Ο Αβδελλάς Μυλοποτάμου – μαρτυρικό χωριό
Από αριστερά τα αδέρφια Ελένη Μιχελουδάκη – Αλεφαντινού και Γεώργιος Μιχελουδάκης ή Σμπίνος. Οι Γερμανοί στον Γουρνόλακκο εκτέλεσαν τον πατέρα τους Εμμανουήλ Μιχελουδάκη. Δεξιά η Δήμητρα Καλλέργη – Λαμπρινού. Στον Γουρνόλακκο στις 5 Σεπτεμβρίου 1943, δολοφονήθηκε από τους άντρες της Βέρμαχτ ο πατέρας της Ιωάννης Καλλέργης

Την Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025, στο ΦΕΚ υπ. αριθ. 146 δημοσιεύτηκε η απόφαση χαρακτηρισμού μίας πόλης (Καλαμπάκας) και 18 χωριών και οικισμών της Ελλάδας ως μαρτυρικών. Μεταξύ των οικισμών ήταν και ο Αβδελλάς Μυλοποτάμου. Στις 3 και 5 Σεπτεμβρίου 1943, γερμανικός τακτικός στρατός της Βέρμαχτ με διαταγή του Διοικητή του Φρουρίου Κρήτης Μπρόγερ, δολοφόνησε στον Γουρνόλακκο 32 πατριώτες.

Είκοσι τρεις από τους πατριώτες ήταν από το χωριό Αβδελλάς. Μετά τις εκτελέσεις στον Γουρνόλακκο, αρχοντικά σπίτια του Αβδελλά εγκαταλείφτηκαν, στους δρόμους του μικρού χωριού περπατούσαν 50 ορφανά παιδιά και τα μαύρα ρούχα ήταν η  εικόνα της καθημερινότητας.

Μετά τις εκτελέσεις στον Γουρνόλακκο από τους άντρες της Βέρμαχτ στις 3 και 5 Σεπτεμβρίου 1943, τα σπίτια των δολοφονημένων ανδρών του χωριού εγκαταλείφθηκαν και παραμένουν ως σήμερα βουβά και «έρμαια» στο πέρασμα του χρόνου. (φωτογραφία : Ειρήνη Πανταλού)

Το αίτημα του Πολιτιστικού Συλλόγου Αβδελλά και του Δήμου Μυλοποτάμου προς το Υπουργείο Εσωτερικών για τον χαρακτηρισμό του χωριού ως μαρτυρικού έγινε δεκτό και το χωριό από τις 8 Αυγούστου 2025 είναι μέλος του Δικτύου Μαρτυρικών Πόλεων και χωριών της Ελλάδας.

Μετά την υπογραφή του ΦΕΚ από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνο  Τασούλα, η Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Αβδελλά κ. Μαρία Λαμπρινού έκανε την παρακάτω δήλωση :  «Αγαπητοί συγχωριανοί και φίλοι του χωριού μας

Η 3η και η 5η Σεπτεμβρίου 1943, έμειναν ανεξίτηλες ως ημερομηνίες στο βιβλίο της ιστορίας του χωριού μας. Αυτές τις μέρες έγιναν δύο από τα πλέον αποτρόπαια εγκλήματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Κρήτη. Δολοφονήθηκαν από τα βόλια ενός βάρβαρου ναζιστικού και κατοχικού στρατού, είκοσι τρεις Αβδελλιανοί στην περιοχή Γουρνόλακκος του Ψηλορείτη. Μαζί τους και άλλοι εννέα πατριώτες από τον Άγιο Μάμα, την Κάλυβο, τα Λιβάδια και τους Αβδανίτες.

Σήμερα, 8 Αυγούστου 2025, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνος Τασούλας υπέγραψε την απόφαση χαρακτηρισμού του Αβδελλά ως μαρτυρικού χωριού και η απόφασή του δημοσιεύτηκε στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης με αριθμό 146, (τεύχος πρώτο).

Σήμερα οι ψυχές των προγόνων μας που έδωσαν πρόθυμα το αίμα τους για την λευτεριά της πατρίδας μας, θα χαίρονται και θα αγάλλονται.

Για μας τους απογόνους, η αναγνώριση του χωριού μας ως μαρτυρικού, ήταν ένας σκοπός και ένα τάμα ζωής. Αυτό θέλαμε και επιδιώξαμε να το κάνουμε σε μια δύσκολη και επίπονη προσπάθεια που ξεκίνησε εδώ και τρία χρόνια, από το έτος 2023. Η σημερινή ημέρα 8 Αυγούστου 2025, θα μείνει κι αυτή ανεξίτηλη και θα γράφεται πλέον με χρυσά γράμματα στο βιβλίο της ιστορίας του χωριού μας.

Αγαπητοί Αβδελλιανοί,

ο Γουρνόλακκος για μας είναι πλέον ένα σύμβολο αγώνα, θυσίας και αξιοπρέπειας. Το αίμα των προγόνων μας που δόθηκε στην πατρίδα, δεν πήγε χαμένο.

Η αναγνώριση του χωριού μας ως μαρτυρικού, είναι ένα διαχρονικό μήνυμα λευτεριάς και ειρήνης, μία ανταπόδοση ζωής στους ανθρώπους μας που στήθηκαν απέναντι από τα πολυβόλα της Βέρμαχτ, εκείνον τον μαύρο Σεπτέμβρη του έτους 1943».

Ο δήμαρχος Μυλοποτάμου κ. Γιώργος Κλάδος ανέφερε για το γεγονός : «Σήμερα είναι μια μέρα που η ιστορία στέκεται δίπλα μας. Δεν είναι ημέρα πανηγυρισμών, αλλά μέρα σεβασμού, συγκίνησης και βαθιάς υπερηφάνειας. Με την υπογραφή του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνο Τασούλα και τη δημοσίευση στο ΦΕΚ, ο Αβδελλάς αναγνωρίζεται και επίσημα ως μαρτυρικό χωριό της Ελλάδας.

Μια πράξη που δεν προσθέτει απλώς έναν τίτλο στον τόπο μας, αλλά σφραγίζει με την ισχύ της Πολιτείας αυτό που η ψυχή μας γνώριζε εδώ και δεκαετίες, ότι στις 3 και 5 Σεπτεμβρίου 1943 στον Γουρνόλακκο του Ψηλορείτη γράφτηκε μια σελίδα ηρωισμού και θυσίας που θα μείνει άσβεστη στον χρόνο. Εκεί 23 Αβδελλιανοί και ακόμα εννέα πατριώτες από τον Άγιο Μάμα, την Κάλυβο, τα Λιβάδια και τους Αβδανίτες, έπεσαν από τα πυρά του ναζιστικού στρατού.

Έδωσαν τη ζωή τους για να μείνει η πατρίδα μας όρθια. Από σήμερα η θυσία τους δεν θα τιμάται μόνο στις καρδιές μας, αλλά και στην επίσημη ιστορία της Ελλάδας».

Ο χαρακτηρισμός αυτός έχει τεράστια σημασία για τον Δήμο Μυλοποτάμου, καθώς  ο Μυλοπόταμος θα είναι στο εξής και ηθικά πλουσιότερος, διότι τα Αβδελλά θα μνημονεύονται αιώνια. Θα διδάσκεται η ιστορία του τόπου αυτού ως αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής μας ιστορίας και θα στέκει ως ζωντανή παρακαταθήκη ελευθερίας και αντίστασης.

Ως δημοτική αρχή έχουμε την ιερή ευθύνη να αναδεικνύουμε τις σκοτεινές σελίδες του παρελθόντος με τρόπο που θα αποδίδει τον δέοντα σεβασμό, αλλά και να μετατρέπει την ιστορία σε μάθημα ζωής. Οφείλουμε να υπενθυμίζουμε ότι η ελευθερία δεν αποτελεί αυτονόητο αγαθό, αλλά καρπό θυσιών και αίματος και ότι οι αξίες που υπερασπίστηκαν οι πρόγονοί μας είναι αυτές που οφείλουμε να διαφυλάττουμε ακέραιες.

Η μνήμη για εμάς δεν είναι μια τυπική υποχρέωση, αλλά ενεργός δέσμευση. Είναι η συνεχής προσπάθεια να διατηρούμε ζωντανή την ιστορία, ώστε να καθοδηγεί το παρόν μας και να διασφαλίζει το μέλλον των επόμενων γενεών.

Ο κ. Κλάδος δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει την κ. Μαρία Λαμπρινού, Πρόεδρο του Πολιτιστικού Συλλόγου Αβδελλών, καθώς και όλους όσοι  πίστεψαν, πάλεψαν και στήριξαν με αφοσίωση αυτό το δύσκολο, επίπονο εγχείρημα. «Η σημερινή αναγνώριση», τόνισε, «είναι αποτέλεσμα της δικής τους υπομονής, επιμονής και αγάπης για τον τόπο. Ιδιαίτερες ευχαριστίες φυσικά ανήκουν στον κ. Γεώργιο Καλογεράκη για την καθοριστική συμβολή του σε αυτήν την προσπάθεια.

Η δόξα όμως ανήκει στους νεκρούς. Εμείς οι ζωντανοί έχουμε το ιερό χρέος να κρατήσουμε το όνομά τους, τη μνήμη τους και τη θυσία τους ζωντανά για να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι τι σημαίνει να στέκεσαι όρθιος απέναντι στη βαρβαρότητα».

Την Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 1943, δέκα παλικάρια, (7 από τον Αβδελλά, δύο από την Κάλυβο και ένα από τον Άγιο Μάμα) κείτονταν νεκρά στον Γουρνόλακκο του Ψηλορείτη από τις σφαίρες του κατοχικού στρατού. Όταν το νέο έφτασε στον Αβδελλά, η προσπάθειες των άμοιρων Αβδελλιανών στράφηκαν στους ιερείς της περιοχής ώστε να ανέβουν στον τόπο της θυσίας και να μεταφέρουν τους νεκρούς τους.

Το Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου πέρασε και παπάς δεν είχε βρεθεί. Την Κυριακή το πρωί στις 5 Σεπτεμβρίου, δύο Αβδελλιανοί έφτασαν στον ιερό ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στα Λιβάδια, όπου ιερουργούσε ο νεαρός ιερέας Ανδρέας Βαρδιάμπασης.

Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης Γεώργιος Μάρκου Τρούλης, μας παρέδωσε ένα χειρόγραφο κείμενο δύο σελίδων,  με ημερομηνία 29 Αυγούστου 2024. Στο χειρόγραφό του, ο κ. Γεώργιος Τρούλης περιγράφει ένα γεγονός που βίωσε ως πεντάχρονο παιδί στον ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στο χωριό του Λιβάδια Μυλοποτάμου.

Η 1η από τις δύο χειρόγραφες σελίδες του καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Γεωργίου Μάρκου Τρούλη

Στον ναό ιερουργούσε ο θείος του παπα Ανδρέας Βαρδιάμπασης, αδερφός της μητέρας του Καλλιόπης. Στο ψαλτήρι βρίσκονταν ο παππούς του Γεώργιος Βαρδιάμπασης και πατέρας του ιερέα. Στο χειρόγραφο περιγράφεται η είσοδος στον ναό δύο κατοίκων του Αβδελλά και οι συνομιλίες τους με τον ιερέα ώστε να πειστεί να ανέβει στον Γουρνόλακκο να θάψει τους πατριώτες που εκτέλεσαν οι Γερμανοί στην Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 1943.

Ο παπά Ανδρέας Βαρδιάμπασης δέχτηκε και με συνοδεία 20 κατοίκων του Αβδελλά και της ευρύτερης περιοχής, ανηφόρισαν στον Γουρνόλακκο όπου ο κατοχικός στρατός που δεν είχε εγκαταλείψει τον Ψηλορείτη τους περίμενε και βρήκαν όλοι μαρτυρικό θάνατο από τα όπλα των ανδρών της Βέρμαχτ.

Συγκεκριμένα, ο κ. Γεώργιος Τρούλης γράφει : «Γεννήθηκα στις 7 Φεβρουαρίου 1938. Στις 5 Σεπτεμβρίου που έγινε η θυσία του Γουρνόλακκου ήμουν 5 ετών και 7 μηνών.  Πρέπει να ήταν Κυριακή γιατί η μνήμη μου παραπέμπει στην εκκλησία του χωριού. Με την εγκυρότητα της μνήμης ενός νηπίου 5 ετών και 7 μηνών

Η θυσία του Γουρνόλακκου και ο Αβδελλάς Μυλοποτάμου. Περιοδική έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Αβδελλά, τεύχος 1 (2023), τεύχος 2 (2024) και τεύχος 3 (2025). Τα εναπομείναντα περιοδικά διαθέτει δωρεάν ο Πολιτιστικός Σύλλογος Αβδελλά Μυλοποτάμου

Ε Ν Θ Υ Μ Ο Υ Μ Α Ι

Στην εκκλησία ήταν ψάλτης ο παππούς μου, (ήταν συνταξιούχος δάσκαλος 73 ετών τότε) και ιερέας ο γιος του παπά Ανδρέας Βαρδιάμπασης.

Στεκόμουν ανάμεσα στα πόδια του παππού μου. Πρέπει να ήταν προς το τέλος της λειτουργίας όταν είδα να μπαίνουν δύο άντρες ρακένδυτοι, απεριποίητοι, φορώντας μαντήλι στο κεφάλι τους, όχι όπως το βάζουν οι άντρες αλλά σαν τσεμπέρι όπως βάζουν οι γυναίκες που πενθούν.

Ήρθαν στο στασίδι που βρίσκονταν ο παππούς. Είπαν κάτι, ταραγμένοι πολύ στον παππού και αυτός τους έδειξε την πύλη που έπρεπε να μπουν στο ιερό. Αμέσως διαχύθηκε στην εκκλησία μια ταραχή ανεξήγητη για μένα, και ο παππάς εμφανίστηκε ταραγμένος στην Ωραία Πύλη. Κάτι είπε στο εκκλησίασμα και επιτάχυνε την απόλυση. Πηγαίνοντας στο σπίτι με τη μάνα μου να με κρατεί από το χέρι, την άκουγα να κλαίει σαν σε μοιρολόι και να λέει ώφου αδελφέ μου !…

Α Κ Ο Υ Σ Α

Ο παππούς, ο παππάς, ο πατέρας μου (κουνιάδος του παππά), πήγαν στο καφενείο του γιου του του Θωμά. Εκεί μαζεύτηκαν πολλοί συγγενείς χωριανοί και συγγενείς των εκτελεσθέντων την προηγούμενη μέρα και συζήτησαν αν έπρεπε να πάει ο παπά – Ανδρέας να θάψει τους σκοτωμένους ή όχι, γιατί υπήρχε κίνδυνος να εκτελέσουν και αυτούς που θα πήγαιναν.

Ο παπάς θεώρησε ότι ήταν ιερό καθήκον του να πάει να τους θάψει. Τα αδέλφια του Θωμάς, Κώστας και ο πατέρας του, είχαν ενδοιασμούς.  Ο παπάς ήταν 38 ετών, μόλις τρία χρόνια πριν χειροτονημένος και θα άφηνε ορφανά δύο κορίτσια, πέντε και δύο ετών καθένα.

Τελικά συμφώνησαν να πάει ο πατέρας του – δάσκαλος με το μουλάρι που είχε στο Πέραμα να πάρει άδεια ταφής από την Κομαντατούρ των Γερμανών. Συγγενείς των σκοτωμένων 19 τον αριθμό μαζί με το δάσκαλο του χωριού τον Δετοράκη, να περιμένουν στο Ζωνιανό Μασκάλι μέχρι να γυρίσει και να προχωρήσουν όλοι μαζί.

Όμως ο ήλιος πήγαινε να βασιλέψει και ο πατέρας δεν είχε φανεί, (Λιβάδια – Πέραμα 20 χιλιόμετρα περίπου πήγαινε έλα !).

Οι συγγενείς παρωθούσαν τον παπά να προχωρήσουν γιατί θα κατασπάραζαν τα πτώματα τα σκυλιά τη νύχτα και όταν οι Γερμανοί είχαν φύγει και κίνδυνος δεν υπήρχε.

Έτσι προχώρησαν στον τόπο του μαρτυρίου και προσανατόλισαν τα πτώματα για να αρχίσει η κηδεία. Μόλις όμως έβαλε το πετραχήλι ο παπάς και άρχισε την κηδεία, μια ομάδα Γερμανών που παραμόνευαν πάνω στο ύψωμα άρχισε με το πολυβόλο να κτυπά τους παριστάμενους τους οποίους και δολοφόνησαν μαζί με τον ιερέα !

Τα υπόλοιπα, ποιοι γλίτωσαν, πώς και πότε έγινε ανακομιδή των οστών των εκτελεσθέντων κλπ. είναι γνωστά από δημοσιεύματα ειδικών ερευνητών».

(Γεώργιος Μάρκου Τρούλης, Καθηγητής Πανεπιστημίου Κρήτης, Ηράκλειο,

29 Αυγούστου 2024).

Γροικάτε επά μια αθιβολή

Γροικάτε επά μια αθιβολή, του γέρο – Ψηλορείτη

απ’τον καιρό που ήτανε, οι Γερμανοί στην Κρήτη.

Να μάθετε τα αίσχη ντως κι εσείς για να τα λέτε

και το μαρτυρικό χωριό, τον Αβδελλά να κλαίτε.

Δυο του Σεπτέμβρη ήτανε, τέλη σαράντα τρία

που οι Γερμανοί εις τα βουνά, βγήκαν περιπολία.

Στ’αόρι το Αβδελλιανό, μία πατούλια εβγήκε

και δεκατέσσερις βοσκούς, στην αρμεγιάν εβρήκε.

Σύσσωμους τσι συλλάβανε, χωρίς να έχουν φταίξει

ήταν κι ανάμεσά τους τρεις, νέοι στα δεκαέξι.

Από την Κάλυβο ήταν δυο, τρεις απ’τον Άγιο Μάμα

και όλοι οι άλλοι απ’τ’Αβδελλά, που’ζησε μέγα δράμα.

Ωσάν τα ζα ολημερίς, τσι πήγαιναν στα όρη

μα ενυχτωθήκαν στου Βιγκιά κι εκειά στο ξεροβόρι.

Εβάλαν τσι να κοιμηθούν κι ως ξημερώνει η μέρα

τσι πήγαν στον Γουρνόλακκο, απ’το Λαγγό πιο πέρα.

Κι εκειά τους εκτελέσανε, με μίσος και μανία

το πως βοσκεύαν στη νεκρή ζώνη κοντό ν’αιτία ;

Απ’τα κοπέλια έφησαν δυο, να φύγουν δίχως άλλο

το τρίτο το τραυμάτισαν, που΄μοιαζε πια μεγάλο.

Την άλλη μέρα ως έφταξε, από τα όρη κάτω

ετούτο το τρισκότεινο, το θλιβερό μαντάτο

σαστίσαν ούλοι στο χωριό, γυναίκες, άντρες, γέροι

βαρύ το πένθος σκέπασε του Αβδελλά τα μέρη.

Τούφες οι μάνες τα μαλλιά σέρναν και ξεπατώναν

κλαίγαν κοπέλια και γριες, τσι μούγκρους δε ποσώναν.

Άνθρωπος κείνη τη βραδιά, δεν έκαμε ραχάτι

άντρες, γυναίκες και παιδιά, γέροι δε κλείσαν μάτι.

Την άλλη μέρα σύναξη, εγίνηκε μεγάλη

κι επήραν μιαν απόφαση, απού ποθές δε σφάλλει.

Να βγούνε στον Γουρνόλακκο, στον τόπο εκειά να πάνε

και τσι νεκρούς να πάρουνε, οι σκάρες πριν τσι φάνε.

Ψάξαν παπά δε βρήκανε, την τελετή να κάμει

κιανείς στη ζώνη τη νεκρή, δεν πάει να συντράμει.

Σκέφτηκαν και στο Ρέθυμνος, να πάνε να ζητήσουν

άδεια να πάρουν τσι νεκρούς, να θάψουν να τσι αφήσουν.

Άδεια ταφής δε δόθηκε, μουδέ παππάς σιμώνει

πέρασε η μέρα χάθηκε κι η γι’άλλη ξημερώνει.

Την ταχινή με το δροσό, συμφώνησε ο ιερέας

απ’ τα Λιβάδια  ο παππάς, Βαρδιάμπασης Αντρέας.

Κι απ ’τα Πηγάδια τ ’Αβδελλά, κινά η πομπή και φεύγουν

παππάς, μουλάρια συγγενείς κι ο δάσκαλος μισεύγουν.

Συνολικά κινήσασι, είκοσι τρεις νομάτοι

βουβοί, κλαμμένοι, πένθιμα με τον καημό στ ’αμάτι.

Πίσω οι γυναίκες του χωριού, πομείναν ν ’ανημένουν

ωσότου να γιαγύρουνε και τσ ’άμοιρους να φέρουν.

Ως φτάξαν βάλαν τρεις σκοπούς, τον τόπο να παντούνε

μην τύχη πάλι οι Γερμανοί, εκειά ξαναφανούνε.

Κι αρχίξανε την τελετή, να πουν την ψαλμωδία

να τόσε κάμουν το πρεπό, μια ανθρώπινη κηδεία.

Σεντόνια εκάμαν σάβανα και τσι νεκρούς τυλούνε

τσι δέναν στα μουλάρια ντως, να παν για να θαφτούνε.

Μ’αξάφνου πήραν είδηση, απ’τσι σκοπούς πως φάνη

γερμανική περίπολος και το γοργό πως φτάνει.

Άλλοι’πο φόβου είπανε, ντελόγο να μισέψουν

μα η γνώμη επικράτησε, να μείνουν να τελέψουν.

Την τελετή λογιάζοντας, βάνοντας με το νου τους

πως τι θα κάμουν σαν τους δουν, να ψάλλουν τσι νεκρούς τους.

Μα οι Γερμανοί σα φτάξανε και τσ’ήβρανε στο λάκκο

άνοιξαν πυρ κι όλοι νεκροί, επέσαν εκών άκω.

Εικοσιένα θύματα, πέσαν τη μέρα εκείνη

τριάντα ένα σύνολο, με τσ’άλλους είχαν γίνει.

Σκοτώσαν και το δάσκαλο, τον έρμο Λασιθιώτη

τον Δετοράκη απ’την Κριτσά, στην ακριβή ντου νιότη.

Και μόνο δυο’πο τσι σκοπούς, προκάμαν και γλιτώσαν

γιατί’πομακρυνθήκανε και δε τόσε σιμώσαν.

Πάνω στο πρώτο θλιβερό, μαντάτο ήρθε κι άλλο

χειρότερο στον Αβδελλά, χαριστικά μεγάλο.

Και από τότε το χωριό, βαριά χαροκαμένο

χαρά δεν είδε μόνο ζει, στο πένθος βουτημένο.

Μαυροντυμένα ορφανά, μαυροντυμένες μάνες

μαυροντυμένοι κύρηδες και παππουδολαλάδες.

Βαροπενθούν στην Κάλυβο, κλαίνε στον Άγιο Μάμα

κι οι Αβδανίτες σέρνουνε τση κατοχής το δράμα.

Οι Γερμανοί εφύγανε κι έπαψε κάθε μάχη

μ’αφήκανε στον Αβδελλά κληρονομιά το άχι…!

(Μανόλης Κρητικόπουλος).

Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων,  διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου