δικαίων κατατάξεως των αειμνήστων υπέρ πίστεως και πατρίδος αγωνισαμένων και πεσόντων αδελφών ημών, μετά την υπό πάντων αναφώνησιν ΑΙΩΝΙΑ ΑΥΤΩΝ Η ΜΝΗΜΗ.
Ωσαύτως ν’ αναγιγνώσκητε ιδαιτέραν προς τον Θεόν δέησιν υπέρ ταχείας και σταθεράς αναρρώσεως των ηρώων τραυματιών ημών, ως και τον από της πρώτης ημέρας του πολέμου, σταλλέντα ικετήριον προς την Υπέρμαχον Στρατηγόν Θεοτόκον, Κανόνα εν ώρα πολέμου, μετά των ιδιαιτέρων ευχών και δεήσεων προς τον Θεόν ου η πανσθενουργός χάρις και ευλογία, ενισχύσαι, κραταιώσαι και κατευοδώσαι τον ευσεβέστατον Βασιλέα ημών Γεώργιον, την Σεβαστήν Εθνικήν ημών Κυβέρνησιν και τους αγωνιζομένους εν τω πεδίω της τιμής ήρωάς μας.
Γένοιτο Κύριε ημών Ιησού Χριστέ Γένοιτο.
Διάπυρος προς τον Θεόν απάντων ικέτης
+ Ο Αρκαδίας Βασίλειος
Υ.Σ. Η παρούσα ν’αναγνωσθή και επεξηγηθή και επ’εκκλησίας ίνα λάβωσι ταύτης γνώσιν άπαντες οι ενορίται με την θερμήν παράκλησιν της εφαρμογής αυτής.
+ Ο Αρκαδίας Βασίλειος».
Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και
διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελίου