…κατ’ εκείνας τας ημέρας επληροφορήθην και εγώ τον εν τω Αλβανικώ Μετώπω θάνατον δύο οικείων μου
Ο Λοχίας Αντώνης Τσαγκαράκης, (στο μέσον όρθιος), στις πρώτες ημέρες της επιστράτευσης με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, μαζί με συντρόφους του

Αντώνιος Δημητρίου Τζαγκαράκης

Ο Αντώνης Τσαγκαράκης γεννήθηκε στο χωριό Θραψανό Πεδιάδος το 1915. Ήταν γιος του δασκάλου Δημητρίου και της Μαρίας Τσαγκαράκη. Ο Δημήτριος και η Μαρία Τσαγκαράκη απέκτησαν πέντε παιδιά. Τέσσερις γιους, Μανόλη, Αντώνη,  Ευάγγελο και Γεώργιο, (σπούδασαν όλοι δάσκαλοι)  και μια κόρη, την Αικατερίνη.

Στην έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, τη σχολική χρονιά 1940-41, ο Αντώνης Τζαγκαράκης υπηρετούσε δάσκαλος στο Δημοτικό Σχολείο Καστέλλου  Αποκορώνου Χανίων.

Ο δάσκαλος Αντώνης Τσαγκαράκης του Δημητρίου από το χωριό Θραψανό Πεδιάδος. Πολεμούσε όρθιος και κατά τη δεύτερη ημέρα της μεγάλη εαρινής επίθεσης των Ιταλών, σκοτώθηκε στο χωριό Άρτζα Ντι Μέτζο στις 10 Μαρτίου 1941

Επιστρατεύτηκε και τοποθετήθηκε στην Πέμπτη Μεραρχία Κρητών, στο 43ο Σύνταγμα Πεζικού ως λοχίας. Μεταφέρθηκε με τη μονάδα του στο μέτωπο, παίρνοντας μέρος στις μάχες που ακολούθησαν στα βουνά της Αλβανίας. Σκοτώθηκε σε αντεπίθεση του λόχου του εναντίον των Ιταλών, στο χωριό Άρτζα Ντι Μέτζο, πολεμώντας όρθιος, τη Δευτέρα 10 Μαρτίου 1941.

Η εαρινή επίθεση των Ιταλών. η  μεγάλη μάχη του χωριού Άρτζα Ντι Μέτζο και ο ηρωικός θάνατος του Αντωνίου Τσαγκαράκη

Το χωριό Άρτζα Ντι Μέτζο βρίσκεται στα υψώματα της Τρεμπεσίνας και στους  πρόποδες του βουνού Σεντέλι. Είχε καταληφθεί στις 13 Φεβρουαρίου 1941 από το  τρίτο Τάγμα του 43ου Συντάγματος. Αποτελούσε την προφυλακή των Ελληνικών  δυνάμεων.

Ο εχθρός από τότε το σφυροκοπούσε αδιάκοπα, με χιλιάδες βλήματα  πυροβολικού και όλμων, καθώς και με συχνούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς.  Δεκάδες αντεπιθέσεις εξαπέλυσαν οι Ιταλοί για να το ανακαταλάβουν, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ο τόπος ήταν βραχώδης και απέναντι από την Άρτζα Ντι Μέτζο, σε  απόσταση μικρότερη των τριών χιλιομέτρων, βρίσκονταν το χωριό Άρτζα Ντι Σόττο το οποίο κατείχαν οι Ιταλοί.

Μεταξύ των δύο χωριών και των αντιμαχομένων,  ανοίγονταν πολλές μικρές και μεγάλες χαράδρες. Ο Υπασπιστής του 43ου Συντάγματος Ιωάννης Αναστασίου Βενάρδος, (ο Ιωάννης Βερνάρδος ήταν Υπασπιστής του 43ου Συντάγματος μέχρι 18/1/1941, κατόπιν Διοικητής  του 1ου Τάγματος του 43ου Συντάγματος), στο βιβλίο του «Τρεμπεσίνα», καταθέτει τη μαρτυρία του:

«…ήταν αδύνατο στους άντρες να κυκλοφορούν κατά την διάρκεια της ημέρας. Αδύνατο  να σηκώσουν το κεφάλι τους από τα πρόχειρα τακτοποιημένα χαρακώματα από ξερολιθιές, αδύνατο να χρησιμοποιήσουν το μοναδικό σωλήνα όλμου και τα αυτόματα όπλα τους για να παρενοχλούν τους στρατιώτες του εχθρού, οι οποίοι κυκλοφορούσαν απέναντι ανενόχλητοι και έσκαβαν ορύγματα.

Κι αυτό γιατί αμέσως ολόκληρη η  αμυντική μας τοποθεσία κατά βάθος και πλάτος σφυροκοπείτο από πυκνή βροχή βλημάτων κάθε είδους και διαμετρήματος. Και ήταν επόμενο οι απώλειες του  Τάγματος σε νεκρούς και τραυματίες να ήταν πολύ μεγάλες και καθημερινές.

Παρ’όλα  αυτά όμως και παρά το δριμύ ψύχος που επικρατούσε, το ηθικό των αντρών  διατηρούνταν ακμαίο και όλοι περίμεναν στις θέσεις τους με υπομονή, δυσχερώς  επισιτιζόμενοι, στοιχειωδώς καλυπτόμενοι και ακαταπαύστως πληττόμενοι…

…το τελευταίο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου έστειλαν από το Σύνταγμα στους άντρες που υπεράσπιζαν την Άρτζα Ντι Μέτζο διάφορα υλικά οχυρώσεως, κυρίως σάκους και λαμαρίνες για να κατασκευαστούν στέγαστρα πολυβολείων και θέσεων βολής. Καταλαβαίνει κανείς τη δυσκολία αν λάβει υπ’όψιν του ότι το έδαφος ήταν βραχώδες  και ότι το γέμισμα των σάκων ήταν αληθινό μαρτύριο για τους στρατιώτες που ήταν  γι’ αυτό υποχρεωμένοι να πηγαίνουν τη νύχτα να τους γεμίζουν στη χαράδρα Μαρίτσαϊ,  και να τους μεταφέρουν πίσω στους ώμους τους γεμάτους.

Αλλά η ανάγκη έκανε ώστε  οι συνήθως δύστροποι γι’αυτά Κρητικοί, που τρέφουν περιφρόνηση προς τα εργαλεία  και τα υλικά οχυρώσεως αλλά λατρεύουν τα όπλα, να υποταχτούν στην πειθαρχία της  τέχνης και να οχυρώσουν με προσοχή τις θέσεις τους, χωρίς να σκεφτούν τον κόπο.

Μοναδική εκδήλωση της αδημονίας τους όταν μετέφεραν τα γεμάτα με χώμα σακιά, συνεχώς γλιστρώντας στο πετρώδες έδαφος στη μέση της νύχτας, ήταν οι διάφορες  βρισιές και απειλές κατά των Ιταλών…».

Σ’αυτό το χωριό, βρίσκονταν επικεφαλής του 10ου Λόχου ο Λοχίας Τσαγκαράκης Αντώνης, δάσκαλος, όταν ξεκίνησαν οι Ιταλοί την εαρινή επίθεση στις 9 Μαρτίου  1941. Υπεράσπιζε, μαζί με τους άλλους στρατιώτες της Κρητικής Μεραρχίας την  αμυντική γραμμή του Τάγματός του.

Οι Ιταλοί, την πρώτη μέρα της επιθέσεως,  εξαπέλυσαν σφοδρά πυρά πυροβολικού και όλμων μέχρι τις απογευματινές ώρες.  Κατόπιν, με τμήματα πεζικού, προσπάθησαν να επιτεθούν και να καταλάβουν το  χωριό, πιστεύοντας ότι κάθε δύναμη αντιστάσεως μετά τους βομβαρδισμούς είχε  εκμηδενιστεί.

Ο Γιάννης Καπαρουνάκης του Σταύρου. Πρώτος ξάδερφος του δασκάλου Αντώνη Τσαγκαράκη, ο πατέρας του Δημήτριος και η μητέρα του Γιάννη Μαργή, ήταν αδέρφια. Σκοτώθηκε στον Ελληνοϊταλικό μέτωπο στις 28 Ιανουαρίου 1941, στο χωριό Άρτζα Ντι Μέτζο

Αλλά η επίθεση του εχθρού αποκρούστηκε με μεγάλη επιτυχία. Το ίδιο  σκηνικό επαναλήφθηκε και την επόμενη μέρα, 10 Μαρτίου 1941. Εκείνη ήταν η μοιραία για τον ήρωα δάσκαλο Τσαγκαράκη Αντώνη.  Ο θάνατός του περιγράφεται ως εξής:

«…ούτος επί κεφαλής της ομάδας του, ευρισκομένης πλησίον της ιδικής μου, καθ’ην στιγμήν εκυκλώθη η διμοιρία μας υπό της εχθρικής δυνάμεως τάγματος, έδιδε διαταγάς και εμάχετο λυσσωδώς. Φονευθέντων του οπλοπολυβολητού του ήρπασε μόνος του το  οπλοπολυβόλον και επειδή ο καιρός ήτο ομιχλώδης, ανελθών επί βράχου δια να έχη καλυτέραν και μεγαλυτέραν ορατότητα, έβαλλεν ακαταπαύστως κατά του εχθρού φωνάζων διαρκώς: Θάρρος, παιδιά, και τους φάγαμε… Αέρα παιδιά. Πάνω τους, παιδιά. Του εφώναξα να καλυφθή όπισθεν του βράχου, αλλ’ η ηρωική του απάντησις  ήτο:

Δεν τους φοβούμαι τους παληοφρατέλλους, και εξηκολούθει τον αγώνα, μέχρις ότου ο εχθρός καμφθείς ήρχισε να συμπτύσσεται προς τα οπίσω. Τον είδα τότε προπορευόμενον πάντοτε των ανδρών του, να ορμά με το  οπλοπολυβόλον σαν θηρίο εναντίον του εχθρού, απέχοντος περί τα 100 μέτρα από τις  γραμμές μας, και τον ήκουσα κραυγάζοντα: -Εμπρός, λεβεντόπαιδα, Πάνω τους ! -Πρόσεχε, Αντώνη, του φώναξα δυνατά. -Μας κτυπούν όλμοι από απέναντι. Αλλά, χωρίς να δίδη προσοχή στους λόγους μου, εξηκολούθει την καταδίωξιν υπό βροχήν  σφαιρών και βλημάτων όλμων και πυροβολικού.

Επάνω εις την βοήν της μάχης και  μέσα στη κόλασιν του πυρός και τους μαύρους καπνούς, ακούω ένα τρομερό ωχ!  Τρέχω και βλέπω τον ήρωα καθισμένο με το οπλοπολυβόλο εις θέσιν σκοπεύσεως με  το στόμα αφρισμένο και τα μάτια ολάνοιχτα να κυττάζη προς τον εχθρόν. Του μίλησα, δεν μου μίλησε. Τον κίνησα, δεν κινήθηκε  Ήτο νεκρός. Έν βλήμα όλμου είχε περάσει  τον αριστερόν του κρόταφον και του επέφερεν ακαριαίως τον θάνατον. Έσκυψα και  τον φίλησα και εξηκολούθησα την καταδίωξιν μέχρι της νυκτός.

Την ιδίαν εσπέραν τον ενταφιάσαμεν εις την ρίζαν ενός πελωρίου βράχου εν μέσω δύο  ηρωικών παιδιών της ομάδος του. Εις τον βράχον εχάραξα υστερότερα με την  ξιφολόγχην μου το όνομά του και την ημερομηνίαν του ηρωικού του θανάτου…».

(Σημ. : Τον θάνατο του ήρωα δασκάλου, περιγράφει ο συμπολεμιστής του Τριανταφυλλίδης Ιωάννης του  Κωνσταντίνου, στο βιβλίο του Ιωάννου Βερνάρδου ΤΡΕΜΠΕΣΙΝΑ, σελ. 149. Βλ. ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ, έκδοση Δευτεροβάθμιας Σχολικής Επιτροπής Δήμου Μινώα Πεδιάδας, τεύχος 1, Οκτώβριος 2016, σελ. 26-27 και εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ, Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον δάσκαλο Τζαγκαράκη Αντώνη στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας, Γιώργος Καλογεράκης, 27 Οκτωβρίου 2006).

Αναφορές για τον δάσκαλο Αντώνη Τζαγκαράκη, στο ημερολόγιο του αδερφού του Ευάγγελου Τζαγκαράκη

Ο αδερφός του Αντώνη Τσαγκαράκη Ευάγγελος, βρίσκονταν κι αυτός στο μέτωπο.  Υπηρετούσε Λοχίας στον 5ο Λόχο. Κάθε βράδυ, μετά το σάλαγο της μάχης, κουρνιασμένος στο αμπρί του δίπλα σ’ένα  αναμμένο κερί, έγραφε σε ένα μικρό σημειωματάριο τα γεγονότα της ημέρας.

Το  ημερολόγιο του Ευάγγελου Τσαγκαράκη διασώθηκε και είναι ιστορικό τεκμήριο του Ελληνοϊταλικού πολέμου και της δράσης του 43ου Συντάγματος Πεζικού. Σε τέσσερις εγγραφές του ημερολογίου, ο Ευάγγελος Τσαγκαράκης αναφέρεται στον  αδικοχαμένο αδερφό του :

«Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 1940: Ευρισκόμεθα εις το ίδιο μέρος (Άργος  Ορεστικόν).  Ο καιρός σήμερα είναι καλύτερος. Είδα και σήμερα πολλά χωριανάκια μου καθώς και τον αδερφόν μου τον Αντωνάκη. Την 4ην μ.μ. αναχωρήσαμεν. Έπιπτον δε στιβάδες χιόνος καθ’ όλην την διάρκειαν της πορείας. Την 10 μ.μ. ώραν εφθάσαμεν εις το χωρίον Μεσοποταμία, όπου εσταθμεύσαμεν.

Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 1941: Εις Βισκούκι. Επήγα και είδα τον αδελφό μου τον Αντωνάκη. Είναι καλά.

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 1941: Ύψωμα 1300. Κατόπιν διαταγής ετοιμασθήκαμε για  επίθεση. Το βράδυ ήλθε ο αδελφός μου ο Αντωνάκης και με ενθάρρυνε. Χαιρετισθήκαμε φιληθήκαμε και χωρίσαμε. Έκτοτε δεν τον ξαναείδα. Την 3ην πρωινήν ώραν επιτεθήκαμε.

Δευτέρα 10 Μαρτίου 1941: Ανεχώρησα από το χειρουργείον. Χθες την 6ην βραδυνή ώραν κατεβήκαμε στον αμαξωτό δρόμο, μπήκαμε στα αυτοκίνητα όλοι οι τραυματίες, και την 10ην πρωινήν ώραν της σήμερον φθάσαμε στα Ιωάννινα. Ιταλικά αεροπλάνα πάνω από τον αμαξωτό δρόμο μας έριξαν φωτοβολίδες και άρχισαν να μας πολυβολούν. Δεν έπαθε κανείς τίποτε. Έμαθα ότι σήμερα σκοτώθηκε ο αδελφός μου Αντωνάκης στην περιοχή Άρτζα Ντι Μέτζο».

Επιστολή Δημητρίου Τζαγκαράκη προς το Δημόσιο Ταμείο Σφακίων

Επιστολή Δημητρίου Τσαγκαράκη, πατέρα του Αντωνίου και Διευθυντή του 4/τάξιου Δημοτικού Σχολείου Θραψανού προς το Δημόσιο Ταμείο Σφακίων, 2 Οκτωβρίου 1941

Ο Δημήτριος Τζαγκαράκης, πατέρας του Αντώνη και Διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου Θραψανού, σε επιστολή του εφτά μήνες μετά τον θάνατο του γιου του, ζητά από το Δημόσιο Ταμείο Σφακίων, (στεγάζονταν στον Βάμο Αποκορώνου), το φύλλο διακοπής μισθοδοσίας του. Το τελευταίο σχολείο που υπηρέτησε ο Αντώνης Τζαγκαράκης, πριν επιστρατευτεί και σκοτωθεί, ήταν το Δημοτικό Σχολείο Κάστελλου Αποκορώνου. Ο Δημήτρης Τζαγκαράκης γράφει στην επιστολή του:

«ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ  Εν Θραψανώ τη 2 Οκτωβρίου 1941

4/ΞΙΟΝ ΔΗΜΟΤΙΚΟΝ ΣΧΟΛΕΙΟΝ

ΘΡΑΨΑΝΟΥ- ΠΕΔΙΑΔΟΣ                                          Προς

Αριθμ. Πρωτ. 219                                    το Δημόσιον Ταμείον Σφακίων                                                                   

Αριθμ. Διεκπ. 95                                              εις Βάμον Αποκορώνου

 Έχω την τιμήν να παρακαλέσω θερμώς, όπως ευαρεστούμενοι εκδώσητε και μοι αποστείλητε το φύλλον διακοπής μισθού του υιού μου Αντωνίου Δημ. Τσαγκαράκη, εφέδρου Λοχίου και δημ/λου Καστέλλου Αποκορώνου, υπό του Ταμείου σας, πεσόντος εν τω Αλβανικώ Μετώπω, τον Μάρτιον 1941

Μετ’ εξαιρέτου υπολήψεως, Ο Διευθυντής, Δημ. Τσαγκαράκης».

Επιστολή Δημητρίου Τζαγκαράκη προς τη δασκάλα Μαρία Σηφάκη

Ο Αναπληρωτής Επιθεωρητής Γόρτυνας Δημήτριος Τσαγκαράκης, σε έγγραφό του με ημερομηνία 11 Απριλίου 1941 προς τη δασκάλα Μαρία Σηφάκη από τον Άγιο Μύρωνα Μαλεβυζίου, τονίζει μεταξύ άλλων τους λόγους της απουσίας του από το 40/θήμερο μνημόσυνο του μνηστήρα της δασκάλου Δημητρίου Αναστασάκη, (έδωσε τη ζωή του για την πατρίδα στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων όπου μεταφέρθηκε από το μέτωπο βαριά τραυματισμένος στις 18 Φεβρουαρίου 1941 :

«…επί τη ευκαιρία ταύτη σας καθιστώ γνωστόν, ότι παρά την επιθυμίαν μου δεν ηδυνήθην να παραστώ αυτοπροσώπως εις το 40/θήμερον μνημόσυνον του μνηστήρος σας, διότι κατ’εκείνας τας ημέρας επληροφορήθην και εγώ τον εν τω Αλβανικώ μετώπω θάνατον δύο οικείων μου, του υιού της αδελφής μου Ιωάννου και του αγαπητού μου υιού Αντωνίου Διδασκάλου Καστέλλου Αποκορώνου…».

Επιστολή Αντωνίου Τζαγκαράκη προς τον αδερφό του Μανώλη

Ο δάσκαλος Αντώνιος Τσαγκαράκης επιστρατεύτηκε μαζί με τους αδερφούς του Μανόλη και Βαγγέλη για τον πόλεμο του’40. Στον Πειραιά και σε βομβαρδισμό των Ιταλικών αεροπλάνων, τραυματίστηκε ο Μανόλης από θραύσμα βόμβας, νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο των Αθηνών. Μετά από διάστημα ενός μηνός νοσηλείας,  επέστρεψε στην Κρήτη και στο χωριό του Θραψανό. Ο Αντώνης, στέλνει γράμμα με ημερομηνία 1.1.1941 (Πρωτοχρονιά) στον αδερφό του Μανόλη, γράφοντας μεταξύ άλλων τα εξής :

Πρωτοχρονιά 1941 (1.1.1941). Γράμμα από το μέτωπο του Αντώνη Τσαγκαράκη προς τον αδερφό του Μανόλη στο Θραψανό

«Αγαπητέ μου αδερφέ Μανώλη.

Είμαστε καλά κι οι δυο μας, το ίδιο και για όλους σας ευχόμαστε. Στενοχωρούμαι πολύ που αυτή τη μέρα δεν βρίσκομαι κοντά σας για να προσφέρω ένα μικρό δώρο στο Μαρικάκι. Χαίρομαι όμως γιατί βρίσκομαι σε θέση να προσφέρω και σ’αυτό και σ’όλους σας μαζύ με τ’αλλα παιδιά, το δώρο της Ελευθερίας.  Στείλτε μας με δέμα κάλτσες μάλλινες – γάντια – κονιάκ – σταφίδες…».

Με τη φράση κι οι δυο μας ο Αντώνης αναφέρεται στον εαυτό του και τον αδερφό του Βαγγέλη που πολεμούν τους Ιταλούς στα βουνά της Αλβανίας. Το Μαρικάκι είναι η κόρη του αδερφού του Μανόλη που του απευθύνει το γράμμα.

Ο ηρωικός θάνατος του Αντωνίου Τσαγκαράκη στο ημερολόγιο – αυτοβιογραφία του πατέρα του Δημητρίου Τσαγκαράκη

«…αγάπησα αφαντάστως το επάγγελμά μου και πλήρης γνώστης της ιερότητος και της αποστολής του εσπούδασα διδασκάλους και τους τέσσαρας υιούς μου. Εκ τούτων ο Αντώνιος. Διδλος Καστέλλου Αποκορώνου, έπεσεν ηρωικώς μαχόμενος υπέρ Πίστεως και Πατρίδος την 10 Μαρτίου 1941 ημέραν Δευτέραν εν τω Αλβανικώ Μετώπω και επί του πεδίου της μάχης Άρτζα Ντι Μέτζο κατά των υπό την αρχηγίαν του δικτάτορος της Ιταλίας Μουσολίνι εαρινήν επίθεσιν των Ιταλών εναντίον των ημετέρων.

Τον ένδοξον θάνατόν του μοι ανήγγειλεν ο εκ Ποταμιών Πεδιάδος συμμαχητής και συνάδελφός του (ήταν αμφότεροι διδλοι και λοχίαι) δια των εξής : “Πέστε εις τον Τσαγκαράκην να είναι υπερήφανος. Ο υιός του Αντώνιος έπεσεν υπέρ Πατρίδος. Χαρά στους γονείς, αλλά και στην Πατρίδα, που έχουν τέτοια Παιδιά!”. Βραδύτερον μοι απέστειλεν εκτενή περιγραφήν των συνθηκών, υπό τας οποίας ατρομήτως και όλως ακαλύπτως αγωνιζόμενος εφονεύθη. 

Πάσαι αι πληροφορίαι, τας οποίας ηρύσθην από αυτόπτας μάρτυρας του ηρωικού του θανάτου αξιωματικούς και οπλίτας, εις το αυτό συγκλίνουν. Έπεσεν οιστρηλατούμενος από τον υπερβολικόν πατριωτισμόν του. Παιδί μου, αγαπημένο μου παιδί ! Μεθ’υπερηφανείας εφ όρου ζωής θα φέρω τον πόνον και την ανάμνησίν σου. Ετίμησες με την υπέροχον θυσίαν σου την οικογένειάν σου,  την Πατρίδα μας, την αιωνίαν Ελλάδα.

Αγήρως και αιωνία ας είναι η μνήμη σου. Δι’εμέ δεν εξέλιπες. Η ιερά και γαληνιαία μορφή σου ευρίσκεται νοερώς πάντοτε εις τα όμματά μου. Ευγενής, λεπτός, καλλιτέχνης και επιμελέστατος επρόκειτο ασφαλώς να εξελιχθή εις ένα των αρίστων του διδλικού Κλάδου. Πάσαι αι ενδείξεις αυτό εμαρτύρουν. Αναμφιβόλως έχασεν η Στοιχειώδης Εκπαίδευσις. Τον εκέρδισεν όμως η Πατρίς…».

Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου